3,277,301
edits
(20) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=klimaktirikos | |Transliteration C=klimaktirikos | ||
|Beta Code=klimakthriko/s | |Beta Code=klimakthriko/s | ||
|Definition=όν, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=όν, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[climacterical]], [<b class="b3">ἐνιαυτός</b>] Gell. 15.7.2, cf. Plin.<span class="title">Ep.</span>2.20.3; κ. λόγος <span class="bibl">Vett.Val.148.20</span>; κ. ὑπάντησις <span class="bibl">Ptol.<span class="title">Tetr.</span>140</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1453.png Seite 1453]] zur Stufe gehörig; κλιμακτηρικὸς [[ἐνιαυτός]], das | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1453.png Seite 1453]] zur Stufe gehörig; κλιμακτηρικὸς [[ἐνιαυτός]], das [[Stufenjahr]], so hieß bes. das 63ste Lebensjahr, als der gefährlichste Abschnitt im Leben des Menschen, Sp. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[κλιμακτηρικός]], -ή, -όν) [[κλιμακτήρ]])<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον κλιμακτήρα<br /><b>2.</b> αυτός που φέρνει στη ζωή [[αλλαγή]] φυσιολογικής κατάστασης, [[κρίσιμος]], [[επικίνδυνος]] («κλιμακτηρικὴ [[ὑπάντησις]]», Πτολ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «κλιμακτηρική [[περίοδος]]» — η [[κλιμακτήριος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «κλιμακτηρικὸς [[ἐνιαυτός]]» ή «κλιμακτηρικὸν [[ἔτος]]» — το [[έτος]] της ζωής του οποίου ο [[αριθμός]] [[είναι]] [[πολλαπλάσιο]] του 7 ή, σύμφωνα με άλλους, του 9, και [[κυρίως]] το 63ο [[έτος]], που ο [[αριθμός]] του [[είναι]] [[πολλαπλάσιο]] και του 7 και του 9, γι' αυτό και το θεωρούσαν ως το «μέγα» κλιμακτηρικό [[έτος]]. | |mltxt=-ή, -ό (Α [[κλιμακτηρικός]], -ή, -όν) [[κλιμακτήρ]])<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον κλιμακτήρα<br /><b>2.</b> αυτός που φέρνει στη ζωή [[αλλαγή]] φυσιολογικής κατάστασης, [[κρίσιμος]], [[επικίνδυνος]] («κλιμακτηρικὴ [[ὑπάντησις]]», Πτολ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «κλιμακτηρική [[περίοδος]]» — η [[κλιμακτήριος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «κλιμακτηρικὸς [[ἐνιαυτός]]» ή «κλιμακτηρικὸν [[ἔτος]]» — το [[έτος]] της ζωής του οποίου ο [[αριθμός]] [[είναι]] [[πολλαπλάσιο]] του 7 ή, σύμφωνα με άλλους, του 9, και [[κυρίως]] το 63ο [[έτος]], που ο [[αριθμός]] του [[είναι]] [[πολλαπλάσιο]] και του 7 και του 9, γι' αυτό και το θεωρούσαν ως το «μέγα» κλιμακτηρικό [[έτος]]. | ||
}} | }} |