Anonymous

βαλβίδα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
(7)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[βαλβίς]], -ῑδος)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ανατομικός]] [[σχηματισμός]], [[κυρίως]] της καρδιάς, των φλεβών και των λεμφαγγείων, που λειτουργεί κλείνοντας πρόσκαιρα μία δίοδο ή ένα [[στόμιο]] και κατευθύνοντας τα υγρά που κυκλοφορούν [[μέσα]] τους [[προς]] μία μόνο [[διεύθυνση]]<br /><b>2.</b> [[μηχανική]] [[διάταξη]] που χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της ροής ρευστών σε σωληνώσεις, αγωγούς και δίκτυα<br /><b>3.</b> <b>(αθλ.)</b> το [[σημείο]] που πατάει ο [[αθλητής]] για να πηδήσει [[μήκος]] ή τριπλούν, να ρίξει [[σφαίρα]], [[σφύρα]], [[ακόντιο]], δίσκο ή να πηδήσει [[άλμα]] επί κοντώ<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[βαλβίδα]] ηλιακή» — [[συσκευή]] που ενεργοποιείται από τη [[θερμότητα]] και το φως του ήλιου, διακόπτοντας τη [[λειτουργία]] φάρων ή άλλων συσκευών [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας<br />β) «[[βαλβίδα]] καθόδου» — υπερυψωμένο ξύλινο ή μεταλλικό [[πλαίσιο]] [[γύρω]] από ένα [[στόμιο]] κύτους, φωταγωγό ή [[άλλο]] [[άνοιγμα]] στο [[κατάστρωμα]] πλοίου, ώστε να εμποδίζεται το [[νερό]] να εισέλθει στα κατώτερο μέρη του πλοίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το τεντωμένο [[σχοινί]] [[κατά]] τον αγώνα δρόμου στο [[σημείο]] της αφετηρίας και του τέρματος<br />2) στύλοι από τους οποίους ήταν δεμένο το τεντωμένο [[σχοινί]]<br /><b>3.</b> [[κάθε]] [[σημείο]] αναχωρήσεως<br /><b>4.</b> η [[αρχή]], η [[αφετηρία]] ή το [[τέλος]], ο [[τερματισμός]] ενός αγωνίσματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τεχνικός όρος σε -<i>ίς</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[κρηπίς]], [[κνημίς]], <b>κ.ά.</b>) άγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνεια [[λέξη]]].
|mltxt=η (Α [[βαλβίς]], -ῑδος)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ανατομικός]] [[σχηματισμός]], [[κυρίως]] της καρδιάς, των φλεβών και των λεμφαγγείων, που λειτουργεί κλείνοντας πρόσκαιρα μία δίοδο ή ένα [[στόμιο]] και κατευθύνοντας τα υγρά που κυκλοφορούν [[μέσα]] τους [[προς]] μία μόνο [[διεύθυνση]]<br /><b>2.</b> [[μηχανική]] [[διάταξη]] που χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της ροής ρευστών σε σωληνώσεις, αγωγούς και δίκτυα<br /><b>3.</b> <b>(αθλ.)</b> το [[σημείο]] που πατάει ο [[αθλητής]] για να πηδήσει [[μήκος]] ή τριπλούν, να ρίξει [[σφαίρα]], [[σφύρα]], [[ακόντιο]], δίσκο ή να πηδήσει [[άλμα]] επί κοντώ<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[βαλβίδα]] ηλιακή» — [[συσκευή]] που ενεργοποιείται από τη [[θερμότητα]] και το φως του ήλιου, διακόπτοντας τη [[λειτουργία]] φάρων ή άλλων συσκευών [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας<br />β) «[[βαλβίδα]] καθόδου» — υπερυψωμένο ξύλινο ή μεταλλικό [[πλαίσιο]] [[γύρω]] από ένα [[στόμιο]] κύτους, φωταγωγό ή [[άλλο]] [[άνοιγμα]] στο [[κατάστρωμα]] πλοίου, ώστε να εμποδίζεται το [[νερό]] να εισέλθει στα κατώτερο μέρη του πλοίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το τεντωμένο [[σχοινί]] [[κατά]] τον αγώνα δρόμου στο [[σημείο]] της αφετηρίας και του τέρματος<br />2) στύλοι από τους οποίους ήταν δεμένο το τεντωμένο [[σχοινί]]<br /><b>3.</b> [[κάθε]] [[σημείο]] αναχωρήσεως<br /><b>4.</b> η [[αρχή]], η [[αφετηρία]] ή το [[τέλος]], ο [[τερματισμός]] ενός αγωνίσματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τεχνικός όρος σε -<i>ίς</i> ([[πρβλ]]. [[κρηπίς]], [[κνημίς]], <b>κ.ά.</b>) άγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνεια [[λέξη]]].
}}
}}