3,252,093
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. , ") |
|||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές (AM [[κοινωφελής]], -ές)<br />αυτός που ωφελεί την [[κοινωνία]], αυτός που εξυπηρετεί το κοινωνικό [[σύνολο]] («κοινωφελή ιδρύματα»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>κοινωφελώς</i> (AM κοινωφελῶς)<br />με τρόπο που ωφελεί την [[κοινωνία]], [[κατά]] τρόπο ωφέλιμο στο κοινό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ωφελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄφελος]]), [[πρβλ]]. | |mltxt=-ές (AM [[κοινωφελής]], -ές)<br />αυτός που ωφελεί την [[κοινωνία]], αυτός που εξυπηρετεί το κοινωνικό [[σύνολο]] («κοινωφελή ιδρύματα»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>κοινωφελώς</i> (AM κοινωφελῶς)<br />με τρόπο που ωφελεί την [[κοινωνία]], [[κατά]] τρόπο ωφέλιμο στο κοινό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ωφελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄφελος]]), [[πρβλ]]. [[επωφελής]], [[ψυχωφελής]]. Το -<i>ω</i>- [[κατά]] τον νόμο της εκτάσεως εν συνθέσει. Διατηρήθηκε επί [[πλέον]] και στο παρ. του [[ὄφελος]], <i>ὠφελῶ</i>, κατ' [[αναλογία]] [[προς]] τα -<i>ωφελής</i>, και από αυτό πέρασε στα μεταρρημ. παρ. [[ωφέλεια]], [[ωφελήσιμος]], [[ωφέλιμος]]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |