Anonymous

ἐπόμνυμι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπόμνυμι''': καὶ -ύω: μέλλ. ἐπομοῦμαι: ἀόρ. ἐπώμοσα. Ὀμνύω [[μετὰ]] [[ταῦτα]], ὀμνύω [[συμφώνως]] πρὸς δοθεῖσαν παραγγελίαν ἢ διαταγήν, οἱ δ’ ἄρα πάντες ἐπώμνυον (δι. γραφ. ἀπ-), Ὀδ. Ο. 437 πρβλ. Θουκ. 2. 5 (ἐν Ἰλ. Α. 233, Ὀδ. Υ. 229, κτλ. καὶ ἐπὶ μέγαν ὅρκον [[ὀμοῦμαι]], κτλ., ἡ ἐπὶ κεῖται ἐπιρρηματικῶς, [[προσέτι]]). 2) [[μετὰ]] συστοίχ. αἰτιατ., ἐπίορκον ἐπώμοσεν (ἴδε ἐν λ. [[ἐπίορκος]]), Ἰλ. Κ. 332 ὅς κεν τὴν ἐπίορκον… ἐπομόσσῃ, ὁστισδήποτε ὀμόσῃ ψευδῆ ὅρκον ἐν ὀνόματι αὐτῆς τῆς Στυγός, Ἡσ. Θ. 793. 3) μετ’ αἰτ. προσ. ἐπ. τὸν ἥλιον ὁρκίζεσθαι εἰς τὸν..., Ἡρόδ. 1. 212· ἐπ. τινὰ θεῶν, Λατ. deos jurare, Εὐρ. Ι. Τ. 747, κτλ.· ἐπ. θεοὺς ὡς..., ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 433· [[οὕτως]], ἐπομνύω σοι τὴν ἐμὴν καὶ σὴν φιλίαν Ξεν. Κύρ. 6. 4, 6· [[μετὰ]] διπλῆς αἰτιατ., μή τι θεοὺς ἐπίορκον ἐπόμνυθι Θέογν. 1195. - Μέσ., ἐπόμνυσθαι τοὺς θεοὺς παρὰ Δημ. 747. 12· [[ὡσαύτως]], οἱ δὲ κατὰ κυνῶν καὶ χηρῶν καὶ πλατάνων ἐπώμνυντο Λουκ. Ἰκαρομέν. 9· ἐπομοσάμενος κατὰ πάντων θεῶν ὁ αὐτ. π. Διαβολ. 18. 4) μετ’ αἰτιατ. πράγμ. [[ὡσαύτως]], ὁρκίζομαι εἴς τι [[πρᾶγμα]], Ἀριστοφ. Λυσ. 211, Ξεν. Κύρ. 4. 1, 23. 5) μετ’ ἀπαρ., ὁρκίζομαι ὅτι, Ἡρόδ. 5. 106, Εὐρ. Ι. Τ. 794, Πλάτ. Κριτίας 120Α· [[οὕτως]] ἐν τῷ Μέσῳ τύπῳ ἐπωμόσατο… εἰδέναι Αἰσχίνην Δημ. 273. 7· [[ὡσαύτως]], ἐπομνύειν ἦ μὴν μετ’ ἀπαρ., Ξεν. Συμπ. 9, 6, Πλουτ. Ἀλέξ. 47· Ἐπικ. ἐπ. ἦ μέν… Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 715, κτλ.· ἐπ. ὅτι… Πλουτ. Περικλ. 30. 6) ἀπολ. κατὰ μετοχ. ἀορ. μετ’ ἄλλου ῥήματος, ἐπομόσας εἶπε, εἶπε μεθ’ ὅρκου, ἐνόρκως, Ἡρόδ. 8. 5, Ξεν. Ἀν. 7. 8, 2. ΙΙ. ἐν τῷ Μέσ. = ὑπόμνυσθαι (ἂν μὴ [[ἀναγνωστέον]] αὐτὸ τοῦτο), Ἀριστοφ. Πλ. 725.
|lstext='''ἐπόμνυμι''': καὶ -ύω: μέλλ. ἐπομοῦμαι: ἀόρ. ἐπώμοσα. Ὀμνύω μετὰ [[ταῦτα]], ὀμνύω [[συμφώνως]] πρὸς δοθεῖσαν παραγγελίαν ἢ διαταγήν, οἱ δ’ ἄρα πάντες ἐπώμνυον (δι. γραφ. ἀπ-), Ὀδ. Ο. 437 πρβλ. Θουκ. 2. 5 (ἐν Ἰλ. Α. 233, Ὀδ. Υ. 229, κτλ. καὶ ἐπὶ μέγαν ὅρκον [[ὀμοῦμαι]], κτλ., ἡ ἐπὶ κεῖται ἐπιρρηματικῶς, [[προσέτι]]). 2) μετὰ συστοίχ. αἰτιατ., ἐπίορκον ἐπώμοσεν (ἴδε ἐν λ. [[ἐπίορκος]]), Ἰλ. Κ. 332 ὅς κεν τὴν ἐπίορκον… ἐπομόσσῃ, ὁστισδήποτε ὀμόσῃ ψευδῆ ὅρκον ἐν ὀνόματι αὐτῆς τῆς Στυγός, Ἡσ. Θ. 793. 3) μετ’ αἰτ. προσ. ἐπ. τὸν ἥλιον ὁρκίζεσθαι εἰς τὸν..., Ἡρόδ. 1. 212· ἐπ. τινὰ θεῶν, Λατ. deos jurare, Εὐρ. Ι. Τ. 747, κτλ.· ἐπ. θεοὺς ὡς..., ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 433· [[οὕτως]], ἐπομνύω σοι τὴν ἐμὴν καὶ σὴν φιλίαν Ξεν. Κύρ. 6. 4, 6· μετὰ διπλῆς αἰτιατ., μή τι θεοὺς ἐπίορκον ἐπόμνυθι Θέογν. 1195. - Μέσ., ἐπόμνυσθαι τοὺς θεοὺς παρὰ Δημ. 747. 12· [[ὡσαύτως]], οἱ δὲ κατὰ κυνῶν καὶ χηρῶν καὶ πλατάνων ἐπώμνυντο Λουκ. Ἰκαρομέν. 9· ἐπομοσάμενος κατὰ πάντων θεῶν ὁ αὐτ. π. Διαβολ. 18. 4) μετ’ αἰτιατ. πράγμ. [[ὡσαύτως]], ὁρκίζομαι εἴς τι [[πρᾶγμα]], Ἀριστοφ. Λυσ. 211, Ξεν. Κύρ. 4. 1, 23. 5) μετ’ ἀπαρ., ὁρκίζομαι ὅτι, Ἡρόδ. 5. 106, Εὐρ. Ι. Τ. 794, Πλάτ. Κριτίας 120Α· [[οὕτως]] ἐν τῷ Μέσῳ τύπῳ ἐπωμόσατο… εἰδέναι Αἰσχίνην Δημ. 273. 7· [[ὡσαύτως]], ἐπομνύειν ἦ μὴν μετ’ ἀπαρ., Ξεν. Συμπ. 9, 6, Πλουτ. Ἀλέξ. 47· Ἐπικ. ἐπ. ἦ μέν… Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 715, κτλ.· ἐπ. ὅτι… Πλουτ. Περικλ. 30. 6) ἀπολ. κατὰ μετοχ. ἀορ. μετ’ ἄλλου ῥήματος, ἐπομόσας εἶπε, εἶπε μεθ’ ὅρκου, ἐνόρκως, Ἡρόδ. 8. 5, Ξεν. Ἀν. 7. 8, 2. ΙΙ. ἐν τῷ Μέσ. = ὑπόμνυσθαι (ἂν μὴ [[ἀναγνωστέον]] αὐτὸ τοῦτο), Ἀριστοφ. Πλ. 725.
}}
}}
{{bailly
{{bailly