Anonymous

κηρώνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "ροῡμαι" to "οῦμαι"
(20)
 
m (Text replacement - "ροῡμαι" to "οῦμαι")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[κερώνω]] (ΑΜ κηρῶ, -όω) [[κηρός]]<br />[[επικαλύπτω]], [[επιχρίω]] [[κάτι]] με [[κερί]] («κεκηρῶσθαι τὰ [[ἔσωθεν]] τῆς κλεψύδρας», Αιν.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μέσ.</b> <i>κηροῡμαι</i>, -<i>όομαι</i><br />(για μέλισσες) [[σχηματίζω]] [[κάτι]] για τον εαυτό μου με [[κερί]].
|mltxt=και [[κερώνω]] (ΑΜ κηρῶ, -όω) [[κηρός]]<br />[[επικαλύπτω]], [[επιχρίω]] [[κάτι]] με [[κερί]] («κεκηρῶσθαι τὰ [[ἔσωθεν]] τῆς κλεψύδρας», Αιν.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μέσ.</b> <i>κηοῦμαι</i>, -<i>όομαι</i><br />(για μέλισσες) [[σχηματίζω]] [[κάτι]] για τον εαυτό μου με [[κερί]].
}}
}}