Anonymous

βαλιός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βαλιός]], -ά, -όν (Α)<br /><b>1.</b> [[παρδαλός]], με στίγματα, βούλες διαφορετικού χρώματος<br /><b>2.</b> γρήγορος<br /><b>3.</b> (το αρσ. παροξύτονο, ως κύρ. όν.) <i>Βαλίος</i>, ο<br />το ένα από τα άλογα του Αχιλλέα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Πιθ. δάνεια λ. από [[γλώσσα]] όπου το αρχικό <i>bh</i> αντιπροσωπεύεται με -<i>b</i>-, [[φθόγγος]] πολύ [[σπάνιος]] στην Ινδοευρωπαϊκή. Η κατάλ. -<i>i</i>(<i>F</i>)<i>os</i> του τ. [[συνήθης]] στα επίθετα που δηλώνουν χρώματα (<b>[[πρβλ]].</b> [[πολιός]], [[φαλιός]] <b>κ.ά.</b>)].
|mltxt=[[βαλιός]], -ά, -όν (Α)<br /><b>1.</b> [[παρδαλός]], με στίγματα, βούλες διαφορετικού χρώματος<br /><b>2.</b> γρήγορος<br /><b>3.</b> (το αρσ. παροξύτονο, ως κύρ. όν.) <i>Βαλίος</i>, ο<br />το ένα από τα άλογα του Αχιλλέα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Πιθ. δάνεια λ. από [[γλώσσα]] όπου το αρχικό <i>bh</i> αντιπροσωπεύεται με -<i>b</i>-, [[φθόγγος]] πολύ [[σπάνιος]] στην Ινδοευρωπαϊκή. Η κατάλ. -<i>i</i>(<i>F</i>)<i>os</i> του τ. [[συνήθης]] στα επίθετα που δηλώνουν χρώματα ([[πρβλ]]. [[πολιός]], [[φαλιός]] <b>κ.ά.</b>)].
}}
}}
{{lsm
{{lsm