Anonymous

μεταμόρφωση: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ"
(25)
 
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ΑM [[μεταμόρφωσις]]) [[μεταμορφώνω]]<br /><b>1.</b> [[μεταβολή]], [[αλλαγή]] της μορφής ή του σχήματος, [[μετασχηματισμός]] («οὐκ ἀγνοήσει τὰς μυθικὰς μεταμορφώσεις ἁπάσας», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ἡ [[μεταμόρφωσις]] τοῡ Σωτῆρος»<br /><b>εκκλ.</b> η εκούσια [[μεταλλαγή]] της φθαρτής φύσης του Ιησού Χριστού, [[καθώς]] και η [[εορτή]] που τελείται [[κατά]] την 6η Αυγούστου<br /><b>3.</b> (<b>στον πληθ. ως κύριο όν.</b>) <i>Μεταμορφώσεις</i><br />[[τίτλος]] έργου του Οβιδίου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[αλλαγή]] της φύσης, τών ιδιοτήτων ή του χαρακτήρα κάποιου<br /><b>2.</b> <b>(ηλεκτρολ.)</b> η [[μετατροπή]] του ηλεκτρικού ρεύματος [[κατά]] την [[τάση]], την [[ένταση]] ή τη [[μορφή]], αλλ. [[μετασχηματισμός]]<br /><b>3.</b> <b>(πετρογρ.)</b> το [[σύνολο]] τών ορυκτολογικών και ιστολογικών μεταβολών που υφίσταται ένα στερεό [[πέτρωμα]] όταν βρεθεί σε συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας διαφορετικές από εκείνες που επικρατούσαν [[κατά]] τον σχηματισμό του<br /><b>4.</b> <b>βιολ.</b> το [[σύνολο]] τών ριζικών μετασχηματισμών στη [[μορφολογία]] και στη [[δομή]] ενός ζώου [[κατά]] τη μετεμβρυϊκή του [[ανάπτυξη]], όπως λ.χ. της κάμπιας σε [[πεταλούδα]], του γυρίνου σε βάτραχο κ.ο.κ.<br /><b>5.</b> <b>βοτ.</b> η [[διαδικασία]] μορφολογικής απόκλισης ενός οργάνου από τη γνωστή τυπική του [[μορφή]], [[κατά]] την οποία το μεταμορφωμένο όργανο παίρνει [[συχνά]] τη [[μορφή]] άλλου θεμελιώδους οργάνου.
|mltxt=η (ΑM [[μεταμόρφωσις]]) [[μεταμορφώνω]]<br /><b>1.</b> [[μεταβολή]], [[αλλαγή]] της μορφής ή του σχήματος, [[μετασχηματισμός]] («οὐκ ἀγνοήσει τὰς μυθικὰς μεταμορφώσεις ἁπάσας», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ἡ [[μεταμόρφωσις]] τοῦ Σωτῆρος»<br /><b>εκκλ.</b> η εκούσια [[μεταλλαγή]] της φθαρτής φύσης του Ιησού Χριστού, [[καθώς]] και η [[εορτή]] που τελείται [[κατά]] την 6η Αυγούστου<br /><b>3.</b> (<b>στον πληθ. ως κύριο όν.</b>) <i>Μεταμορφώσεις</i><br />[[τίτλος]] έργου του Οβιδίου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[αλλαγή]] της φύσης, τών ιδιοτήτων ή του χαρακτήρα κάποιου<br /><b>2.</b> <b>(ηλεκτρολ.)</b> η [[μετατροπή]] του ηλεκτρικού ρεύματος [[κατά]] την [[τάση]], την [[ένταση]] ή τη [[μορφή]], αλλ. [[μετασχηματισμός]]<br /><b>3.</b> <b>(πετρογρ.)</b> το [[σύνολο]] τών ορυκτολογικών και ιστολογικών μεταβολών που υφίσταται ένα στερεό [[πέτρωμα]] όταν βρεθεί σε συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας διαφορετικές από εκείνες που επικρατούσαν [[κατά]] τον σχηματισμό του<br /><b>4.</b> <b>βιολ.</b> το [[σύνολο]] τών ριζικών μετασχηματισμών στη [[μορφολογία]] και στη [[δομή]] ενός ζώου [[κατά]] τη μετεμβρυϊκή του [[ανάπτυξη]], όπως λ.χ. της κάμπιας σε [[πεταλούδα]], του γυρίνου σε βάτραχο κ.ο.κ.<br /><b>5.</b> <b>βοτ.</b> η [[διαδικασία]] μορφολογικής απόκλισης ενός οργάνου από τη γνωστή τυπική του [[μορφή]], [[κατά]] την οποία το μεταμορφωμένο όργανο παίρνει [[συχνά]] τη [[μορφή]] άλλου θεμελιώδους οργάνου.
}}
}}