Anonymous

ἀκύμων: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - " ," to ","
m (Text replacement - "]]del " to "]] del ")
m (Text replacement - " ," to ",")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀκύμων:''' ,—ονος[ῡ], -ον, γεν. <i>-ονος</i> (<i>κύεω</i>), [[άκαρπος]], [[στείρος]], λέγεται για γυναίκες, σε Ευρ.<br /><b class="num">• [[ἀκύμων]]:</b> ,—ονος[ῡ], -ον, γεν. <i>-ονος</i> ([[κῦμα]]) = [[ἀκύμαντος]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ἀκύμων:''',—ονος[ῡ], -ον, γεν. <i>-ονος</i> (<i>κύεω</i>), [[άκαρπος]], [[στείρος]], λέγεται για γυναίκες, σε Ευρ.<br /><b class="num">• [[ἀκύμων]]:</b>,—ονος[ῡ], -ον, γεν. <i>-ονος</i> ([[κῦμα]]) = [[ἀκύμαντος]], σε Αισχύλ.
}}
}}
{{elru
{{elru