Anonymous

τρίμετρος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Pl.''Lg.''" to "Pl.''Lg.''"
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Pl.''Lg.''" to "Pl.''Lg.''")
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=trimetros
|Transliteration C=trimetros
|Beta Code=tri/metros
|Beta Code=tri/metros
|Definition=[ῐ], ον, of verses, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">consisting of three</b> <b class="b3">μέτρα;</b> i. e. in iambics, trochaics, and anapaestics, of three <b class="b3">συζυγίαι</b> (of two feet each); but in dactylics, etc., of three single feet: hence the iambic verse of six feet is called by the Greeks <b class="b3">ἴαμβος τρίμετρος</b>, <span class="bibl">Hdt.1.12</span>; so <b class="b3">τόνος τ</b>. [[trimeter]] verse, ib.<span class="bibl">174</span>; ἔπη τ. <span class="bibl">Pl.<span class="title">Lg.</span>810e</span>; <b class="b3">τρίμετρον, τό,</b> <span class="bibl">Ar.<span class="title">Nu.</span>642</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Po.</span>1447b11</span> (pl.). </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b3">τρίμετρος, ὁ,</b> a measure of capacity for oil, <span class="title">IG</span>14.422 iii 44 (Tauromenium).</span>
|Definition=[ῐ], ον, of verses,<br><span class="bld">A</span> [[consisting of three]] <b class="b3">μέτρα</b>; i.e. in iambics, trochaics, and anapaestics, of three [[συζυγίαι]] (of two feet each); but in dactylics, etc., of three single feet: hence the iambic verse of six feet is called by the Greeks <b class="b3">ἴαμβος τρίμετρος</b>, [[Herodotus|Hdt.]]1.12; so <b class="b3">τόνος τ.</b> [[trimeter]] verse, ib.174; ἔπη τ. [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''810e; [[τρίμετρον]], τό, Ar.''Nu.''642, Arist.''Po.''1447b11 (pl.).<br><span class="bld">II</span> <b class="b3">τρίμετρος, ὁ,</b> a measure of capacity for oil, ''IG''14.422 iii 44 (Tauromenium).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1144.png Seite 1144]] dreimäßig, aus drei Maaßen bestehend; bes. in der Verskunst, drei μέτρα enthaltend, daraus bestehend, d. i. von jambischen, trochäischen u. anapästischen Versen = aus drei Doppelfüßen, Dipodien, von den übrigen Versarten = aus drei Füßen bestehend; dah. heißt der sechsfüßige jambische Vers bei den Griechen [[τρίμετρος]] [[ἰαμβικός]]; so [[τόνος]] [[τρίμετρος]], die trimetrische Versart, Her. 1, 174; τὸ τρίμετρον, Ar. Nub. 632; ποιηταὶ ἐπῶν ἑξαμέτρων καὶ τριμέτρων, Plat. Legg. VII, 810 e.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1144.png Seite 1144]] dreimäßig, aus drei Maaßen bestehend; bes. in der Verskunst, drei μέτρα enthaltend, daraus bestehend, d. i. von jambischen, trochäischen u. anapästischen Versen = aus drei Doppelfüßen, Dipodien, von den übrigen Versarten = aus drei Füßen bestehend; dah. heißt der sechsfüßige jambische Vers bei den Griechen [[τρίμετρος]] [[ἰαμβικός]]; so [[τόνος]] [[τρίμετρος]], die trimetrische Versart, Her. 1, 174; τὸ τρίμετρον, Ar. Nub. 632; ποιηταὶ ἐπῶν ἑξαμέτρων καὶ τριμέτρων, Plat. Legg. VII, 810 e.
}}
{{ls
|lstext='''τρίμετρος''': ον· - ἐπὶ στίχων, ὁ συγκείμενος ἐκ τριῶν μέτρων· δηλ. ἐν μὲν τοῖς ἰαμβικοῖς, τροχαϊκοῖς καὶ ἀναπαιστικοῖς στίχοις, ὁ συγκείμενος ἐκ τριῶν συζυγιῶν (διποδιῶν)· ἀλλ ἐν τοῖς δακτυλικοῖς, κτλ., ὁ συγκείμενος ἐκ τριῶν ἁπλῶν ποδῶν· [[ἐντεῦθεν]] ὁ ἰαμβικὸς [[στίχος]] ὁ ἔχων ἓξ πόδας (versus senarius) καλεῖται ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων [[τρίμετρος]] [[ἴαμβος]], Ἡρόδ. 1. 12 (πρβλ. τὸ τοῦ Ὁρατίου pede ter percusso), [[ἐπειδὴ]] ἑκάστη [[διποδία]] ἔχει μίαν μόνον ἄρσιν· - οὕτω [[τόνος]] [[τρίμετρος]], [[στίχος]] [[τρίμετρος]], Ἡρόδ. 1. 174· τρίμετρον, τό, Ἀριστοφ. Νεφ. 642, Ἀριστ. Ποιητ. 1, 8· ἔπη ἑξάμετρια καὶ τρίμ., δακτυλικὰ καὶ ἰαμβικά, Πλάτ. Νόμ. 810Ε, πρβλ. [[τετράμετρος]].
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />trimètre, de trois mesures, <i>càd</i> de six pieds dans les vers iambiques, trochaïques et anapestiques ; [[τόνος]] [[τρίμετρος]] HDT sorte de vers trimètre.<br />'''Étymologie:''' [[τρεῖς]], [[μέτρον]].
|btext=ος, ον :<br />trimètre, de trois mesures, <i>càd</i> de six pieds dans les vers iambiques, trochaïques et anapestiques ; [[τόνος]] [[τρίμετρος]] HDT sorte de vers trimètre.<br />'''Étymologie:''' [[τρεῖς]], [[μέτρον]].
}}
{{elnl
|elnltext=τρίμετρος -ον [τρι -, μέτρον] uit drie maten bestaand; subst. τὸ τρίμετρον trimeter.
}}
{{elru
|elrutext='''τρίμετρος:''' (ῐ) стих. триметрический, трехмерный ([[ἴαμβος]], [[τόνος]] Her.; [[ἔπος]] Plat.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο/[[τρίμετρος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για στίχους) αυτός που αποτελείται από [[τρία]] [[μέτρα]], [[δηλαδή]] στους ιαμβικούς, τροχαϊκούς και αναπαιστικούς στίχους, αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] διποδίες, ενώ στους δακτυλικούς αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] [[απλούς]] πόδες<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τρίμετρο</i>(<i>ν</i>)<br />[[στίχος]] που αποτελείται από [[τρεις]] μετρικούς πόδες ή από [[τρεις]] διποδίες<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> [[μέτρο]] χωρητικότητας του ελαίου<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[τρίμετρος]] [[ἴαμβος]]» — ο [[ιαμβικός]] [[στίχος]] που έχει έξι πόδες (<b>Ηρόδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μετρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]]), <b>πρβλ.</b> <i>πεντά</i>-<i>μετρος</i>].
|mltxt=-η, -ο/[[τρίμετρος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για στίχους) αυτός που αποτελείται από [[τρία]] [[μέτρα]], [[δηλαδή]] στους ιαμβικούς, τροχαϊκούς και αναπαιστικούς στίχους, αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] διποδίες, ενώ στους δακτυλικούς αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] [[απλούς]] πόδες<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τρίμετρο</i>(<i>ν</i>)<br />[[στίχος]] που αποτελείται από [[τρεις]] μετρικούς πόδες ή από [[τρεις]] διποδίες<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> [[μέτρο]] χωρητικότητας του ελαίου<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[τρίμετρος]] [[ἴαμβος]]» — ο [[ιαμβικός]] [[στίχος]] που έχει έξι πόδες (<b>Ηρόδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μετρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]]), [[πρβλ]]. [[πεντάμετρος]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρίμετρος:''' -ον ([[μέτρον]]), λέγεται για στίχους, αυτός που αποτελείται από [[τρία]] [[μέτρα]]· δηλ., στους ιαμβικούς, τροχαϊκούς και αναπαιστικούς στίχους, αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] συζυγίες (δίποδες)· [[αλλά]] στους δακτυλικούς, αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] απλούς πόδες· [[τρίμετρος]] [[ἴαμβος]], ο [[ιαμβικός]] [[στίχος]] που αποτελείται από [[τρία]] [[μέτρα]] ή έξι πόδια ([[versus]] [[senarius]]), σε Ηρόδ.· ομοίως, [[τόνος]] [[τρίμετρος]], [[στίχος]] [[τρίμετρος]], στον ίδ.· <i>τρίμετρον</i>, <i>τό</i>, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''τρίμετρος:''' -ον ([[μέτρον]]), λέγεται για στίχους, αυτός που αποτελείται από [[τρία]] [[μέτρα]]· δηλ., στους ιαμβικούς, τροχαϊκούς και αναπαιστικούς στίχους, αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] συζυγίες (δίποδες)· [[αλλά]] στους δακτυλικούς, αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] απλούς πόδες· [[τρίμετρος]] [[ἴαμβος]], ο [[ιαμβικός]] [[στίχος]] που αποτελείται από [[τρία]] [[μέτρα]] ή έξι πόδια ([[versus]] [[senarius]]), σε Ηρόδ.· ομοίως, [[τόνος]] [[τρίμετρος]], [[στίχος]] [[τρίμετρος]], στον ίδ.· <i>τρίμετρον</i>, <i>τό</i>, σε Αριστοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''τρίμετρος:''' () стих. триметрический, трехмерный ([[ἴαμβος]], [[τόνος]] Her.; [[ἔπος]] Plat.).
|lstext='''τρίμετρος''': ον· - ἐπὶ στίχων, ὁ συγκείμενος ἐκ τριῶν μέτρων· δηλ. ἐν μὲν τοῖς ἰαμβικοῖς, τροχαϊκοῖς καὶ ἀναπαιστικοῖς στίχοις, ὁ συγκείμενος ἐκ τριῶν συζυγιῶν (διποδιῶν)· ἀλλ ἐν τοῖς δακτυλικοῖς, κτλ., ὁ συγκείμενος ἐκ τριῶν ἁπλῶν ποδῶν· [[ἐντεῦθεν]] ὁ ἰαμβικὸς [[στίχος]] ὁ ἔχων ἓξ πόδας (versus senarius) καλεῖται ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων [[τρίμετρος]] [[ἴαμβος]], Ἡρόδ. 1. 12 (πρβλ. τὸ τοῦ Ὁρατίου pede ter percusso), [[ἐπειδὴ]] ἑκάστη [[διποδία]] ἔχει μίαν μόνον ἄρσιν· - οὕτω [[τόνος]] [[τρίμετρος]], [[στίχος]] [[τρίμετρος]], Ἡρόδ. 1. 174· τρίμετρον, τό, Ἀριστοφ. Νεφ. 642, Ἀριστ. Ποιητ. 1, 8· ἔπη ἑξάμετρια καὶ τρίμ., δακτυλικὰ καὶ ἰαμβικά, Πλάτ. Νόμ. 810Ε, πρβλ. [[τετράμετρος]].
}}
{{elnl
|elnltext=τρίμετρος -ον [τρι -, μέτρον] uit drie maten bestaand; subst. τὸ τρίμετρον trimeter.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=τρί-μετρος, ον, [[μέτρον]]<br />of verses, consisting of [[three]] metres; i. e. in iambics, trochaics, and anapaestics, of [[three]] syzygies (of two feet [[each]]); but in dactylics of [[three]] [[single]] feet: τρ. [[ἴαμβος]] an iambic [[verse]] of [[three]] metres or six feet, [[versus]] [[senarius]], Hdt.; so [[τόνος]] [[τρίμετρος]] [[trimeter]] [[verse]], Hdt.; τρίμετρον, ου, Ar.
|mdlsjtxt=τρί-μετρος, ον, [[μέτρον]]<br />of verses, consisting of [[three]] metres; i. e. in iambics, trochaics, and anapaestics, of [[three]] syzygies (of two feet [[each]]); but in dactylics of [[three]] [[single]] feet: τρ. [[ἴαμβος]] an iambic [[verse]] of [[three]] metres or six feet, [[versus]] [[senarius]], Hdt.; so [[τόνος]] [[τρίμετρος]] [[trimeter]] [[verse]], Hdt.; τρίμετρον, ου, Ar.
}}
}}