Anonymous

ἐμφράσσω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμφράσσω''': Ἀττ. -ττω: μέλλ. -ξω, θέτω φραγμόν, [[κλείω]] διὰ φραγμοῦ, «[[φράζω]]», τὸ μεταξὺ Θουκ. 7. 34· τοὺς ἔσπλους ὁ αὐτ. 4. 8· ἐμφρ. καὶ συγκλείειν Πλάτ. Τίμ. 71C· ἐμφρ. τὸ [[στόμα]] Δημ. 406. 5· μεταφ., ἐμφρ. τὰς ὁδοὺς τῶν ἀδικημάτων Λυκοῦργ. 165. 24. 2) σταματῶ, [[ἐμποδίζω]], τὰς κατὰ σοῦ τιμωρίας Αἰσχίν. 85. 32· τὰς βοηθείας Διόδ. 14. 56· τὴν φωνὴν Πλούτ. 2. 88C. 3) τὸ μέσ. [[μετὰ]] ἐνεργ. σημασ., Νικ. Θηρ. 79, Ἀλεξιφ. 191. ΙΙ. [[ἐμβάλλω]], χώννω, ῥοδοδάφνης φύλλα εἰς τὰς ὀπὰς ἐμφράττουσιν Γεωπ. 13. 5, 3· τινί τι Νικ. Θηρ. 79.
|lstext='''ἐμφράσσω''': Ἀττ. -ττω: μέλλ. -ξω, θέτω φραγμόν, [[κλείω]] διὰ φραγμοῦ, «[[φράζω]]», τὸ μεταξὺ Θουκ. 7. 34· τοὺς ἔσπλους ὁ αὐτ. 4. 8· ἐμφρ. καὶ συγκλείειν Πλάτ. Τίμ. 71C· ἐμφρ. τὸ [[στόμα]] Δημ. 406. 5· μεταφ., ἐμφρ. τὰς ὁδοὺς τῶν ἀδικημάτων Λυκοῦργ. 165. 24. 2) σταματῶ, [[ἐμποδίζω]], τὰς κατὰ σοῦ τιμωρίας Αἰσχίν. 85. 32· τὰς βοηθείας Διόδ. 14. 56· τὴν φωνὴν Πλούτ. 2. 88C. 3) τὸ μέσ. μετὰ ἐνεργ. σημασ., Νικ. Θηρ. 79, Ἀλεξιφ. 191. ΙΙ. [[ἐμβάλλω]], χώννω, ῥοδοδάφνης φύλλα εἰς τὰς ὀπὰς ἐμφράττουσιν Γεωπ. 13. 5, 3· τινί τι Νικ. Θηρ. 79.
}}
}}
{{bailly
{{bailly