Anonymous

θυηφάγος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
m (Text replacement - "ά˘" to "ᾰ́")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θυηφάγος]], -ον (Α)<br />(ως επίθ. της φωτιάς τών βωμών) αυτός που κατατρώει, αυτός που καταβροχθίζει τις προσφορές («[[θυηφάγος]] [[φλόξ]]», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>θυη</i>-, [[μορφή]] με την οποία απαντά η λ. [[θύος]] ως α' συνθετικό (<b>[[πρβλ]].</b> <i>θυη</i>-<i>δόχος</i>, <i>θυη</i>-[[πόλος]]) <span style="color: red;">+</span> -[[φάγος]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>φαγ</i>- του ρ. [[εσθίω]], <b>[[πρβλ]].</b> αόρ. β' <i>έ</i>-<i>φαγ</i>-<i>ον</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>σαρκο</i>-[[φάγος]], <i>χορτο</i>-[[φάγος]].
|mltxt=[[θυηφάγος]], -ον (Α)<br />(ως επίθ. της φωτιάς τών βωμών) αυτός που κατατρώει, αυτός που καταβροχθίζει τις προσφορές («[[θυηφάγος]] [[φλόξ]]», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>θυη</i>-, [[μορφή]] με την οποία απαντά η λ. [[θύος]] ως α' συνθετικό ([[πρβλ]]. <i>θυη</i>-<i>δόχος</i>, <i>θυη</i>-[[πόλος]]) <span style="color: red;">+</span> -[[φάγος]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>φαγ</i>- του ρ. [[εσθίω]], [[πρβλ]]. αόρ. β' <i>έ</i>-<i>φαγ</i>-<i>ον</i>), [[πρβλ]]. <i>σαρκο</i>-[[φάγος]], <i>χορτο</i>-[[φάγος]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm