3,277,121
edits
(29) |
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (Α [[οὐλαμός]] και ὀλαμός)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> μικρό [[τμήμα]] στρατού, οργανικό ή μή<br /><b>2.</b> [[τμήμα]] ίλης ιππικού από δύο ομάδες μάχης ή [[τμήμα]] πυροβολαρχίας ή πολυβολαρχίας το οποίο αποτελείται από δύο στοιχεία και διοικείται από κατώτερο αξιωματικό, υπολοχαγό ή ανθυπολοχαγό<br /><b>3.</b> <b>ναυτ.</b> [[τακτικός]] [[σχηματισμός]] από [[τρία]] πλοία που σχηματίζουν [[τρίγωνο]] του οποίου την [[κορυφή]] κατέχει το ουλαμηγό [[πλοίο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> πυκνό [[πλήθος]], [[στίφος]] πολεμιστών, [[ιδίως]] μαχόμενων<br /><b>2.</b> (ως [[τεχνικός]] όρος) ίλη ιππικού που αποτελούνταν από ορισμένο αριθμό ιππέων<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> (για μέλισσες) [[σμήνος]] («[[οὐλαμός]] | |mltxt=ο (Α [[οὐλαμός]] και ὀλαμός)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> μικρό [[τμήμα]] στρατού, οργανικό ή μή<br /><b>2.</b> [[τμήμα]] ίλης ιππικού από δύο ομάδες μάχης ή [[τμήμα]] πυροβολαρχίας ή πολυβολαρχίας το οποίο αποτελείται από δύο στοιχεία και διοικείται από κατώτερο αξιωματικό, υπολοχαγό ή ανθυπολοχαγό<br /><b>3.</b> <b>ναυτ.</b> [[τακτικός]] [[σχηματισμός]] από [[τρία]] πλοία που σχηματίζουν [[τρίγωνο]] του οποίου την [[κορυφή]] κατέχει το ουλαμηγό [[πλοίο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> πυκνό [[πλήθος]], [[στίφος]] πολεμιστών, [[ιδίως]] μαχόμενων<br /><b>2.</b> (ως [[τεχνικός]] όρος) ίλη ιππικού που αποτελούνταν από ορισμένο αριθμό ιππέων<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> (για μέλισσες) [[σμήνος]] («[[οὐλαμός]] μελισσαῖος», <b>Νίκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. ανάγεται στην ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] του ρ. <i>εἰλῶ</i> «[[πιέζω]], [[σφίγγω]]» <span style="color: red;"><</span> <i>wel</i>- «[[πιέζω]], ωθώ, [[εγκλείω]]» (<b>βλ. λ.</b> [[είλω]]) με κατάλ. -<i>αμος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>πλόκ</i>-<i>αμος</i>, <i>ποτ</i>-[[αμός]]). Η ύπαρξη αρκτικού <i>F</i>- στη λ. [[οὐλαμός]] (<span style="color: red;"><</span> <i>Fολαμος</i>) επιβεβαιώνεται αφ' ενός από το αρκτικό <i>γ</i>- του τ. που παραδίδει ο <b>Ησύχ.</b> <i>γόλαμος</i><br />[[διωγμός]] (η προπαροξυτονία του τ. <i>γόλαμος</i> [[είναι]] λεσβιακής προέλευσης) και αφ' ετέρου από τη [[μετρική]] του ομηρ. κειμένου. Η [[δίφθογγος]] <i>ου</i>- οφείλεται σε [[μετρική]] [[έκταση]], η οποία διατηρήθηκε και γενικεύθηκε στη μτγν. Ελληνική]. | ||
}} | }} |