Anonymous

γίγγρας: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''γίγγρας''': -ου, ὁ, μικρὸς Φοινικικὸς αὐλὸς ὀξεῖαν ἔχων φωνὴν καὶ θρηνώδη, Ἄμφις Διθ. 1· [[ὡσαύτως]] γίγγρος αὐλὸς Ἀντιφ. Ἰατρ. 2, Μένανδ. Καρ. 1· πρβλ. Ἀθήν. 174 F. 2) ἡ [[μουσικὴ]] ἡ διὰ τοιοῦτον αὐλόν, ὁ αὐτ. 618C · χορὸς πρὸς τὸν ἦχον τοῦ αὐλοῦ τούτου, [[Πολυδ]]. Δ΄, 102. (Πρβλ. Λατ. gingrire, gingritus).
|lstext='''γίγγρας''': -ου, ὁ, μικρὸς Φοινικικὸς αὐλὸς ὀξεῖαν ἔχων φωνὴν καὶ θρηνώδη, Ἄμφις Διθ. 1· [[ὡσαύτως]] γίγγρος αὐλὸς Ἀντιφ. Ἰατρ. 2, Μένανδ. Καρ. 1· πρβλ. Ἀθήν. 174 F. 2) ἡ [[μουσικὴ]] ἡ διὰ τοιοῦτον αὐλόν, ὁ αὐτ. 618C · χορὸς πρὸς τὸν ἦχον τοῦ αὐλοῦ τούτου, Πολυδ. Δ΄, 102. (Πρβλ. Λατ. gingrire, gingritus).
}}
}}
{{DGE
{{DGE