Anonymous

Προμηθέας: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ"
(34)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[Προμηθεύς]], -έως, ΝΜΑ, και δωρ. τ. Προμαθεύς, και ιων. τ. γεν. -έος, Α·1. <b>μυθ.</b> [[ένας]] από τους Τιτάνες, ο [[οποίος]] [[κατά]] τον μύθο έκλεψε από τον Δία τη [[φωτιά]] για να τή χαρίσει στους ανθρώπους και γι' αυτό του το [[παράπτωμα]] ο [[Ζευς]] τον τιμώρησε δένοντάς τον στον Καύκασο και στέλνοντας έναν αετό για να του τρώει το [[συκώτι]], [[μαρτύριο]] από το οποίο τον απάλλαξε ο Ηρακλής<br /><b>2.</b> (<b>ως προσηγ. όν.</b>) <i>προμηθέας</i>, και [[προμηθεύς]]<br />αυτός που μπορεί να προβλέπει, να προνοεί<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[Προμηθεύς]] [[δεσμώτης]]» — [[τίτλος]] τραγωδίας του Αισχύλου που αποτελούσε [[μέλος]] τριλογίας, στην οποία ανήκουν [[επίσης]] οι [[Προμηθεύς]] λυόμενος</i> και [[Προμηθεύς]] [[πυρφόρος]], οι οποίες δεν έχουν διασωθεί<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[προσωνυμία]] του χθόνιου [[Διός]], [[δηλαδή]] του Άδη<br /><b>2.</b> (<b>ως προσηγ. όν.</b>) (<b>στον εν.</b>) α) (στη [[γλώσσα]] τών Πυθαγορείων) i) [[ονομασία]] της μονάδας<br />ii) [[ονομασία]] του αριθμού [[εννέα]]<br />β) <b>στον πληθ.</b> <i>oἱ προμηθεῑς</i><br />τεχνίτες που επεξεργάζονται τον πηλό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[προμηθής]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>εύς</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Επιμηθ</i>-<i>εύς</i>)].
|mltxt=ο / [[Προμηθεύς]], -έως, ΝΜΑ, και δωρ. τ. Προμαθεύς, και ιων. τ. γεν. -έος, Α·1. <b>μυθ.</b> [[ένας]] από τους Τιτάνες, ο [[οποίος]] [[κατά]] τον μύθο έκλεψε από τον Δία τη [[φωτιά]] για να τή χαρίσει στους ανθρώπους και γι' αυτό του το [[παράπτωμα]] ο [[Ζευς]] τον τιμώρησε δένοντάς τον στον Καύκασο και στέλνοντας έναν αετό για να του τρώει το [[συκώτι]], [[μαρτύριο]] από το οποίο τον απάλλαξε ο Ηρακλής<br /><b>2.</b> (<b>ως προσηγ. όν.</b>) <i>προμηθέας</i>, και [[προμηθεύς]]<br />αυτός που μπορεί να προβλέπει, να προνοεί<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[Προμηθεύς]] [[δεσμώτης]]» — [[τίτλος]] τραγωδίας του Αισχύλου που αποτελούσε [[μέλος]] τριλογίας, στην οποία ανήκουν [[επίσης]] οι [[Προμηθεύς]] λυόμενος</i> και [[Προμηθεύς]] [[πυρφόρος]], οι οποίες δεν έχουν διασωθεί<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[προσωνυμία]] του χθόνιου [[Διός]], [[δηλαδή]] του Άδη<br /><b>2.</b> (<b>ως προσηγ. όν.</b>) (<b>στον εν.</b>) α) (στη [[γλώσσα]] τών Πυθαγορείων) i) [[ονομασία]] της μονάδας<br />ii) [[ονομασία]] του αριθμού [[εννέα]]<br />β) <b>στον πληθ.</b> <i>oἱ προμηθεῑς</i><br />τεχνίτες που επεξεργάζονται τον πηλό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[προμηθής]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>εύς</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Επιμηθ</i>-<i>εύς</i>)].
}}
}}