Anonymous

ὀνομαίνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "συχν." to "συχν."
m (Text replacement - "v.l. " to "v.l. ")
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀνομαίνω''': Ὁμηρ. Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 291, Αἰολ. κ. Δωρ. ὀνυμαίνω, Τίμ. Λοκρ. 100C· μέλλ. Ἰων. οὐνομανέω Ἡρόδ. 4. 47: ἀόρ. ὠνόμηνα Ἰσαῖ. 41. 20, Ἐπικ. ὀνόμηνα Ὁμ., Ἡσ., Βοιωτ. ὠνούμηνα Κόριννα 2. Ἐπικ. καὶ Ἰων. [[ῥῆμα]] = [[ὀνομάζω]], ἢ καλῶ κατ’ [[ὄνομα]], φίλον τ’ ὀνόμηνεν ἑταῖρον Ἰλ. Κ. 522, κλ.· θεοὺς ὀν. ἅπαντας Ξ. 278· - ἐπὶ πραγμάτων, περικλυτὰ δῶρ’ ὀνομήνω Ι. 121· πληθὺν οὐκ ἄν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ’ ὀνομήνω Β. 488· [[συχν]]. μετὰ τοῦ πάντας, πάντα, Ὀδ. Δ. 240, κτλ.· - σπάνιον παρὰ πεζολόγοις Ἡρόδ. καὶ Ἰσαῖ. ἔνθ’ ἀνωτ. 2) [[ἁπλῶς]], πρφέρω, [[λέγω]], ὁμιλῶ, ἴσχεο μηδ’ ὀνομήνῃς Ὀδ. Λ. 251, πρβλ. Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 291· - ἀκολούθως (πρβλ. [[ὀνομάζω]]) ὑπισχνοῦμαι ὅτι θὰ πράξω τι, ὄρχους δέ μοι ὧδ’ ὀνόμηνας δώσειν Ὀδ. Ω. 341. ΙΙ. [[ἀναφέρω]], καλῶ [[ὀνομαστί]], Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 80· καί οἱ τοῦτ’ ὀνόμην’ ὄνομ’ ἔμμεναι ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 3. 2· οὕτω παρὰ τοῖς Δωρικ. πεζογράφοις, Τίμ. Λοκρ. ἔνθ’ ἀνωτ., κλ. ΙΙΙ. [[ὁρίζω]], [[διορίζω]], καὶ σὸν θεράποντ’ ὀνόμηνεν Ἰλ. Ψ. 90.
|lstext='''ὀνομαίνω''': Ὁμηρ. Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 291, Αἰολ. κ. Δωρ. ὀνυμαίνω, Τίμ. Λοκρ. 100C· μέλλ. Ἰων. οὐνομανέω Ἡρόδ. 4. 47: ἀόρ. ὠνόμηνα Ἰσαῖ. 41. 20, Ἐπικ. ὀνόμηνα Ὁμ., Ἡσ., Βοιωτ. ὠνούμηνα Κόριννα 2. Ἐπικ. καὶ Ἰων. [[ῥῆμα]] = [[ὀνομάζω]], ἢ καλῶ κατ’ [[ὄνομα]], φίλον τ’ ὀνόμηνεν ἑταῖρον Ἰλ. Κ. 522, κλ.· θεοὺς ὀν. ἅπαντας Ξ. 278· - ἐπὶ πραγμάτων, περικλυτὰ δῶρ’ ὀνομήνω Ι. 121· πληθὺν οὐκ ἄν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ’ ὀνομήνω Β. 488· συχν. μετὰ τοῦ πάντας, πάντα, Ὀδ. Δ. 240, κτλ.· - σπάνιον παρὰ πεζολόγοις Ἡρόδ. καὶ Ἰσαῖ. ἔνθ’ ἀνωτ. 2) [[ἁπλῶς]], πρφέρω, [[λέγω]], ὁμιλῶ, ἴσχεο μηδ’ ὀνομήνῃς Ὀδ. Λ. 251, πρβλ. Ὕμν. εἰς Ἀφρ. 291· - ἀκολούθως (πρβλ. [[ὀνομάζω]]) ὑπισχνοῦμαι ὅτι θὰ πράξω τι, ὄρχους δέ μοι ὧδ’ ὀνόμηνας δώσειν Ὀδ. Ω. 341. ΙΙ. [[ἀναφέρω]], καλῶ [[ὀνομαστί]], Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 80· καί οἱ τοῦτ’ ὀνόμην’ ὄνομ’ ἔμμεναι ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 3. 2· οὕτω παρὰ τοῖς Δωρικ. πεζογράφοις, Τίμ. Λοκρ. ἔνθ’ ἀνωτ., κλ. ΙΙΙ. [[ὁρίζω]], [[διορίζω]], καὶ σὸν θεράποντ’ ὀνόμηνεν Ἰλ. Ψ. 90.
}}
}}
{{bailly
{{bailly