Anonymous

δελεάζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δελεάζω''': μέλλ. –άσω, ([[δέλεαρ]]) ἐξαπατῶ ἢ [[συλλαμβάνω]] διὰ δολώματος, Ἰσοκρ. 166Α· τὴν γραῦν δ. λεπάστῃ Ἀντιφ. Ἀσκλ. 1.– Παθ., γαστρὶ δελεάζεσθαι Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 4· [[ῥᾳστώνῃ]] καὶ σχολῇ Δημ. 241. 2. ΙΙ. [[μετὰ]] συστοίχ. αἰτ., [[νῶτον]] ὑὸς περὶ [[ἄγκιστρον]], δ., θέτω πλάτην χοίρου εἰς τὸ [[ἄγκιστρον]] ὡς [[δόλωμα]], Ἡρόδ. 2. 70· [[ἀλλά]], δ. [[ἄγκιστρον]] ἰσχάδι, τὸ δολώνω διὰ σύκου, Λουκ. Ἁλ. 47· δ. [[ἄγκιστρον]] ἐπ’ ἄλλους, προσπαθῶ νὰ συλλάβω ἄλλους, [[αὐτόθι]] 48.
|lstext='''δελεάζω''': μέλλ. –άσω, ([[δέλεαρ]]) ἐξαπατῶ ἢ [[συλλαμβάνω]] διὰ δολώματος, Ἰσοκρ. 166Α· τὴν γραῦν δ. λεπάστῃ Ἀντιφ. Ἀσκλ. 1.– Παθ., γαστρὶ δελεάζεσθαι Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 4· [[ῥᾳστώνῃ]] καὶ σχολῇ Δημ. 241. 2. ΙΙ. μετὰ συστοίχ. αἰτ., [[νῶτον]] ὑὸς περὶ [[ἄγκιστρον]], δ., θέτω πλάτην χοίρου εἰς τὸ [[ἄγκιστρον]] ὡς [[δόλωμα]], Ἡρόδ. 2. 70· [[ἀλλά]], δ. [[ἄγκιστρον]] ἰσχάδι, τὸ δολώνω διὰ σύκου, Λουκ. Ἁλ. 47· δ. [[ἄγκιστρον]] ἐπ’ ἄλλους, προσπαθῶ νὰ συλλάβω ἄλλους, [[αὐτόθι]] 48.
}}
}}
{{bailly
{{bailly