3,274,816
edits
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
|||
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἄμβροτος]], -ον και -ος, -η, -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για πρόσωπα) [[θείος]], [[αθάνατος]]<br /><b>2.</b> (για πράγματα που ανήκουν στους θεούς) [[θεϊκός]]<br /><b>3.</b> [[εξαίσιος]], [[εξαίρετος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αρχαίος τ. επιθέτου, [[γνωστός]] ήδη από τον Όμηρο, που απαντά [[κυρίως]] ως [[προσδιορισμός]] του ουσ. [[θεός]]. Αργότερα η λ. αντικαταστάθηκε από το επίθ. [[ἀθάνατος]]. Ετυμολογικά πρόκειται για σύνθετη λ. που σχηματίζεται από <i>ἀ</i>- στερ και [[βροτός]]<br />παρόμοιοι τ. απαντούν και σε άλλες ΙΕ γλώσσες, | |mltxt=[[ἄμβροτος]], -ον και -ος, -η, -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για πρόσωπα) [[θείος]], [[αθάνατος]]<br /><b>2.</b> (για πράγματα που ανήκουν στους θεούς) [[θεϊκός]]<br /><b>3.</b> [[εξαίσιος]], [[εξαίρετος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αρχαίος τ. επιθέτου, [[γνωστός]] ήδη από τον Όμηρο, που απαντά [[κυρίως]] ως [[προσδιορισμός]] του ουσ. [[θεός]]. Αργότερα η λ. αντικαταστάθηκε από το επίθ. [[ἀθάνατος]]. Ετυμολογικά πρόκειται για σύνθετη λ. που σχηματίζεται από <i>ἀ</i>- στερ και [[βροτός]]<br />παρόμοιοι τ. απαντούν και σε άλλες ΙΕ γλώσσες, [[πρβλ]]. αρχ. ινδ. <i>a</i>-<i>mŕta</i>-, αβεστ. <i>a</i>-<i>m aša</i>- «[[αθάνατος]]».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[ἀμβροτόπωλος]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |