3,277,719
edits
m (Text replacement - "οῡτο" to "οῦτο") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἅπαξ''': ἐπίρρ. (ἀντὶ ἁπάκις, ὡς τὸ [[πολλάκις]] καὶ [[ἑξάκις]], κτλ.): - μίαν φοράν, μόνον μίαν φοράν, [[ἅπαξ]] διὰ παντός, ὡς τὸ Λατ. semel (Βεντλ. Ὁρατ. Σάτ. 2. 8, 24), κατὰ πρῶτον ἐν Ὀδ., ὅτε τ’ ἄλλοι [[ἅπαξ]] θνήσκουσ’ Μ. 22· [[ἅπαξ]]... ἀπὸ θυμὸν [[ὀλέσσαι]] [[αὐτόθι]] 350· πρβλ. Εὐρ. Κύκλ. 600: οὐχ [[ἅπαξ]] μόνον, πλέον ἢ [[ἅπαξ]], Αἰσχύλ. Πρ. 209· [[ἅπαξ]].., κοὐχὶ δὶς Σοφ. Ο. Κ. 1208· [[πολλάκις]] καὶ οὐχὶ [[ἅπαξ]] Ἡρόδ. 7. 46· [[πολλάκις]] τε κοὐχ [[ἅπαξ]] Σοφ. Ο. Τ. 1275· οὐχ [[ἅπαξ]] ἀλλὰ [[πολλάκις]] Ἀντιφῶν 111. 45, Πλάτ. Νόμ. 711Α· οὐ δὶς ἀλλ’ [[ἅπαξ]] μόνον Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 15, 1. [[ἅπαξ]] ἔτι, ἀκόμη μίαν φοράν, ἀκόμη ταύτην τὴν φοράν, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1322· ἅπ. δυοῖν ποδοῖν, δύο τετραγωνικοὺς πόδας (1x2), κατ’ ἀντίθ. πρὸς τὸ δυοῖν δὶς (2×2) = [[τέσσαρες]], Πλάτ. Μένων 82C. 2) | |lstext='''ἅπαξ''': ἐπίρρ. (ἀντὶ ἁπάκις, ὡς τὸ [[πολλάκις]] καὶ [[ἑξάκις]], κτλ.): - μίαν φοράν, μόνον μίαν φοράν, [[ἅπαξ]] διὰ παντός, ὡς τὸ Λατ. semel (Βεντλ. Ὁρατ. Σάτ. 2. 8, 24), κατὰ πρῶτον ἐν Ὀδ., ὅτε τ’ ἄλλοι [[ἅπαξ]] θνήσκουσ’ Μ. 22· [[ἅπαξ]]... ἀπὸ θυμὸν [[ὀλέσσαι]] [[αὐτόθι]] 350· πρβλ. Εὐρ. Κύκλ. 600: οὐχ [[ἅπαξ]] μόνον, πλέον ἢ [[ἅπαξ]], Αἰσχύλ. Πρ. 209· [[ἅπαξ]].., κοὐχὶ δὶς Σοφ. Ο. Κ. 1208· [[πολλάκις]] καὶ οὐχὶ [[ἅπαξ]] Ἡρόδ. 7. 46· [[πολλάκις]] τε κοὐχ [[ἅπαξ]] Σοφ. Ο. Τ. 1275· οὐχ [[ἅπαξ]] ἀλλὰ [[πολλάκις]] Ἀντιφῶν 111. 45, Πλάτ. Νόμ. 711Α· οὐ δὶς ἀλλ’ [[ἅπαξ]] μόνον Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 15, 1. [[ἅπαξ]] ἔτι, ἀκόμη μίαν φοράν, ἀκόμη ταύτην τὴν φοράν, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1322· ἅπ. δυοῖν ποδοῖν, δύο τετραγωνικοὺς πόδας (1x2), κατ’ ἀντίθ. πρὸς τὸ δυοῖν δὶς (2×2) = [[τέσσαρες]], Πλάτ. Μένων 82C. 2) μετὰ γεν., [[ἅπαξ]] τοῦ ἐνιαυτοῦ, [[ἅπαξ]] ἔτεος ἑκάστου Ἡρόδ. 2. 59., 4. 105· [[ὡσαύτως]], [[ἅπαξ]] ἐν τῷ ἐνιαυτῷ ὁ αὐτ. 2. 132. ΙΙ. [[ἄνευ]] ἐννοίας τινὸς ἀριθμητικῆς κατόπιν τῶν μορίων [[εἴπερ]], ἤν, ἐπεί, ὡς, [[ὅταν]], ὡς τὸ Λατ. ut semel, ἐὰν [[ἅπαξ]], ἀφοῦ [[ἅπαξ]], [[εἴπερ]] ἐσπείσω γ’ [[ἅπαξ]], ἂν [[ἅπαξ]] ἔκαμες σπονδάς, εἰρήνην, Ἀριστοφ. Ἀχ. 307· πρβλ. 923· ἢν [[ἅπαξ]] ἁλῷ ὁ αὐτ. Σφ. 898, πρβλ. Ὄρν. 342· ἂν [[ἅπαξ]] τις ἀποθάνῃ Ἄμφις ἐν «Γυναικοκρατίᾳ» 1· ἐπειδήπερ γ’ [[ἅπαξ]] ἐμοὶ σεαυτὸν παραδέδωκας Ἀριστοφ. Σφ. 1129· [[ἐπεὶ]] [[ἅπαξ]] ἐταράχθησαν Θουκ. 7. 44· ὡς [[ἅπαξ]] ἤρξατο Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 58· [[ἐπεὶ]] [[ἅπαξ]] αὐτοῖς φίλος ἐγένετο ὁ αὐτ. Ἀν. 1. 9, 10, πρβλ. 3. 2, 25, Ἰσοκρ. 283D· ὡς [[ἅπαξ]]... ἐγκλήματα... ἐταράχθη Δημ. 277. 23· οὕτω μετὰ μετοχ., ἐπὶ γᾶν [[ἅπαξ]] πεσόν... [[αἷμα]] Αἰσχύλ. Ἀγ. 1019· [[ἅπαξ]] θανόντος [[οὔτις]] ἔστ’ [[ἀνάστασις]] ὁ αὐτ. Εὐμ. 648· [[ἅπαξ]] ἐλθόντες Πλάτ. Παρμ. 165Ε. - Πρβλ. [[εἰσάπαξ]]. (Περὶ τῆς ῥίζης ἐν α ἀθροιστικῷ καὶ ἐν τῇ λέξ. ἅμα· [[ἐντεῦθεν]] τὰ ἅπαξ, ἅπας, ἁ-[[πλόος]], πρβλ. Σανσκρ. sakrt ([[ἅπαξ]])· Λατ. semel, simplex, singuli). | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |