Anonymous

ιτιά: Difference between revisions

From LSJ
14 bytes removed ,  23 August 2021
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
(18)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[ετιά]], η (ΑΜ [[ἰτέα]], Μ και ἐτέα και ἐτιά και ἰτιά, Α ιων. τ. ἰτέη και ἰτείη)<br />[[κοινή]] [[ονομασία]] ειδών του γένους [[φυτών]] Σάλιξ<br /><b>αρχ.</b><br />[[ασπίδα]] πλεγμένη από κλάδους ιτιάς και καλυμμένη με γύψο, [[δέρμα]] βοδιού ή χαλκό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> [[ἰτέα]] <span style="color: red;"><</span> <i>Fιτ</i>-<i>έα</i><br />το <i>F</i> επιβεβαιώνεται από τη [[γλώσσα]] του <b>Ησύχ.</b> <i>γιτέα</i>- [[ἰτέα]] και από τον Όμηρο. Η λ. ανάγεται στη μηδενισμένη [[βαθμίδα]] <i>w</i><i>ī</i> της ΙΕ ρίζας <i>wei</i>- «[[στρέφω]], [[κάμπτω]]» και συνδέεται με λιθουαν. <i>vytas</i> «πλεγμένη», αρχ. ινδ. <i>v</i><i>ī</i><i>ta</i>-με μακρό <i>ī</i> όπως και στον τ. [[ἰτέα]]. Η λ. συνδέεται [[επίσης]] με τον τ. [[ἴτυς]]<br />Ο τ. εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>έα</i>, που [[είναι]] πολύ εύχρηστο και σύνηθες σε ονομασίες δέντρων, [[φυτών]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>μηλ</i>-<i>έα</i>, <i>πτελ</i>-<i>έα</i>, <i>συκ</i>-<i>έη</i>). Ο νεοελλ. τ. [[ιτιά]] <span style="color: red;"><</span> [[ἰτέα]], με [[συνίζηση]] του <i>ε</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[εννιά]] <span style="color: red;"><</span> [[εννέα]], [[μηλιά]] <span style="color: red;"><</span> [[μηλέα]])].
|mltxt=και [[ετιά]], η (ΑΜ [[ἰτέα]], Μ και ἐτέα και ἐτιά και ἰτιά, Α ιων. τ. ἰτέη και ἰτείη)<br />[[κοινή]] [[ονομασία]] ειδών του γένους [[φυτών]] Σάλιξ<br /><b>αρχ.</b><br />[[ασπίδα]] πλεγμένη από κλάδους ιτιάς και καλυμμένη με γύψο, [[δέρμα]] βοδιού ή χαλκό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> [[ἰτέα]] <span style="color: red;"><</span> <i>Fιτ</i>-<i>έα</i><br />το <i>F</i> επιβεβαιώνεται από τη [[γλώσσα]] του <b>Ησύχ.</b> <i>γιτέα</i>- [[ἰτέα]] και από τον Όμηρο. Η λ. ανάγεται στη μηδενισμένη [[βαθμίδα]] <i>w</i><i>ī</i> της ΙΕ ρίζας <i>wei</i>- «[[στρέφω]], [[κάμπτω]]» και συνδέεται με λιθουαν. <i>vytas</i> «πλεγμένη», αρχ. ινδ. <i>v</i><i>ī</i><i>ta</i>-με μακρό <i>ī</i> όπως και στον τ. [[ἰτέα]]. Η λ. συνδέεται [[επίσης]] με τον τ. [[ἴτυς]]<br />Ο τ. εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>έα</i>, που [[είναι]] πολύ εύχρηστο και σύνηθες σε ονομασίες δέντρων, [[φυτών]] ([[πρβλ]]. <i>μηλ</i>-<i>έα</i>, <i>πτελ</i>-<i>έα</i>, <i>συκ</i>-<i>έη</i>). Ο νεοελλ. τ. [[ιτιά]] <span style="color: red;"><</span> [[ἰτέα]], με [[συνίζηση]] του <i>ε</i> ([[πρβλ]]. [[εννιά]] <span style="color: red;"><</span> [[εννέα]], [[μηλιά]] <span style="color: red;"><</span> [[μηλέα]])].
}}
}}