Anonymous

εὐμεταχείριστος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
mNo edit summary
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[εὐμεταχείριστος]], -ον)<br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός τον οποίο μεταχειρίζεται [[κάποιος]] εύκολα, ο ευκολομεταχείριστος, αυτός που κυβερνιέται εύκολα, ο [[βολικός]] («οἱ δἐ ἄδικοι ἐπεβούλευον ὡς εὐμεταχειρίστῳ ὄντι», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> (για πράγματα) αυτός τον οποίο μεταχειρίζεται [[κάποιος]] εύκολα, ο [[εύχρηστος]] («[[λόγος]] εὐμεταχειριστότερος», Ισοκρ.)<br /><b>3.</b> αυτός τον οποίο αντιμετωπίζει [[κάποιος]] εύκολα. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>εὐμεταχειρίστως</i> (Α)<br />με τρόπο ευκολομεταχείριστο, βολικά, με [[επιδεξιότητα]] («εὐμεταχειρίστως τῇ ἀσπίδι χρῆσθαι», Φιλόστρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>μετα</i>-[[χειρίζομαι]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>α</i>-<i>μετα</i>-[[χείριστος]], <i>δυσ</i>-<i>μετα</i>-[[χείριστος]])].
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[εὐμεταχείριστος]], -ον)<br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός τον οποίο μεταχειρίζεται [[κάποιος]] εύκολα, ο ευκολομεταχείριστος, αυτός που κυβερνιέται εύκολα, ο [[βολικός]] («οἱ δἐ ἄδικοι ἐπεβούλευον ὡς εὐμεταχειρίστῳ ὄντι», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> (για πράγματα) αυτός τον οποίο μεταχειρίζεται [[κάποιος]] εύκολα, ο [[εύχρηστος]] («[[λόγος]] εὐμεταχειριστότερος», Ισοκρ.)<br /><b>3.</b> αυτός τον οποίο αντιμετωπίζει [[κάποιος]] εύκολα. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>εὐμεταχειρίστως</i> (Α)<br />με τρόπο ευκολομεταχείριστο, βολικά, με [[επιδεξιότητα]] («εὐμεταχειρίστως τῇ ἀσπίδι χρῆσθαι», Φιλόστρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>μετα</i>-[[χειρίζομαι]] ([[πρβλ]]. <i>α</i>-<i>μετα</i>-[[χείριστος]], <i>δυσ</i>-<i>μετα</i>-[[χείριστος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm