Anonymous

οἰκουμένη: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ"
(1ba)
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[οικουμένη]], Α ιων. τ. οἰκεομένη, αιολ. τ. [[οἰκημένα]])<br /><b>1.</b> όλες οι χώρες και όλοι οι λαοί της γης («ἐμὲ ἀνέδειξε [[βασιλέα]] τῆς οἰκουμένης ὁ [[κύριος]] τοῡ Ἰσραήλ», ΠΔ)<br /><b>2.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) όλη η [[έκταση]] της γης, η [[υφήλιος]], ο [[κόσμος]], το [[σύμπαν]] («όλην την οικουμένην σκεπάζουν [[σκοτεινά]]... τα μεγάλα πτερά της βαθειάς νύκτας», Κάλβ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[μέρος]] της γης που κατοικούσαν οι Έλληνες, ο [[ελληνικός]] [[κόσμος]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τις βαρβαρικές χώρες<br /><b>2.</b> (στους Ρωμαίους) όλος ο [[κόσμος]] που βρισκόταν [[κάτω]] από την [[εξουσία]] της Ρώμης, ο [[ρωμαϊκός]] [[κόσμος]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἡ [[οἰκουμένη]] ἡ μέλλουσα» — η επερχόμενη [[βασιλεία]] του Χριστού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <i>Οικουμένη</i> (ενν. <i>γη</i>). Ουσιαστικοποιημένος τ. του θηλ. της μτχ. <i>οἰκούμενος</i> του ρ. <i>οἰκοῡμαι</i>].
|mltxt=η (ΑΜ [[οικουμένη]], Α ιων. τ. οἰκεομένη, αιολ. τ. [[οἰκημένα]])<br /><b>1.</b> όλες οι χώρες και όλοι οι λαοί της γης («ἐμὲ ἀνέδειξε [[βασιλέα]] τῆς οἰκουμένης ὁ [[κύριος]] τοῦ Ἰσραήλ», ΠΔ)<br /><b>2.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) όλη η [[έκταση]] της γης, η [[υφήλιος]], ο [[κόσμος]], το [[σύμπαν]] («όλην την οικουμένην σκεπάζουν [[σκοτεινά]]... τα μεγάλα πτερά της βαθειάς νύκτας», Κάλβ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[μέρος]] της γης που κατοικούσαν οι Έλληνες, ο [[ελληνικός]] [[κόσμος]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τις βαρβαρικές χώρες<br /><b>2.</b> (στους Ρωμαίους) όλος ο [[κόσμος]] που βρισκόταν [[κάτω]] από την [[εξουσία]] της Ρώμης, ο [[ρωμαϊκός]] [[κόσμος]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἡ [[οἰκουμένη]] ἡ μέλλουσα» — η επερχόμενη [[βασιλεία]] του Χριστού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <i>Οικουμένη</i> (ενν. <i>γη</i>). Ουσιαστικοποιημένος τ. του θηλ. της μτχ. <i>οἰκούμενος</i> του ρ. <i>οἰκοῡμαι</i>].
}}
}}
{{lsm
{{lsm