Anonymous

κεροβάτης: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
m (Text replacement - "epith." to "epithet")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κεροβάτης]] (και [[κεραβάτης]], -ου, ὁ (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει πόδια από κεράτινη ύλη, που έχει πόδια με οπλές και χηλές («κεροβάτας Πᾱν», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τον Σχολ.) αυτός που βαδίζει στις κορυφές τών βουνών<br /><b>3.</b> ([[κατά]] την [[άποψη]] μερικών αρχ. γραμματικών) αυτός που περπατά με κέρατα στο [[κεφάλι]], δηλ. ο [[κερασφόρος]] [[θεός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέρας]] <span style="color: red;">+</span> -[[βάτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βαίνω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>κρημνο</i>-[[βάτης]], <i>σχοινο</i>-[[βάτης]].
|mltxt=[[κεροβάτης]] (και [[κεραβάτης]], -ου, ὁ (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει πόδια από κεράτινη ύλη, που έχει πόδια με οπλές και χηλές («κεροβάτας Πᾱν», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τον Σχολ.) αυτός που βαδίζει στις κορυφές τών βουνών<br /><b>3.</b> ([[κατά]] την [[άποψη]] μερικών αρχ. γραμματικών) αυτός που περπατά με κέρατα στο [[κεφάλι]], δηλ. ο [[κερασφόρος]] [[θεός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέρας]] <span style="color: red;">+</span> -[[βάτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βαίνω]]), [[πρβλ]]. <i>κρημνο</i>-[[βάτης]], <i>σχοινο</i>-[[βάτης]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm