3,277,040
edits
mNo edit summary |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο, θηλ. [[μεσίτρια]] και μεσίτρα (ΑM [[μεσίτης]], Α θηλ. μεσῑτις, -ιδος, Μ θηλ. [[μεσίτρια]] και μεσίτρα και μεσίτισσα)<br />αυτός που παρεμβαίνει ή μεσολαβεί [[μεταξύ]] δύο προσώπων ή ομάδων με σκοπό τον συμβιβασμό, τη [[σύναψη]] συμφωνίας ή τη [[συμφιλίωση]] («διαταγεὶς δι' ἀγγέλων ἐν χειρὶ μεσίτου», ΚΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[επαγγελματίας]] ο [[οποίος]] διαπραγματεύεται αγοραπωλησίες, μισθώσεις ή συνοικέσια («[[μεσίτης]] κτημάτων»)<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[προξενητής]]<br /><b>2.</b> [[απεσταλμένος]], [[μαντατοφόρος]]<br /><b>μσν.</b><br />[[βοηθός]] δικαστή<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> το [[μέσο]] ή ο [[τρόπος]] για να επιτύχει [[κάποιος]] [[κάτι]]<br /><b>3.</b> [[αρωγός]], [[προστάτης]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μεσεγγυητής]]<br /><b>2.</b> [[θεματοφύλακας]]<br /><b>3.</b> (για [[μέλος]] του ανθρώπινου σώματος) αυτός που κατέχει τη μεσαία [[θέση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέσος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] ( | |mltxt=<b>(I)</b><br />ο, θηλ. [[μεσίτρια]] και μεσίτρα (ΑM [[μεσίτης]], Α θηλ. μεσῑτις, -ιδος, Μ θηλ. [[μεσίτρια]] και μεσίτρα και μεσίτισσα)<br />αυτός που παρεμβαίνει ή μεσολαβεί [[μεταξύ]] δύο προσώπων ή ομάδων με σκοπό τον συμβιβασμό, τη [[σύναψη]] συμφωνίας ή τη [[συμφιλίωση]] («διαταγεὶς δι' ἀγγέλων ἐν χειρὶ μεσίτου», ΚΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[επαγγελματίας]] ο [[οποίος]] διαπραγματεύεται αγοραπωλησίες, μισθώσεις ή συνοικέσια («[[μεσίτης]] κτημάτων»)<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[προξενητής]]<br /><b>2.</b> [[απεσταλμένος]], [[μαντατοφόρος]]<br /><b>μσν.</b><br />[[βοηθός]] δικαστή<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> το [[μέσο]] ή ο [[τρόπος]] για να επιτύχει [[κάποιος]] [[κάτι]]<br /><b>3.</b> [[αρωγός]], [[προστάτης]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μεσεγγυητής]]<br /><b>2.</b> [[θεματοφύλακας]]<br /><b>3.</b> (για [[μέλος]] του ανθρώπινου σώματος) αυτός που κατέχει τη μεσαία [[θέση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέσος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. <i>πορφυρ</i>-[[ίτης]], <i>χρυσ</i>-[[ίτης]])].<br /> <b>(II)</b><br />ο<br /><b>ζωολ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] γερανόμορφων πτηνών της οικογένειας mesitornithidae. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |