3,277,226
edits
m (Text replacement - " ," to ",") |
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐνεργέω''': εἶμαι ἐν ἐνεργείᾳ, ἐνεργῶ, Ἀριστ. Ρητ. 3. 11. 2· ἰδίως ἐπὶ διανοητικῆς ἐνεργείας, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 1. 10, 15, κ. ἀλλ.· οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ | |lstext='''ἐνεργέω''': εἶμαι ἐν ἐνεργείᾳ, ἐνεργῶ, Ἀριστ. Ρητ. 3. 11. 2· ἰδίως ἐπὶ διανοητικῆς ἐνεργείας, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 1. 10, 15, κ. ἀλλ.· οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ συχν. ἐν τῇ Καιν. Διαθ. (Ἐπιστ. π. Ρωμ. ζ΄, 5, κ. ἀλλ.): ― Παθ., τῷ ἐνεργεῖσθαι Ἀριστ. π. Ψυχ. 3. 2, 20, πρβλ. Φυσ. 2. 3. 14. ΙΙ. μεταβ., ἐνεργῶ, ἐκτελῶ τι, Πολύβ. 17. 14, 8, κλ. - Παθ., ὁ [[πόλεμος]] ἐνηργεῖτο ὁ αὐτ. 1. 13, 5· τὰ ἐνεργούμενα, τὰ ἐκτελούμενα πράγματα, ὁ αὐτ. 9. 12, 7· ἐπὶ μεταλλείων, ἐνεργοῦνται (ἐνεργοὶ Blass), εὑρίσκονται ἐν ἐνεργείᾳ. Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Εὐξεν. 45· οἱ ἐνεργούμενοι, οἱ κατεχόμενοι ὑπὸ πονηρῶν πνευμάτων, διαμονιζόμενοι, Ἀθαν. ΙΙ. 933Α, Ἰω. Χρυσ. Ι. 468 Ε. κλ. ΙΙΙ. κατ. εὐφημ. ἀντὶ τοῦ βινεῖν, in opere esse, καὶ [[ποτὶ]] τᾷ μάνδρᾳ κατελάμβανον [[ἆμος]] ἐνήργει Θεόκρ. 4. 61· ἐν. τινὰ Ἀλκίφρ. 3. 55. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |