Anonymous

οὐδέ: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  10 January 2021
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[\[(\w+)\]\]\]" to "($1)"
m (Text replacement - "<b class="b2"> ([\wÄäÖöÜüẞß]+)<\/b>" to " $1")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[\[(\w+)\]\]\]" to "($1)")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''οὐδέ''': (οὐ δὲ) ἀρνητικὸν [[μόριον]] ἔχον σχέσιν πρὸς τὸ [[μηδὲ]] οἵαν τὸ οὐ πρὸς τὸ μή, ἐν μέρει μὲν σύνδεσμ., ἐν μέρει δὲ ἐπίρρ. Α. ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀντιτίθεται πρὸς τὸ μέν, ὅτε ἐκδόται τινὲς γράφουσιν οὐ δέ…, Ἰλ. Ε. 138, Ω. 418· [[ἄνευ]] τοῦ μέν, Ε. 21, κτλ.· [[ἐνίοτε]] [[μετὰ]] τὸ πρῶτον [[οὐδέ]], ἀκολουθεῖ ἕτερον [[οὐδέ]], ἄλλοις μὲν πᾶσιν ἑήνδανεν, οὐδὲ ποθ’ Ἥρῃ, οὐδὲ Ποσειδάων’, οὐδὲ γλαυκώπιδι κούρῃ Ω. 25. ΙΙ. πολλῷ συχνότερον ὡς τὸ Λατ. neque, nec, συνδέει προτάσεις, ἐν ᾧ τὸ [[οὔτε]] χρησιμεύει εἰς σύνδεσμον μερῶν τῶν προτάσεων· [[προσέτι]] τὸ δὲ ἐν τῷ οὐδὲ δίδει εἰς αὐτὸ δύναμιν διασταλτικήν, ἐν ᾧ τὸ τε ἐν τῷ [[οὔτε]] δίδει εἰς αὐτὸ [[ἁπλῶς]] συμπλεκτικὴν ἢ συνδετικὴν δύναμιν, ἴδε Ἕρμανν. εἰς Elmsl. Εὐρ. Μήδ. 4. 2) [[ἐνίοτε]] χωρὶς νὰ προηγῆται ἀρνητικόν, Κίρκη δ’ ὡς ἐνόησεν ἔμ’ ἥμενον, οὐδ’ ἐπὶ σίτῳ χεῖρας ἰάλλοντα Ὀδ. Κ. 375· τραχὺς [[μόναρχος]] οὐδ’ [[ὑπεύθυνος]] Αἰσχύλ. Πρ. 324, πρβλ. 102. 257, κ. ἀλλ.· δεινὸν γάρ, οὐδὲ ῥητὸν Σοφ. Φ. 756, πρβλ. 996, Ο. Τ. 398, 868, Ἡρόδ. 1. 97, κτλ.· [[οὕτως]] ἡγουμένης συνθέτου λέξεως περιεχούσης ἄρνησιν, ὃν ἠτίμησ’ [[Ἀγαμέμνων]], οὐδ’ ἀπέλυσε θύγατρα Ἰλ. Α. 95· ἀνήμεροι γὰρ οὐδὲ πρόσπλατοι ξένοις Αἰσχύλ. Πρ. 716· ἄστειπτος οὐδ’ [[οἰκουμένη]] Σοφ. Φ. 2· [[ἄθικτος]] οὐδ’ οἰκητὸς Ο. Κ. 39. 3) ἡγουμένου ἁπλοῦ ἀρνητικοῦ, [[οὐδέ]], βρώμης δ’ οὐχ ἅπτεαι οὐδὲ ποτῆτος Ὀδ. Κ. 379· [[οὐκέτι]] σοὶ … [[μένος]] ἔμπεδον [[οὐδέ]] τις ἀλκὴ Χ. 226· οὐκ ἔχων βάσιν [[οὐδέ]] τιν’ ἐγχώρων Σοφ. Φ. 691, πρβλ. [[αὐτόθι]] 681, 905, 955. κτλ. Ἐνίοτε τίθεται μεταξὺ δύο λέξεων ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ [[οὔτε]], σιδήρῳ δὲ οὐδ’ ἀργύρῳ χρέονται οὐδέν, [[οὔτε]] [[σίδηρον]] μεταχειρίζονται [[οὔτε]] χρυσόν, Ἡρόδ. 1. 215· Θεσσαλοῦ μὲν οὐδ’ Ἱππάρχου οὐδεὶς [[παῖς]] Θουκ. 6. 55· ἁπλοῦν μὲν οὐδὲ δίκαιον οὐδὲν ἂν εἰπεῖν ἔχοι Δημ. 594. 12. ΙΙΙ. [[ὅταν]] τὸ οὐδὲ ἐπαναλαμβάνηται ἐν ἀρχῇ δύο κατὰ σειρὰν προτάσεων, τὸ πρῶτον οὐδὲ κεῖται [[πολλάκις]] ἐπιρρηματικῶς (κατωτ. Β), ἐκφέρον [[οὕτως]] ἰσχυροτέραν ἀντίθεσιν ἢ τὸ [[οὔτε]]..., [[οὔτε]]· - ἡ δευτέρα ἄρνησις [[εἶναι]] συνήθως ἡ ἰσχυροτέρα, καὶ μὴν οὐδ’ ἡ [[ἐπιτείχισις]] οὐδὲ τὸ ναυτικὸν ἄξιον φοβηθῆναι Θουκ. 1. 142· [[οὕτως]] ἔχομεν τὸ οὐδὲ τρὶς ἐπαναλαμβανόμενον, Ὀδ. Χ. 221, Σοφ. Ο. Τ. 1378. ΙV. τὸ οὐδὲ δύναται [[ὡσαύτως]] νὰ τεθῇ [[μετὰ]] τὸ [[οὔτε]], κατὰ [[σχῆμα]] ἀνακόλουθον ὡς συμβαίνει ἐν τῷ τε..., δέ..., (ἴδε ἐν λ. [[οὔτε]] ΙΙ. 3)· ἀλλὰ παρ’ Ἀττ. δὲν δύναται τὸ [[οὔτε]] νὰ τεθῇ [[μετὰ]] τὸ οὐδὲ (ὡς ἐν Ἰλ. Α. 115, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Δήμ. 22)· - πρβλ. [[μηδὲ]] Α. 2. Β. ΕΠΙΡΡΗΜΑ, Λατ. ne. quidem, παρ’ Ὁμ. τὸ πλεῖστον μετ’ ἐπιρρήμ., οὐδ’ ἠβαιόν, οὐδὲ ὀλίγον, Ἰλ. Β. 386· οὐδὲ τυτθὸν Α. 354· οὐδὲ [[μίνυνθα]] Υ. 27· οὕτω καί, [[ἐπεὶ]] οὔ οἱ ἕνι φρένες οὐδ’ ἠβαιαί, [[διότι]] δὲν ἔχει φρένας οὐδὲ κἄν ὀλίγας, Ξ. 141, πρβλ. Ὀδ. Φ. 288· - παρ’ Ἀττ. [[συχνάκις]] [[μετὰ]] τοῦ εἷς ([[ὁπόθεν]] [[οὐδείς]]), οὐδ’ ἂν εἷς δύσειεν Ἀριστοφ. Πλ. 137· καὶ δὲν πάσχει ἔκθλιψιν πρὸ τοῦ ἕν, οὐκ ἄλλ’ οὐδὲ ἓν [[αὐτόθι]] 138, πρβλ. Βατρ. 927· [[ὡσαύτως]], οὐδὲ καθ’ ἓν Θουκ. 2. 87· οὐδὲ παρ’ ἑνὸς Ξεν. Κύρ. 2.3, 10, κτλ. - Τὸ οὐδὲ τοῦτο [[συχνάκις]] ἕπεται [[μετὰ]] τὸ καί· καὶ οὐδὲ αὐτοὶ μόνον, ἀλλὰ καί..., Θουκ. 7. 56, πρβλ. Ξεν. Ἀν. 3. 2, 4, κτλ.· - [[ὡσαύτως]], ἀλλ’ [[οὐδέ]], κοινότατα ἐν τῇ φράσει ἀλλ’ οὐδ’ ὥς…, Ἰλ. Η. 263, Ι. 351, κτλ.· ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἐννοίας, οὐδὲ γ’ Πλάτ. Φαίδων 97Α, Β, 106Β· οὐδὲ γ’ αὖ ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 499Α οὐδὲ μὴν Ξεν. Ἀν. 3. 3, 50, κτλ.· Ἐπίρρ. οὐδὲ μέν, Ἰλ. Ι., κτλ.: - [[ὡσαύτως]], οὐδὲ μὲν οὐδὲ Β. 703, κτλ.· οὐδὲ γὰρ [[οὐδέ]] τις [[ἄλλος]] Ὀδ. Θ. 32, κτλ., [[ὅπου]] τὸ πρῶτον οὐδὲ [[εἶναι]] συνδετικόν, τὸ δὲ δεύτερον ἐπιρρηματικόν (ne quidem) ἴδε ἀνωτ. Α. ΙΙ, 2· - [[συχν]]. παρ’ Ἀττικ., τούτῳ μὲν οὐδὲ διελέγετο Λυσ. 99. 11, πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 425· οὐδ’, εἰ γέγονεν, [[οἶδα]] Δημ. 248. 6, κτλ. Γ. ΕΠΑΝΑΛΗΨΙΣ τοῦ οὐδὲ καθ’ ἑαυτὸ ἢ μετ’ ἄλλων ἀρνητικῶν. Ι. ἔν τε τῇ ἀναφορικῇ καὶ τῇ προσδιοριζομένῃ δεικτικῇ προτάσει, [[ὥσπερ]] οὐδ’ ηὔχετο, [[[οὕτως]]] οὐδ’ ᾤετο Πλάτ. Ἀλκ. 2. 141Α, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 1. 6, 18. ΙΙ. οὐ γὰρ [[οὐδέ]], [[οἷον]]: ἀλλ’ οὐ γὰρ οὐδὲ νουθετεῖν ἔξεστί σε Σοφ. Ἠλ. 595, πρβλ. Αἴ. 1242, Ο. Τ. 287, κτλ.· οὐδὲ γὰρ οὐδὲ Ἰλ. Ε. 22, Ζ, 130, κτλ.· οὐδὲ μὲν οὐδὲ Β. 703, κτλ.· οὐ μὰν οὐδὲ Ψ. 441, κτλ.· πρβλ. οὐ Γ.
|lstext='''οὐδέ''': (οὐ δὲ) ἀρνητικὸν [[μόριον]] ἔχον σχέσιν πρὸς τὸ [[μηδὲ]] οἵαν τὸ οὐ πρὸς τὸ μή, ἐν μέρει μὲν σύνδεσμ., ἐν μέρει δὲ ἐπίρρ. Α. ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀντιτίθεται πρὸς τὸ μέν, ὅτε ἐκδόται τινὲς γράφουσιν οὐ δέ…, Ἰλ. Ε. 138, Ω. 418· [[ἄνευ]] τοῦ μέν, Ε. 21, κτλ.· [[ἐνίοτε]] [[μετὰ]] τὸ πρῶτον [[οὐδέ]], ἀκολουθεῖ ἕτερον [[οὐδέ]], ἄλλοις μὲν πᾶσιν ἑήνδανεν, οὐδὲ ποθ’ Ἥρῃ, οὐδὲ Ποσειδάων’, οὐδὲ γλαυκώπιδι κούρῃ Ω. 25. ΙΙ. πολλῷ συχνότερον ὡς τὸ Λατ. neque, nec, συνδέει προτάσεις, ἐν ᾧ τὸ [[οὔτε]] χρησιμεύει εἰς σύνδεσμον μερῶν τῶν προτάσεων· [[προσέτι]] τὸ δὲ ἐν τῷ οὐδὲ δίδει εἰς αὐτὸ δύναμιν διασταλτικήν, ἐν ᾧ τὸ τε ἐν τῷ [[οὔτε]] δίδει εἰς αὐτὸ [[ἁπλῶς]] συμπλεκτικὴν ἢ συνδετικὴν δύναμιν, ἴδε Ἕρμανν. εἰς Elmsl. Εὐρ. Μήδ. 4. 2) [[ἐνίοτε]] χωρὶς νὰ προηγῆται ἀρνητικόν, Κίρκη δ’ ὡς ἐνόησεν ἔμ’ ἥμενον, οὐδ’ ἐπὶ σίτῳ χεῖρας ἰάλλοντα Ὀδ. Κ. 375· τραχὺς [[μόναρχος]] οὐδ’ [[ὑπεύθυνος]] Αἰσχύλ. Πρ. 324, πρβλ. 102. 257, κ. ἀλλ.· δεινὸν γάρ, οὐδὲ ῥητὸν Σοφ. Φ. 756, πρβλ. 996, Ο. Τ. 398, 868, Ἡρόδ. 1. 97, κτλ.· [[οὕτως]] ἡγουμένης συνθέτου λέξεως περιεχούσης ἄρνησιν, ὃν ἠτίμησ’ [[Ἀγαμέμνων]], οὐδ’ ἀπέλυσε θύγατρα Ἰλ. Α. 95· ἀνήμεροι γὰρ οὐδὲ πρόσπλατοι ξένοις Αἰσχύλ. Πρ. 716· ἄστειπτος οὐδ’ [[οἰκουμένη]] Σοφ. Φ. 2· [[ἄθικτος]] οὐδ’ οἰκητὸς Ο. Κ. 39. 3) ἡγουμένου ἁπλοῦ ἀρνητικοῦ, [[οὐδέ]], βρώμης δ’ οὐχ ἅπτεαι οὐδὲ ποτῆτος Ὀδ. Κ. 379· [[οὐκέτι]] σοὶ … [[μένος]] ἔμπεδον [[οὐδέ]] τις ἀλκὴ Χ. 226· οὐκ ἔχων βάσιν [[οὐδέ]] τιν’ ἐγχώρων Σοφ. Φ. 691, πρβλ. [[αὐτόθι]] 681, 905, 955. κτλ. Ἐνίοτε τίθεται μεταξὺ δύο λέξεων ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ [[οὔτε]], σιδήρῳ δὲ οὐδ’ ἀργύρῳ χρέονται οὐδέν, [[οὔτε]] [[σίδηρον]] μεταχειρίζονται [[οὔτε]] χρυσόν, Ἡρόδ. 1. 215· Θεσσαλοῦ μὲν οὐδ’ Ἱππάρχου οὐδεὶς [[παῖς]] Θουκ. 6. 55· ἁπλοῦν μὲν οὐδὲ δίκαιον οὐδὲν ἂν εἰπεῖν ἔχοι Δημ. 594. 12. ΙΙΙ. [[ὅταν]] τὸ οὐδὲ ἐπαναλαμβάνηται ἐν ἀρχῇ δύο κατὰ σειρὰν προτάσεων, τὸ πρῶτον οὐδὲ κεῖται [[πολλάκις]] ἐπιρρηματικῶς (κατωτ. Β), ἐκφέρον [[οὕτως]] ἰσχυροτέραν ἀντίθεσιν ἢ τὸ [[οὔτε]]..., [[οὔτε]]· - ἡ δευτέρα ἄρνησις [[εἶναι]] συνήθως ἡ ἰσχυροτέρα, καὶ μὴν οὐδ’ ἡ [[ἐπιτείχισις]] οὐδὲ τὸ ναυτικὸν ἄξιον φοβηθῆναι Θουκ. 1. 142· [[οὕτως]] ἔχομεν τὸ οὐδὲ τρὶς ἐπαναλαμβανόμενον, Ὀδ. Χ. 221, Σοφ. Ο. Τ. 1378. ΙV. τὸ οὐδὲ δύναται [[ὡσαύτως]] νὰ τεθῇ [[μετὰ]] τὸ [[οὔτε]], κατὰ [[σχῆμα]] ἀνακόλουθον ὡς συμβαίνει ἐν τῷ τε..., δέ..., (ἴδε ἐν λ. [[οὔτε]] ΙΙ. 3)· ἀλλὰ παρ’ Ἀττ. δὲν δύναται τὸ [[οὔτε]] νὰ τεθῇ [[μετὰ]] τὸ οὐδὲ (ὡς ἐν Ἰλ. Α. 115, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Δήμ. 22)· - πρβλ. [[μηδὲ]] Α. 2. Β. ΕΠΙΡΡΗΜΑ, Λατ. ne. quidem, παρ’ Ὁμ. τὸ πλεῖστον μετ’ ἐπιρρήμ., οὐδ’ ἠβαιόν, οὐδὲ ὀλίγον, Ἰλ. Β. 386· οὐδὲ τυτθὸν Α. 354· οὐδὲ [[μίνυνθα]] Υ. 27· οὕτω καί, [[ἐπεὶ]] οὔ οἱ ἕνι φρένες οὐδ’ ἠβαιαί, [[διότι]] δὲν ἔχει φρένας οὐδὲ κἄν ὀλίγας, Ξ. 141, πρβλ. Ὀδ. Φ. 288· - παρ’ Ἀττ. [[συχνάκις]] [[μετὰ]] τοῦ εἷς ([[ὁπόθεν]] [[οὐδείς]]), οὐδ’ ἂν εἷς δύσειεν Ἀριστοφ. Πλ. 137· καὶ δὲν πάσχει ἔκθλιψιν πρὸ τοῦ ἕν, οὐκ ἄλλ’ οὐδὲ ἓν [[αὐτόθι]] 138, πρβλ. Βατρ. 927· [[ὡσαύτως]], οὐδὲ καθ’ ἓν Θουκ. 2. 87· οὐδὲ παρ’ ἑνὸς Ξεν. Κύρ. 2.3, 10, κτλ. - Τὸ οὐδὲ τοῦτο [[συχνάκις]] ἕπεται [[μετὰ]] τὸ καί· καὶ οὐδὲ αὐτοὶ μόνον, ἀλλὰ καί..., Θουκ. 7. 56, πρβλ. Ξεν. Ἀν. 3. 2, 4, κτλ.· - [[ὡσαύτως]], ἀλλ’ [[οὐδέ]], κοινότατα ἐν τῇ φράσει ἀλλ’ οὐδ’ ὥς…, Ἰλ. Η. 263, Ι. 351, κτλ.· ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἐννοίας, οὐδὲ γ’ Πλάτ. Φαίδων 97Α, Β, 106Β· οὐδὲ γ’ αὖ ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 499Α οὐδὲ μὴν Ξεν. Ἀν. 3. 3, 50, κτλ.· Ἐπίρρ. οὐδὲ μέν, Ἰλ. Ι., κτλ.: - [[ὡσαύτως]], οὐδὲ μὲν οὐδὲ Β. 703, κτλ.· οὐδὲ γὰρ [[οὐδέ]] τις [[ἄλλος]] Ὀδ. Θ. 32, κτλ., [[ὅπου]] τὸ πρῶτον οὐδὲ [[εἶναι]] συνδετικόν, τὸ δὲ δεύτερον ἐπιρρηματικόν (ne quidem) ἴδε ἀνωτ. Α. ΙΙ, 2· - [[συχν]]. παρ’ Ἀττικ., τούτῳ μὲν οὐδὲ διελέγετο Λυσ. 99. 11, πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 425· οὐδ’, εἰ γέγονεν, [[οἶδα]] Δημ. 248. 6, κτλ. Γ. ΕΠΑΝΑΛΗΨΙΣ τοῦ οὐδὲ καθ’ ἑαυτὸ ἢ μετ’ ἄλλων ἀρνητικῶν. Ι. ἔν τε τῇ ἀναφορικῇ καὶ τῇ προσδιοριζομένῃ δεικτικῇ προτάσει, [[ὥσπερ]] οὐδ’ ηὔχετο, ([[οὕτως]]) οὐδ’ ᾤετο Πλάτ. Ἀλκ. 2. 141Α, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 1. 6, 18. ΙΙ. οὐ γὰρ [[οὐδέ]], [[οἷον]]: ἀλλ’ οὐ γὰρ οὐδὲ νουθετεῖν ἔξεστί σε Σοφ. Ἠλ. 595, πρβλ. Αἴ. 1242, Ο. Τ. 287, κτλ.· οὐδὲ γὰρ οὐδὲ Ἰλ. Ε. 22, Ζ, 130, κτλ.· οὐδὲ μὲν οὐδὲ Β. 703, κτλ.· οὐ μὰν οὐδὲ Ψ. 441, κτλ.· πρβλ. οὐ Γ.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α [[οὐδέ]])<br />(αρν. [[μόριο]] που χρησιμοποιείται ως [[συμπλεκτικός]] σύνδ.) [[ούτε]], και όχι<br /><b>αρχ.</b><br />Ι. (ΩΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ) ΧΡΗΣΗ-ΘΕΣΗ: 1. ως επί το πλείστον αντιτίθεται με το <i>μὲν</i> («ἄλλοις μὲν πᾱσιν ἑήνδανεν, [[οὐδέ]] ποθ' Ἥρη, οὐδὲ Ποσειδάων', οὐδὲ γλαυκώπιδι κούρῃ», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> συνδέει προτάσεις, ενώ το [[οὔτε]] συνδέει μέρη προτάσεων<br /><b>3.</b> πολλές φορές χρησιμοποιείται [[χωρίς]] να προηγείται αρνητικό («τραχὺς [[μόναρχος]] οὐδ' [[ὑπεύθυνος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> όταν επαναλαμβάνεται στην [[αρχή]] δύο διαδοχικών προτάσεων, το πρώτο [[οὐδέ]] έχει επιρρηματική [[θέση]] και [[έτσι]] εκφέρει ισχυρότερη [[αντίθεση]] («καὶ μὴν οὐδ' ἡ [[ἐπιτείχισις]] οὐδὲ τὸ ναυτικὸν ἄξιον φοβηθῆναι», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>5.</b> μπορεί να τεθεί [[μετά]] το [[οὔτε]] [[κατά]] ανακόλουθο [[σχήμα]]<br /><b>6.</b> επαναλαμβάνεται στην αναφορική και στην αντίστοιχη δεικτική [[πρόταση]] που προσδιορίζεται («[[ὥσπερ]] οὐδ' ηὔχετο, [[[οὕτως]]] οὐδ' ᾤετο», <b>Πλάτ.</b>)<br />II. (ΩΣ ΕΠΙΡΡ.)<br /><b>1.</b> [[ούτε]] και («[[ἐπεὶ]] οὔ οἱ ἔνι [[φρένες]] οὐδ' ἠβαιαί», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> (με το <i>καί</i>, προκειμένου να δοθεί κάποια [[έμφαση]]) και όχι («καὶ οὐδ' αὐτοὶ αὖ μόνον, ἀλλὰ καί», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἀλλ' οὐδ' ὧς» — μα [[ούτε]] κι [[έτσι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>οὖ</i> (Ι) <span style="color: red;">+</span> <i>δέ</i> (<b>πρβλ.</b> [[μηδέ]])].
|mltxt=(Α [[οὐδέ]])<br />(αρν. [[μόριο]] που χρησιμοποιείται ως [[συμπλεκτικός]] σύνδ.) [[ούτε]], και όχι<br /><b>αρχ.</b><br />Ι. (ΩΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ) ΧΡΗΣΗ-ΘΕΣΗ: 1. ως επί το πλείστον αντιτίθεται με το <i>μὲν</i> («ἄλλοις μὲν πᾱσιν ἑήνδανεν, [[οὐδέ]] ποθ' Ἥρη, οὐδὲ Ποσειδάων', οὐδὲ γλαυκώπιδι κούρῃ», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> συνδέει προτάσεις, ενώ το [[οὔτε]] συνδέει μέρη προτάσεων<br /><b>3.</b> πολλές φορές χρησιμοποιείται [[χωρίς]] να προηγείται αρνητικό («τραχὺς [[μόναρχος]] οὐδ' [[ὑπεύθυνος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> όταν επαναλαμβάνεται στην [[αρχή]] δύο διαδοχικών προτάσεων, το πρώτο [[οὐδέ]] έχει επιρρηματική [[θέση]] και [[έτσι]] εκφέρει ισχυρότερη [[αντίθεση]] («καὶ μὴν οὐδ' ἡ [[ἐπιτείχισις]] οὐδὲ τὸ ναυτικὸν ἄξιον φοβηθῆναι», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>5.</b> μπορεί να τεθεί [[μετά]] το [[οὔτε]] [[κατά]] ανακόλουθο [[σχήμα]]<br /><b>6.</b> επαναλαμβάνεται στην αναφορική και στην αντίστοιχη δεικτική [[πρόταση]] που προσδιορίζεται («[[ὥσπερ]] οὐδ' ηὔχετο, ([[οὕτως]]) οὐδ' ᾤετο», <b>Πλάτ.</b>)<br />II. (ΩΣ ΕΠΙΡΡ.)<br /><b>1.</b> [[ούτε]] και («[[ἐπεὶ]] οὔ οἱ ἔνι [[φρένες]] οὐδ' ἠβαιαί», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> (με το <i>καί</i>, προκειμένου να δοθεί κάποια [[έμφαση]]) και όχι («καὶ οὐδ' αὐτοὶ αὖ μόνον, ἀλλὰ καί», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἀλλ' οὐδ' ὧς» — μα [[ούτε]] κι [[έτσι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>οὖ</i> (Ι) <span style="color: red;">+</span> <i>δέ</i> (<b>πρβλ.</b> [[μηδέ]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm