3,277,172
edits
m (Text replacement - "q. v." to "q.v.") |
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χρῆμα''': τό· ([[χράομαι]])· - [[πρᾶγμα]] ὄπερ μεταχειρίζεταί τις ἢ οὗ ἔχει χρείαν, πρβλ. Οἰκ. 1, 9 κἑξ.· - [[ἐντεῦθεν]] ἐν τῷ πληθ., ἀγαθά, [[περιουσία]], χρήματα, [[ἔπιπλα]], σκεύη, (χρήματα λέγομεν πάντα ὅσων [[ἀξία]] νομίσματι μετρεῖται Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 4. 1, 2), Ὀδ. Β. 78, 203, κλπ. ([[οὐδαμοῦ]] ἐν Ἰλ.), Ἠσ. Ἔργ. καὶ Ἡμ. 318, 405, Ἡρόδ. 2. 28, κλπ.· χρήματα καὶ κτήματα Ἰσοκρ. 8Α· σκεύεσι καὶ χρήμασιν [[ἀποθήκη]] Θουκ. 6. 97· πρόβατα καὶ ἄλλα χρ. Ξεν. Ἀν. 5. 2, 4· τὰ ἀνδράποδα .. καὶ χρήματα τὰ πλεῖστα ἀπέδρα αὐτοὺς [[αὐτόθι]] 7. 8, 12· - παροιμ., χρήματα ψυχὴ βροτοῖσι, τὰ χρήματα [[εἶναι]] ζωὴ εἰς τὸν ἄνθρωπον, Ἡσ. Ἔργα καὶ Ἡμ. 684· χρήματ’ ἀνὴρ, τὰ χρήματα κάμνουν τὸν ἄνθρωπον, Ἀλκαῖος 50, Πινδ. Ι. 2. 17· ἐν χρήμασιν οἰκεῖ πατρῴοις Αἰσχύλ. Εὐμ. 757, πρβλ. Χο. 135· καὶ χρημάτων πένητες Εὐρ. Ἠλ. 37· τὰ χρήματ’ ἐνεχυράζομαι Ἀριστοφ. Νεφ. 241· χρήματα πορίζειν ὁ αὐτ. ἐν Ἐκκλ. 236. ἄτιμος εἰς χρ. Ἀνδοκ. 10. 24· [[κρείσσων]] χρημάτων Θουκ. 2. 60· χρήμασι νικᾶσθαι [[αὐτόθι]]· χρημάτων ἀδωρότατος [[αὐτόθι]] 65· ἐλπίδα χρήμασιν ὠνητὴν ὁ αὐτ. 3. 40· [[μήτε]] χρημάτων φειδόμενος [[μήτε]] πόνων Πλάτ. Φαίδων 78Α· ζημιοῦσθαι χρήμασι ὁ αὐτ. ἐν Νομ. 721Β· καὶ ἐπὶ χρεῶν, τὰ χρ. διαλῦσαι Δημ. 460. 20· δεθέντα ἐπὶ χρήμασι ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ ὁ αὐτ. 752. 20. - [[Κατὰ]] τὸν Πολύδ. Θ΄, 87, οἱ Ἴωνες ἐχρῶντο καὶ τῷ ἐνικῷ ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας, οὕτω δὲ καὶ εὐρίσκομεν αὐτὸν [[ἅπαξ]], εἴρετο (ὁ [[Δαρεῖος]]) ἐπὶ κόσῳ ἄν χρήματι βουλοίατο τοὺς πατέρας ἀποθνήσκοντας κατασιτέσθαι; ἀντὶ πόσων χρημάτων θὰ [[ἤθελον]] νὰ τρώγωσι τοὺς πατέρας των ἀποθνήσκοντας; Ἀπόκρ. οἱ δὲ (Ἑλληνες) ἐπ’ οὐδενὶ ἔφασαν ἔρδειν ἄν τοῦτο Ἡρόδ. 3. 38· ἀλλ’ ἡ [[χρῆσις]] αὕτη μόνον παρὰ μεταγεν. κατέστη κοινὴ, [[οἷον]] παρὰ Διοδ. 13. 106, Λουκ. περὶ ἀληθ. Ἱστ. 1. 20, Πράξ. Ἀποστ. δ΄, 37· ἀλλ’ [[ὅμως]] παράβαλε καὶ τὸ οὐδενὸς χρήματος δέχεσθαι, ἀντὶ μηδεμιᾶς [[τιμῆς]], Ἀνδοκ. 20. 13· - χρήματα, ἐμπορεύματα, Ξεν. Ἑλλ. 1. 6, 37, Θουκ. 3. 74. ΙΙ. [[καθόλου]], [[πρᾶγμα]], [[ὑπόθεσις]], γεγονός, συμβάν, Ὑμν. Ὀμ. εἰς Ἑρμ. 332, Ἡσ. Ἔργα κ. Ἡμ. 342, 400· πρῶτον χρημάτων πάντων Ἡρόδ. 7. 145· ἀντὶ πάντων χρ., διὰ πάντα λόγον, Ἀνδοκίδ. 22. 24· χρημάτων δεινότατον ὁ αὐτ. 19. 41· κινεῖν πᾶν [[χρῆμα]] = κινεῖν πάντα λίθον, Ἡρόδ. 5. 96· τεκμαίρει χρῆμ’ ἕκαστον, τὸ [[ἔργον]] δεικνύει τὸν ἄνθρωπον, Πινδ. Ο. 6. 124· - ἐπὶ μάχης ἢ συμπλοκῆς, Πλουτ. Καῖσ. 47. 2) [[χρῆμα]] [[πολλάκις]] τίθεται [[ὅπου]] ἠδύνατο νὰ παραλείπηται, δεινόν [[χρῆμα]] ἐποιεῦντο Ἡρόδ. 8. 16· οἷόν τι χρ. ποιήσειε [[αὐτόθι]] 138 ἑς ἀφανές χρ. ἀποστέλλειν ἀποικίαν, χωρὶς ὡρισμένης τινὸς διευθύνσεως, ὁ αὐτ. 4. 150· | |lstext='''χρῆμα''': τό· ([[χράομαι]])· - [[πρᾶγμα]] ὄπερ μεταχειρίζεταί τις ἢ οὗ ἔχει χρείαν, πρβλ. Οἰκ. 1, 9 κἑξ.· - [[ἐντεῦθεν]] ἐν τῷ πληθ., ἀγαθά, [[περιουσία]], χρήματα, [[ἔπιπλα]], σκεύη, (χρήματα λέγομεν πάντα ὅσων [[ἀξία]] νομίσματι μετρεῖται Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 4. 1, 2), Ὀδ. Β. 78, 203, κλπ. ([[οὐδαμοῦ]] ἐν Ἰλ.), Ἠσ. Ἔργ. καὶ Ἡμ. 318, 405, Ἡρόδ. 2. 28, κλπ.· χρήματα καὶ κτήματα Ἰσοκρ. 8Α· σκεύεσι καὶ χρήμασιν [[ἀποθήκη]] Θουκ. 6. 97· πρόβατα καὶ ἄλλα χρ. Ξεν. Ἀν. 5. 2, 4· τὰ ἀνδράποδα .. καὶ χρήματα τὰ πλεῖστα ἀπέδρα αὐτοὺς [[αὐτόθι]] 7. 8, 12· - παροιμ., χρήματα ψυχὴ βροτοῖσι, τὰ χρήματα [[εἶναι]] ζωὴ εἰς τὸν ἄνθρωπον, Ἡσ. Ἔργα καὶ Ἡμ. 684· χρήματ’ ἀνὴρ, τὰ χρήματα κάμνουν τὸν ἄνθρωπον, Ἀλκαῖος 50, Πινδ. Ι. 2. 17· ἐν χρήμασιν οἰκεῖ πατρῴοις Αἰσχύλ. Εὐμ. 757, πρβλ. Χο. 135· καὶ χρημάτων πένητες Εὐρ. Ἠλ. 37· τὰ χρήματ’ ἐνεχυράζομαι Ἀριστοφ. Νεφ. 241· χρήματα πορίζειν ὁ αὐτ. ἐν Ἐκκλ. 236. ἄτιμος εἰς χρ. Ἀνδοκ. 10. 24· [[κρείσσων]] χρημάτων Θουκ. 2. 60· χρήμασι νικᾶσθαι [[αὐτόθι]]· χρημάτων ἀδωρότατος [[αὐτόθι]] 65· ἐλπίδα χρήμασιν ὠνητὴν ὁ αὐτ. 3. 40· [[μήτε]] χρημάτων φειδόμενος [[μήτε]] πόνων Πλάτ. Φαίδων 78Α· ζημιοῦσθαι χρήμασι ὁ αὐτ. ἐν Νομ. 721Β· καὶ ἐπὶ χρεῶν, τὰ χρ. διαλῦσαι Δημ. 460. 20· δεθέντα ἐπὶ χρήμασι ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ ὁ αὐτ. 752. 20. - [[Κατὰ]] τὸν Πολύδ. Θ΄, 87, οἱ Ἴωνες ἐχρῶντο καὶ τῷ ἐνικῷ ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας, οὕτω δὲ καὶ εὐρίσκομεν αὐτὸν [[ἅπαξ]], εἴρετο (ὁ [[Δαρεῖος]]) ἐπὶ κόσῳ ἄν χρήματι βουλοίατο τοὺς πατέρας ἀποθνήσκοντας κατασιτέσθαι; ἀντὶ πόσων χρημάτων θὰ [[ἤθελον]] νὰ τρώγωσι τοὺς πατέρας των ἀποθνήσκοντας; Ἀπόκρ. οἱ δὲ (Ἑλληνες) ἐπ’ οὐδενὶ ἔφασαν ἔρδειν ἄν τοῦτο Ἡρόδ. 3. 38· ἀλλ’ ἡ [[χρῆσις]] αὕτη μόνον παρὰ μεταγεν. κατέστη κοινὴ, [[οἷον]] παρὰ Διοδ. 13. 106, Λουκ. περὶ ἀληθ. Ἱστ. 1. 20, Πράξ. Ἀποστ. δ΄, 37· ἀλλ’ [[ὅμως]] παράβαλε καὶ τὸ οὐδενὸς χρήματος δέχεσθαι, ἀντὶ μηδεμιᾶς [[τιμῆς]], Ἀνδοκ. 20. 13· - χρήματα, ἐμπορεύματα, Ξεν. Ἑλλ. 1. 6, 37, Θουκ. 3. 74. ΙΙ. [[καθόλου]], [[πρᾶγμα]], [[ὑπόθεσις]], γεγονός, συμβάν, Ὑμν. Ὀμ. εἰς Ἑρμ. 332, Ἡσ. Ἔργα κ. Ἡμ. 342, 400· πρῶτον χρημάτων πάντων Ἡρόδ. 7. 145· ἀντὶ πάντων χρ., διὰ πάντα λόγον, Ἀνδοκίδ. 22. 24· χρημάτων δεινότατον ὁ αὐτ. 19. 41· κινεῖν πᾶν [[χρῆμα]] = κινεῖν πάντα λίθον, Ἡρόδ. 5. 96· τεκμαίρει χρῆμ’ ἕκαστον, τὸ [[ἔργον]] δεικνύει τὸν ἄνθρωπον, Πινδ. Ο. 6. 124· - ἐπὶ μάχης ἢ συμπλοκῆς, Πλουτ. Καῖσ. 47. 2) [[χρῆμα]] [[πολλάκις]] τίθεται [[ὅπου]] ἠδύνατο νὰ παραλείπηται, δεινόν [[χρῆμα]] ἐποιεῦντο Ἡρόδ. 8. 16· οἷόν τι χρ. ποιήσειε [[αὐτόθι]] 138 ἑς ἀφανές χρ. ἀποστέλλειν ἀποικίαν, χωρὶς ὡρισμένης τινὸς διευθύνσεως, ὁ αὐτ. 4. 150· συχν. παρὰ τοῖς Τραγ., τί [[χρῆμα]]; ὡς τὸ ἁπλοῦν τί: π.χ. Αἰσχύλ. Πο. 298, Χο. 10, Σοφ. Φιλ. 1231· ἢ = διὰ τί; Εὐρ. Ἄλκ. 512· οὕτω, τί [[χρῆμα]] δρᾷς; Σοφ. Αἴ. 288· τί [[χρῆμα]] [[πάσχω]]; Valk εἰς Εὐρ. Ἱππόλ. 909· τί δ’ ἐστὶ [[χρῆμα]]; τί συμβαίνει; Αἰσχύλ. Χο. 885· πικρὸν τί μοι χρ. ἐδόκει [[εἶναι]] Πλάτ. Γοργ. 484Β, πρβλ. Θεαίτ. 200Ε, κ. ἀλλ., καὶ ἴδε [[χρέος]] ΙΙ. 2. 3) ὁμοίως ἡ [[λέξις]] [[χρῆμα]] [[εἶναι]] ἐν χρήσει ἐν περιφράσεσι εἰς ἔκφρασιν πράγματος παραδόξου ἢ ἐκτάκτου εὶς τὸ εἲδός του, μέγα συὸς [[χρῆμα]], [[τερατώδης]] [[κάπρος]], Wess εἰς Ἡρόδ. 1. 36· ὑὸς χρ. μέγιστον [[αὐτόθι]], πρβλ. Ξεν. Κύρου Παιδ. 1. 4, 8· τοῦ χειμῶνος χρ. ἀφόρητον Ἡρόδ. 7. 188· τὸ χρ. τῶν νυκτῶν ὅσον, πόσον φοβερῶς μεγάλαι [[εἶναι]] αἱ νύκτες, Ἀριστοφ. Νεφ. 2· λιπαρὸν τὸ χρ. τῆς πόλεως, τὶ λαμπρὰ [[πόλις]]! ὁ αὐτ. ἐν Ὄρν. 826, πρβλ. Λυσ. 83· [[κλέπτον]] τὸ χρ. τἀνδρὸς, [[κλέπτης]] [[ἄνθρωπος]], ὁ αὐτ. ἐν Σφ. 933· τὸ χρ. τοῦ νοσήματος ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 1085· μακάριον .. λέγεις τυράννου [[χρῆμα]], τὸν τύραννον, Πλάτ. Πολ. 567Ε· χρ. θαυμαστὸν γυναικὸς Πλουτ. Ἀντ. 31· καὶ [[ἄνευ]] γενικῆς, ἔλαφον, καλὸν τι χρ. καὶ μέγα Ξεν. Κυρ. Παιδ. 1. 4, 8 σοφὸν τοι χρῆμ’ [[ἄνθρωπος]], ἀληθῶς σοφόν [[πρᾶγμα]], Θεόκρ. 15· 83· κοῦφον χρ. καὶ πτηνὸν καὶ ἱερὸν, ὁ ποιητὴς, Πλάτ. Ἰων 534Β· χρ. καλόν τι, κάτι τι ὡραῖον, Θεόκρ. 15. 23· πρβλ. [[πρᾶγμα]] ΙΙ. 4. β) [[οὕτως]] εἰς δήλωσιν μεγάλου ἀριθμοῦ, οἱονεὶ σωρὸς, «ἕνα σωρό» ..., πολλόν τι χρ. τῶν [[ὀφίων]], χρ. πολλόν ἀρδίων, νεῶν Ἡρόδ. 3. 109., 4. 81., 6. 43 χρ. πολλόν τι χρυσοῦ ὁ αὐτ. 3. 130· σμικρὸν τὸ χρ. βίου Εὐρ. Ἱκ: 953· ὅσον τὸ χρ. παρνόπων, τί [[πλῆθος]] ἀκρίδων! Ἀριστοφ. Ἀχ. 150, πρβλ. Εἰρ. 1192· ὅσον τὸ χρ. πλακοῦντος ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1215· πολὺ χρ. τεμαχῶν ὁ αὐτ. ἐν Πλ. 894· τὸ χρ. τῶν κόπων ὅσον, πόσον πολλοὶ οἱ κόποι! ὁ αὐτ. ἐν Βατρ. 1278· τῶν λαμπάδων ὅσον τὸ χρ. ὁ αὐτ. ἐν Θεσμ. 280· - [[ὡσαύτως]] τῶν λαμπάδων ὅσον τὸ χρ. ὁ αὐτ. ἐν Θεσμ. 280· - [[ὡσαύτως]] ἐπὶ προσώπων, φιλόψογον δὲ [[χρῆμα]] θηλειῶν ἔφυ, τὸ [[γυναικεῖον]] [[φῦλον]] [[εἶναι]] ἐκ φύσεως φιλόψογον, Εὐρ. Φοίν. 198· σφενδονητῶν πάμπολύ τι χρ. Ξεν. Κύρου Παιδ. 2. 1, 5 μέγα χρ. Λακαινᾶν Θεόκρ. 18. 4. - Εἰ καὶ ἡ ἐναλλαγὴ μεταξὺ τοῦ [[χρῆμα]] καὶ [[κτῆμα]] [[εἶναι]] συχνή, ἀλλὰ διακρίνονται ἀκριβῶς ὡς τὰ ῥήματα [[χράομαι]] καὶ [[κτάομαι]], [[ὥστε]] [[κτῆμα]] [[εἶναι]] [[κυρίως]] τὸ ἐν τῇ κατοχῇ τινος εὑρισκόμενον, [[χρῆμα]] τὸ [[πρᾶγμα]] τὸ ὁποῖόν τις χρειάζεται ἢ μεταχειρίζεται, ἴδε [[κτῆμα]] ἐν τέλει καὶ πρβλ. Schäf. Mel. σ. 17, Κικ. Fam.7. 20. - Περὶ κτημάτων καὶ χρημάτων ἴδε σημ. Κοραῆ ἐν Ἰσοκρ. τ. 2, σ. 7, ἐν τέλει. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |