Anonymous

πρυμνήσιος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "συχν." to "συχν."
m (Text replacement - "Ἡρακλ" to "Ἡρακλ")
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πρυμνήσιος''': -α, -ον, ([[πρύμνα]]) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν πρύμναν πλοίου, [[κάλως]] Εὐρ. Ἡρακλ. Μαιν. 479· πρβλ. [[πρυμνήτης]] ΙΙ. ΙΙ. κατὰ τὸ πλεῖστον κατ’ οὐδ. πληθ., (ἐξυπ. δεσμά, σχοινία, καλῴδια ἀπὸ τῆς πρύμνης τοῦ πλοίου ἐκτεινόμενα, καὶ εἰς τὴν ξηρὰν προσδενόμενα, Λατ. retinacula navis, [[συχν]]. παρ’ Ὁμ. ([[μάλιστα]] ἐν τῇ Ὀδ.), πρ. καταδῆσαι Ἰλ. Α. 436, Ὀδ. Ο. 498· ἀνάψαι Ι. 137· ἀντίθ. τῷ πρ. λῦσαι Β. 418, Ο. 286, 552· ἀναλῦσαι Ι. 178, κτλ.· - μεταφ., ἐν σοὶ τἀμὰ βίου πρυμνησι’ ἀνῆπται Ἀνθ. Π. 12. 159, πρβλ. Εὐρ. ἔνθ’ ἀνωτ.· - σπανίως ἐν τῷ ἑνικῷ, Συνέσ. 228Α.
|lstext='''πρυμνήσιος''': -α, -ον, ([[πρύμνα]]) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν πρύμναν πλοίου, [[κάλως]] Εὐρ. Ἡρακλ. Μαιν. 479· πρβλ. [[πρυμνήτης]] ΙΙ. ΙΙ. κατὰ τὸ πλεῖστον κατ’ οὐδ. πληθ., (ἐξυπ. δεσμά, σχοινία, καλῴδια ἀπὸ τῆς πρύμνης τοῦ πλοίου ἐκτεινόμενα, καὶ εἰς τὴν ξηρὰν προσδενόμενα, Λατ. retinacula navis, συχν. παρ’ Ὁμ. ([[μάλιστα]] ἐν τῇ Ὀδ.), πρ. καταδῆσαι Ἰλ. Α. 436, Ὀδ. Ο. 498· ἀνάψαι Ι. 137· ἀντίθ. τῷ πρ. λῦσαι Β. 418, Ο. 286, 552· ἀναλῦσαι Ι. 178, κτλ.· - μεταφ., ἐν σοὶ τἀμὰ βίου πρυμνησι’ ἀνῆπται Ἀνθ. Π. 12. 159, πρβλ. Εὐρ. ἔνθ’ ἀνωτ.· - σπανίως ἐν τῷ ἑνικῷ, Συνέσ. 228Α.
}}
}}
{{bailly
{{bailly