Anonymous

φυλή: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  25 March 2021
m
Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ "
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> [[σύνολο]] ανθρώπων που συνδέονται [[μεταξύ]] τους με [[κοινή]] [[καταγωγή]] (α. «κρίνοντες τὰς [[δώδεκα]] φυλὰς τοῡ Ἰσραήλ», ΚΔ<br />β. «φυλὰς δὲ τῶν Δωριέων... μετέβαλε εἰς ἄλλα ὀνόματα», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>αρχαιολ.</b> [[υποδιαίρεση]] του λαού, μόνιμη ή περιστασιακή, στις πρώιμες κοινωνίες, [[καθώς]] και [[τμήμα]] της πολιτικής οργάνωσης [[κάθε]] πολιτείας στον αρχαίο ελληνικό κόσμο<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) α) γλωσσική [[ομάδα]] («[[άρια]] [[φυλή]]»)<br />β) εθνική [[ομάδα]], [[εθνότητα]] («σκωτική [[φυλή]]»)<br />γ) θρησκευτική [[ομάδα]] («εβραϊκή [[φυλή]]»)<br />δ) το ανθρώπινο [[γένος]] στο σύνολό του («η ανθρώπινη [[φυλή]]»)<br /><b>2.</b> <b>φυσ. ανθρωπολ.</b> βιολογική [[ομαδοποίηση]] στα πλαίσια του ανθρώπινου είδους, η οποία διακρίνεται ή ταξινομείται σύμφωνα με γενετικά μεταβιβαζόμενες διαφορές<br /><b>3.</b> (κοινων.-ανθρωπολ.) [[θεωρητικός]] [[τύπος]] της ανθρώπινης κοινωνικής οργάνωσης που βασίζεται σε μικρές ομάδες, οι οποίες ορίζονται από παραδόσεις κοινής καταγωγής και έχουν πρόσκαιρη ή μόνιμη [[πολιτική]] [[ενοποίηση]], ανώτερη του επιπέδου της οικογένειας, [[κοινή]] [[γλώσσα]], κοινό πολιτισμό και [[κοινή]] [[ιδεολογία]], [[καθώς]] και ενιαία [[ονομασία]] και συνεχόμενη εδαφική [[περιοχή]], όρος που τείνει να αντικατασταθεί από τον όρο εθνική [[ομάδα]]<br /><b>4.</b> <b>(ανθρωποβιολ.)</b> καθεμία από τις [[τρεις]] κύριες ομάδες στις οποίες διακρίνεται το ανθρώπινο [[γένος]] με [[βάση]] ορισμένα εξωτερικά γνωρίσματα (α. «λευκή [ή λευκόδερμη ή καυκασοειδής] [[φυλή]]» β. «μαύρη [ή μελανόδερμη ή [[νεγροειδής]]] [[φυλή]]» γ. «κίτρινη [ή ξανθόδερμη ή [[μογγολοειδής]]] [[φυλή]]»)<br /><b>5.</b> <b>ζωοτ.</b> καθεμία από τις τεχνητά καθιερωμένες ομάδες οι οποίες διατηρούνται με εντατική [[επιλογή]] ή με επιλεγμένο υβριδισμό, [[ράτσα]] («[[φυλή]] σκύλων»)<br /><b>6.</b> <b>βοτ.</b> [[κατηγορία]] κατώτερη του είδους, [[συχνά]] [[μεταξύ]] υποείδους και [[ποικιλίας]]<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «γεωγραφική [[φυλή]]»<br /><b>φυσ. ανθρωπολ.</b> καθεμία από τις έξι έως [[δέκα]] μεγάλες ομαδοποιήσεις στις οποίες μπορεί να διακριθεί το [[σύνολο]] [[σχεδόν]] του ανθρώπινου πληθυσμού της Γης (α. «αφρικανική γεωγραφική [[φυλή]]» β. «ευρωπαϊκή γεωγραφική [[φυλή]]» γ. «ασιατική γεωγραφική [[φυλή]] δ. «αμερικανική ινδιάνικη γεωγραφική [[φυλή]]» ε. «ινδική γεωγραφική [[φυλή]]» στ. «αυστραλιανή γεωγραφική [[φυλή]]» ζ. «πολυνησιακή γεωγραφική [[φυλή]]» η. «μικρονησιακή γεωγραφική [[φυλή]]» θ. «μελανησιακή γεωγραφική [[φυλή]]» ι. «αυστραλοειδής γεωγραφική [[φυλή]]»)<br />β) «τοπική [[φυλή]]»<br /><b>φυσ.-ανθρωπολ.</b> καθεμία από τις μικρότερες ομάδες που υπάρχουν [[μέσα]] στις περισσότερες γεωγραφικές περιοχές<br />γ) «φυσιολογική [[φυλή]]»<br /><b>βοτ.</b> [[φυτικός]] [[πληθυσμός]] που διαφέρει από φυσιολογική, όχι όμως και από μορφολογική, [[άποψη]] από τα άλλα [[μέλη]] του είδους<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (στην Αθήνα) στρατιωτικό [[σώμα]] που προερχόταν από [[κάθε]] διοικητική-οργανωτική [[υποδιαίρεση]]<br /><b>2.</b> [[υποδιαίρεση]], [[ομάδα]] ιερέων σε [[κάθε]] ναό της Αιγύπτου<br /><b>3.</b> (<b>για πράγμ.</b>) [[γένος]] («κατὰ φυλὰς διεκρίνομεν τὰ [[ἔπιπλα]]», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[φύλο]]].
|mltxt=η, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> [[σύνολο]] ανθρώπων που συνδέονται [[μεταξύ]] τους με [[κοινή]] [[καταγωγή]] (α. «κρίνοντες τὰς [[δώδεκα]] φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ», ΚΔ<br />β. «φυλὰς δὲ τῶν Δωριέων... μετέβαλε εἰς ἄλλα ὀνόματα», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>αρχαιολ.</b> [[υποδιαίρεση]] του λαού, μόνιμη ή περιστασιακή, στις πρώιμες κοινωνίες, [[καθώς]] και [[τμήμα]] της πολιτικής οργάνωσης [[κάθε]] πολιτείας στον αρχαίο ελληνικό κόσμο<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) α) γλωσσική [[ομάδα]] («[[άρια]] [[φυλή]]»)<br />β) εθνική [[ομάδα]], [[εθνότητα]] («σκωτική [[φυλή]]»)<br />γ) θρησκευτική [[ομάδα]] («εβραϊκή [[φυλή]]»)<br />δ) το ανθρώπινο [[γένος]] στο σύνολό του («η ανθρώπινη [[φυλή]]»)<br /><b>2.</b> <b>φυσ. ανθρωπολ.</b> βιολογική [[ομαδοποίηση]] στα πλαίσια του ανθρώπινου είδους, η οποία διακρίνεται ή ταξινομείται σύμφωνα με γενετικά μεταβιβαζόμενες διαφορές<br /><b>3.</b> (κοινων.-ανθρωπολ.) [[θεωρητικός]] [[τύπος]] της ανθρώπινης κοινωνικής οργάνωσης που βασίζεται σε μικρές ομάδες, οι οποίες ορίζονται από παραδόσεις κοινής καταγωγής και έχουν πρόσκαιρη ή μόνιμη [[πολιτική]] [[ενοποίηση]], ανώτερη του επιπέδου της οικογένειας, [[κοινή]] [[γλώσσα]], κοινό πολιτισμό και [[κοινή]] [[ιδεολογία]], [[καθώς]] και ενιαία [[ονομασία]] και συνεχόμενη εδαφική [[περιοχή]], όρος που τείνει να αντικατασταθεί από τον όρο εθνική [[ομάδα]]<br /><b>4.</b> <b>(ανθρωποβιολ.)</b> καθεμία από τις [[τρεις]] κύριες ομάδες στις οποίες διακρίνεται το ανθρώπινο [[γένος]] με [[βάση]] ορισμένα εξωτερικά γνωρίσματα (α. «λευκή [ή λευκόδερμη ή καυκασοειδής] [[φυλή]]» β. «μαύρη [ή μελανόδερμη ή [[νεγροειδής]]] [[φυλή]]» γ. «κίτρινη [ή ξανθόδερμη ή [[μογγολοειδής]]] [[φυλή]]»)<br /><b>5.</b> <b>ζωοτ.</b> καθεμία από τις τεχνητά καθιερωμένες ομάδες οι οποίες διατηρούνται με εντατική [[επιλογή]] ή με επιλεγμένο υβριδισμό, [[ράτσα]] («[[φυλή]] σκύλων»)<br /><b>6.</b> <b>βοτ.</b> [[κατηγορία]] κατώτερη του είδους, [[συχνά]] [[μεταξύ]] υποείδους και [[ποικιλίας]]<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «γεωγραφική [[φυλή]]»<br /><b>φυσ. ανθρωπολ.</b> καθεμία από τις έξι έως [[δέκα]] μεγάλες ομαδοποιήσεις στις οποίες μπορεί να διακριθεί το [[σύνολο]] [[σχεδόν]] του ανθρώπινου πληθυσμού της Γης (α. «αφρικανική γεωγραφική [[φυλή]]» β. «ευρωπαϊκή γεωγραφική [[φυλή]]» γ. «ασιατική γεωγραφική [[φυλή]] δ. «αμερικανική ινδιάνικη γεωγραφική [[φυλή]]» ε. «ινδική γεωγραφική [[φυλή]]» στ. «αυστραλιανή γεωγραφική [[φυλή]]» ζ. «πολυνησιακή γεωγραφική [[φυλή]]» η. «μικρονησιακή γεωγραφική [[φυλή]]» θ. «μελανησιακή γεωγραφική [[φυλή]]» ι. «αυστραλοειδής γεωγραφική [[φυλή]]»)<br />β) «τοπική [[φυλή]]»<br /><b>φυσ.-ανθρωπολ.</b> καθεμία από τις μικρότερες ομάδες που υπάρχουν [[μέσα]] στις περισσότερες γεωγραφικές περιοχές<br />γ) «φυσιολογική [[φυλή]]»<br /><b>βοτ.</b> [[φυτικός]] [[πληθυσμός]] που διαφέρει από φυσιολογική, όχι όμως και από μορφολογική, [[άποψη]] από τα άλλα [[μέλη]] του είδους<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (στην Αθήνα) στρατιωτικό [[σώμα]] που προερχόταν από [[κάθε]] διοικητική-οργανωτική [[υποδιαίρεση]]<br /><b>2.</b> [[υποδιαίρεση]], [[ομάδα]] ιερέων σε [[κάθε]] ναό της Αιγύπτου<br /><b>3.</b> (<b>για πράγμ.</b>) [[γένος]] («κατὰ φυλὰς διεκρίνομεν τὰ [[ἔπιπλα]]», <b>Ξεν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[φύλο]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm