Anonymous

χρέος: Difference between revisions

From LSJ
4 bytes removed ,  31 January 2022
m
Text replacement - "συχν." to "συχν."
m (Text replacement - "Ἡρακλ" to "Ἡρακλ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χρέος''': τό, Ἐπικ. [[χρεῖος]] Ὅμηρ. ([[ὅστις]] ἔχει καὶ τὸν τύπον [[χρέος]], ἀλλὰ μόνον ἐν τῇ Ὀδ.)· Ἀττ. [[χρέως]] Φρύνιχ. 391, Χοιροβοσκ. εἰς Θεοδ. 394 (καὶ ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] φαίνεται ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις, Δημ. 900, 14., 988. 24., 1019. 23., 1040. 19· ἀλλὰ φέρεται [[χρέος]] ἐν Πλάτ. Πολιτικ. 267Α, Νόμ. 958Β)· - γεν. χρέους Εὐρ. Ι. Α. 373· ἡ δοτικ. δὲν ἀπαντᾷ ἐν Ἐπικ. τύπῳ· - πληθ., ὀνομ. καὶ αἰτιατ. χρέᾰ Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 645, χρέᾱ Ἀριστοφ. Νεφ. 39, 443, Πλούτ.· γενικ. χρεῶν Ἀριστοφ. Νεφ. 13, 118, Πλάτ. Πολ. 566Α, κ. ἀλλ., Ἐπικ. χρειῶν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 402· Ἐπικ. δοτ. χρέεσι Μανέθων 4. 135· [[χρήεσσι]] Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1198· ([[χράομαι]], χρή)· Ι. ὡς καὶ νῦν, [[ὀφειλή]], ἣν πρέπει τις νὰ ἀποτίσῃ, Ἄρης… [[χρέος]] καὶ δεσμόν ἀλύξας Ὀδ. Θ. 353, πρβλ. 355· ἐν χρήσει [[μάλιστα]] ἐπὶ τῆς ὑποχρεώσεως πρὸς ἀπόδοσιν λῃστευθέντων ποιμνίων καὶ ἀγελῶν ἢ πρὸςἀποζημίωσιν δι’ αὐτά, [[χρέος]] [[ἕνεκα]] λῃστευθέντων ἢ ἀπαχθέντων βοσκημάτων· [[οὕτως]] οἱ κήρυκες τῶν Πυλίων ἐκάλουν εἰς τὰ ὅπλα πάντας, οἵου [[χρεῖος]] ὀφέλλετ’ ... πόλεσιν γὰρ Ἐπειοὶ [[χρεῖος]] ὄφελλον ([[ἔνθα]] τὰ Ἐνετ. Σχόλ. παρατηροῦσι: τὰ περιελασθέντα ἐκ τῆς Πύλου ἐκ τῶν Ἐπειῶν θρέμματα [[χρεῖος]] καλεῖ) Ἰλ. Λ. 685-698, πρβλ. Ὀδ. Γ. 367, Φ. 17· [[χρεῖος]] ἀποστήσασθαι, δηλ. νὰ πληρώσῃ ἐντελῶς, Ἰλ. Ν. 746· - [[συχν]]. παρὰ τοῖς [[μετέπειτα]] [[ἁπλῶς]], [[χρέος]], [[ὀφειλή]], αὐτὸς ἔτισε.. [[χρέος]] Θέογν. 205 ἀρᾶς τίνει χρ., ἀποτίνει τὸ [[χρέος]] τὸ ἐκ τῆς κατάρας, Αἰσχύλ. Ἀγ. 457· μή τι [[πέρα]] [[χρέος]].. πόλει προσάψῃς, [[χρέος]] δηλ. ἐνοχήν, Σοφ. Ο. Κ. 235· χρ. πράσσειν τινά, εἰσπράττειν [[χρέος]] [[παρά]] τινος, τὰ ὀφειλόμενα, Πινδ. Ο. 3, 12· ἐμὸν καταίσχυνε χρ., δηλ. κατῄσχυνεν ἐμὲ [[διότι]] δὲν ἐπλήρωσα τὸ [[χρέος]] μου, [[διότι]] δὲν ἐτήρησα τὴν ὑπόσχεσίν μου, [[αὐτόθι]] 10 (11). 10· τεὸν χρ., τὸ σοὶ ὀφειλόμενον, ὁ αὐτ. ἐν Π. 8. 45· - ἀκολούθως παρὰ τοῖς κωμ. καὶ πεζογράφοις, [[χρέος]] ἀποδιδόναι, ἀποτῖσαι, Ἡρόδ. 2. 136 ([[ἔνθα]] [[ὡσαύτως]] ἔχομεν χρ. διδόναι, δανείζειν καὶ χρ. λαμβάνειν, δανείζεσθαι) πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 117, Πλάτ. Πολιτικ. 267Α· ἔχω χρ. εἰπεῖν οὐδὲν ἀνδρὸς Ἕλληνος, δὲν ἠξεύρω νὰ χρεωστῶ τι εἰς Ἕλληνά τινα, Ἡρόδ. 3. 140· χρ. ἀπαιτεῖν Πλουτ. Ὄθων 2· ἀνιέναι, ὁ αὐτ. ἐν Σόλ. 15· [[χρέως]] τὸ ἐπὶ τὴν τράπεζαν (ἐξυπακ. ὀφειλόμενον) Δημ. 900. 14· ἔχειν τι εἰς [[χρέος]] Πλουτ. Καῖσ. 48· - ἐν τῷ πληθ., χρέη, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 645, Ἀριστοφ. Νεφ. 13, κλ.· χρειῶν [[λύσις]] Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡσ. 402· [[χρέα]] ἀπολαμβάνειν Ἀνδοκ. 25. 20· [[χρέα]] ἐπὶ τόκοις ὀφειλόμενα Ἰσαῖ. 88. 23· τὴν οὐσίαν ἅπασαν [[χρέα]] κατέλιπε, ἅπασαν τὴν περιουσίαν «χρεωμένην», εἰς χρέη, Δημ. 986. 24· [[χρέα]] εἰσπραχθέντα [[αὐτόθι]] 26· χρ. ἐκπληρῶ, [[διαλύω]], πληρώνω, «[[κλείω]]» τὰ χρέη μου. Πλάτ. Νόμ. 958Β, Πλουτ. Λούκουλλ. 20· πρὸς τὰ χρ. 2) τὸ «κοινὸν [[χρέος]]», τὸ ὁποῖον πάντες ἐξ ἀνάγκης πρέπει νὰ ἀποτίσωσιν, ὁ [[θάνατος]], Ἀλκίφρων 1. 25, πρβλ. Πλάτ. Ἀξίοχ. 367Β, Ἑβδ. (Σοφ. Σοφ. ΙΕ΄, 18). ΙΙ. παρὰ ποιηταῖς [[ὡσαύτως]], ἀναγκαία [[ἐργασία]], «[[ὑπόθεσις]]», «δουλειά», ἑὸν [[αὐτοῦ]] [[χρεῖος]] ἐελδόμενος Ὀδ. Α. 409, πρβλ. Β. 45· [[χρέος]] πᾶν ἐπικραίνεις, ἐπὶ τοῦ [[Διός]], Αἰσχύλ. Ἱκ. 374· [[πρᾶγμα]] [[λίαν]] ἐπιθυμητὸν ἢ τὸ ὁποῖον πολὺ ἐπιθυμεῖ τις, [[σκοπός]], ἀντικείμενον, εἰ μὲν γὰρ ὑμῖν μὴ τόδ’ ἐκπράξω [[χρέος]] [[αὐτόθι]] 472, πρβλ. Σοφ. Ο. Τ. 156, Ο. Κ. 251· πᾶν ὃ θέλεις... χρ. ἐκτετέλεσται Θεόκρ. 25. 53· μετὰ γεν., ὡς τὸ [[χάρις]], σὸν οὐκ ἔλασσον ἢ κείνης χρ. Εὐρ. Ἑκ. 892. 2) σχεδὸν ὡς τὸ [[χρῆμα]], [[πρᾶγμα]], τί [[χρέος]]; = τί [[χρῆμα]]; διὰ τί; Αἰσχύλ. Ἀγ. 85 ἐφ’ ὅ τι χρ. ἐμόλετε; Εὐρ. Ὀρ. 151· τί καινὸν χρ. ἔβα δόμους; ὁ αὐτ. ἐν Ἡρακλ. 95 πρβλ. Ἀποσπ. 1000. 3) ἐλάφους, μέγα τι χρ. (ἴδε [[χρῆμα]] ΙΙ. 3) Καλλ. εἰς Ἄρτ. 100, πρβλ. 24, 65. ΙΙΙ. ἐν Ὀδ. Λ. 479, ἦλθον Τειρεσίαο κατά [[χρέος]], φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] = Τειρεσίᾳ χρησόμενος (Κ. 492) ἵνα συμβουλευθῶ τὸν Τειρ. 2) ἀλλαχοῦ κατὰ [[χρέος]] σημαίνει, καθὼς [[εἶναι]] [[πρέπον]], καθὼς [[εἶναι]] καλόν, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 138, πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 189. IV. [[χρέος]], καθῆκον, [[σκοπός]], [[ἔργον]], ἦλθε τωὔτ’ ἐπὶ [[χρέος]] Πινδ. Ο. 1. 71, πρβλ. 7. 72· οἷς τόδ’ ἦν [[χρέος]] Αἰσχύλ. Πέρσ. 777, πρβλ. Θήβ. 20· τὸν σὸν μελέσθω.. φρουρῆσαι [[χρέος]] Σοφ. Ἠλ. 74, πρβλ. Εὐρ. Ὀρ. 1253, Ι. Τ. 683, Ἡρ. Μαιν. 530. V. τὸ συνδρῶν χρ., τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναί τις συνεργὸς εἴς τι, Εὐρ. Ἀνδρ. 337. VI. [[πρᾶγμα]] χρήσιμον ἢ ὠφέλιμον, χρεῶν χρῄζοντι μετάδοσιν ποιήσασαι Ἱππ. Ὅρκ. VII. παρὰ [[χρέος]] = [[παραχρῆμα]]. Νικ. Ἀλεξιφ. 627. VIII. = [[χρεία]], τί δὲ τοῦδ’ ἔχει πλέκους [[χρέος]]; Ἀριστοφ. Ἀριστοφ. Ἀχ. 454, πρβλ. Βίωνα 13. 2. - Ἴδε Κόντου ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Γ΄, σ. 329.
|lstext='''χρέος''': τό, Ἐπικ. [[χρεῖος]] Ὅμηρ. ([[ὅστις]] ἔχει καὶ τὸν τύπον [[χρέος]], ἀλλὰ μόνον ἐν τῇ Ὀδ.)· Ἀττ. [[χρέως]] Φρύνιχ. 391, Χοιροβοσκ. εἰς Θεοδ. 394 (καὶ ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] φαίνεται ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις, Δημ. 900, 14., 988. 24., 1019. 23., 1040. 19· ἀλλὰ φέρεται [[χρέος]] ἐν Πλάτ. Πολιτικ. 267Α, Νόμ. 958Β)· - γεν. χρέους Εὐρ. Ι. Α. 373· ἡ δοτικ. δὲν ἀπαντᾷ ἐν Ἐπικ. τύπῳ· - πληθ., ὀνομ. καὶ αἰτιατ. χρέᾰ Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 645, χρέᾱ Ἀριστοφ. Νεφ. 39, 443, Πλούτ.· γενικ. χρεῶν Ἀριστοφ. Νεφ. 13, 118, Πλάτ. Πολ. 566Α, κ. ἀλλ., Ἐπικ. χρειῶν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 402· Ἐπικ. δοτ. χρέεσι Μανέθων 4. 135· [[χρήεσσι]] Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1198· ([[χράομαι]], χρή)· Ι. ὡς καὶ νῦν, [[ὀφειλή]], ἣν πρέπει τις νὰ ἀποτίσῃ, Ἄρης… [[χρέος]] καὶ δεσμόν ἀλύξας Ὀδ. Θ. 353, πρβλ. 355· ἐν χρήσει [[μάλιστα]] ἐπὶ τῆς ὑποχρεώσεως πρὸς ἀπόδοσιν λῃστευθέντων ποιμνίων καὶ ἀγελῶν ἢ πρὸςἀποζημίωσιν δι’ αὐτά, [[χρέος]] [[ἕνεκα]] λῃστευθέντων ἢ ἀπαχθέντων βοσκημάτων· [[οὕτως]] οἱ κήρυκες τῶν Πυλίων ἐκάλουν εἰς τὰ ὅπλα πάντας, οἵου [[χρεῖος]] ὀφέλλετ’ ... πόλεσιν γὰρ Ἐπειοὶ [[χρεῖος]] ὄφελλον ([[ἔνθα]] τὰ Ἐνετ. Σχόλ. παρατηροῦσι: τὰ περιελασθέντα ἐκ τῆς Πύλου ἐκ τῶν Ἐπειῶν θρέμματα [[χρεῖος]] καλεῖ) Ἰλ. Λ. 685-698, πρβλ. Ὀδ. Γ. 367, Φ. 17· [[χρεῖος]] ἀποστήσασθαι, δηλ. νὰ πληρώσῃ ἐντελῶς, Ἰλ. Ν. 746· - συχν. παρὰ τοῖς [[μετέπειτα]] [[ἁπλῶς]], [[χρέος]], [[ὀφειλή]], αὐτὸς ἔτισε.. [[χρέος]] Θέογν. 205 ἀρᾶς τίνει χρ., ἀποτίνει τὸ [[χρέος]] τὸ ἐκ τῆς κατάρας, Αἰσχύλ. Ἀγ. 457· μή τι [[πέρα]] [[χρέος]].. πόλει προσάψῃς, [[χρέος]] δηλ. ἐνοχήν, Σοφ. Ο. Κ. 235· χρ. πράσσειν τινά, εἰσπράττειν [[χρέος]] [[παρά]] τινος, τὰ ὀφειλόμενα, Πινδ. Ο. 3, 12· ἐμὸν καταίσχυνε χρ., δηλ. κατῄσχυνεν ἐμὲ [[διότι]] δὲν ἐπλήρωσα τὸ [[χρέος]] μου, [[διότι]] δὲν ἐτήρησα τὴν ὑπόσχεσίν μου, [[αὐτόθι]] 10 (11). 10· τεὸν χρ., τὸ σοὶ ὀφειλόμενον, ὁ αὐτ. ἐν Π. 8. 45· - ἀκολούθως παρὰ τοῖς κωμ. καὶ πεζογράφοις, [[χρέος]] ἀποδιδόναι, ἀποτῖσαι, Ἡρόδ. 2. 136 ([[ἔνθα]] [[ὡσαύτως]] ἔχομεν χρ. διδόναι, δανείζειν καὶ χρ. λαμβάνειν, δανείζεσθαι) πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 117, Πλάτ. Πολιτικ. 267Α· ἔχω χρ. εἰπεῖν οὐδὲν ἀνδρὸς Ἕλληνος, δὲν ἠξεύρω νὰ χρεωστῶ τι εἰς Ἕλληνά τινα, Ἡρόδ. 3. 140· χρ. ἀπαιτεῖν Πλουτ. Ὄθων 2· ἀνιέναι, ὁ αὐτ. ἐν Σόλ. 15· [[χρέως]] τὸ ἐπὶ τὴν τράπεζαν (ἐξυπακ. ὀφειλόμενον) Δημ. 900. 14· ἔχειν τι εἰς [[χρέος]] Πλουτ. Καῖσ. 48· - ἐν τῷ πληθ., χρέη, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 645, Ἀριστοφ. Νεφ. 13, κλ.· χρειῶν [[λύσις]] Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡσ. 402· [[χρέα]] ἀπολαμβάνειν Ἀνδοκ. 25. 20· [[χρέα]] ἐπὶ τόκοις ὀφειλόμενα Ἰσαῖ. 88. 23· τὴν οὐσίαν ἅπασαν [[χρέα]] κατέλιπε, ἅπασαν τὴν περιουσίαν «χρεωμένην», εἰς χρέη, Δημ. 986. 24· [[χρέα]] εἰσπραχθέντα [[αὐτόθι]] 26· χρ. ἐκπληρῶ, [[διαλύω]], πληρώνω, «[[κλείω]]» τὰ χρέη μου. Πλάτ. Νόμ. 958Β, Πλουτ. Λούκουλλ. 20· πρὸς τὰ χρ. 2) τὸ «κοινὸν [[χρέος]]», τὸ ὁποῖον πάντες ἐξ ἀνάγκης πρέπει νὰ ἀποτίσωσιν, ὁ [[θάνατος]], Ἀλκίφρων 1. 25, πρβλ. Πλάτ. Ἀξίοχ. 367Β, Ἑβδ. (Σοφ. Σοφ. ΙΕ΄, 18). ΙΙ. παρὰ ποιηταῖς [[ὡσαύτως]], ἀναγκαία [[ἐργασία]], «[[ὑπόθεσις]]», «δουλειά», ἑὸν [[αὐτοῦ]] [[χρεῖος]] ἐελδόμενος Ὀδ. Α. 409, πρβλ. Β. 45· [[χρέος]] πᾶν ἐπικραίνεις, ἐπὶ τοῦ [[Διός]], Αἰσχύλ. Ἱκ. 374· [[πρᾶγμα]] [[λίαν]] ἐπιθυμητὸν ἢ τὸ ὁποῖον πολὺ ἐπιθυμεῖ τις, [[σκοπός]], ἀντικείμενον, εἰ μὲν γὰρ ὑμῖν μὴ τόδ’ ἐκπράξω [[χρέος]] [[αὐτόθι]] 472, πρβλ. Σοφ. Ο. Τ. 156, Ο. Κ. 251· πᾶν ὃ θέλεις... χρ. ἐκτετέλεσται Θεόκρ. 25. 53· μετὰ γεν., ὡς τὸ [[χάρις]], σὸν οὐκ ἔλασσον ἢ κείνης χρ. Εὐρ. Ἑκ. 892. 2) σχεδὸν ὡς τὸ [[χρῆμα]], [[πρᾶγμα]], τί [[χρέος]]; = τί [[χρῆμα]]; διὰ τί; Αἰσχύλ. Ἀγ. 85 ἐφ’ ὅ τι χρ. ἐμόλετε; Εὐρ. Ὀρ. 151· τί καινὸν χρ. ἔβα δόμους; ὁ αὐτ. ἐν Ἡρακλ. 95 πρβλ. Ἀποσπ. 1000. 3) ἐλάφους, μέγα τι χρ. (ἴδε [[χρῆμα]] ΙΙ. 3) Καλλ. εἰς Ἄρτ. 100, πρβλ. 24, 65. ΙΙΙ. ἐν Ὀδ. Λ. 479, ἦλθον Τειρεσίαο κατά [[χρέος]], φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] = Τειρεσίᾳ χρησόμενος (Κ. 492) ἵνα συμβουλευθῶ τὸν Τειρ. 2) ἀλλαχοῦ κατὰ [[χρέος]] σημαίνει, καθὼς [[εἶναι]] [[πρέπον]], καθὼς [[εἶναι]] καλόν, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 138, πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 189. IV. [[χρέος]], καθῆκον, [[σκοπός]], [[ἔργον]], ἦλθε τωὔτ’ ἐπὶ [[χρέος]] Πινδ. Ο. 1. 71, πρβλ. 7. 72· οἷς τόδ’ ἦν [[χρέος]] Αἰσχύλ. Πέρσ. 777, πρβλ. Θήβ. 20· τὸν σὸν μελέσθω.. φρουρῆσαι [[χρέος]] Σοφ. Ἠλ. 74, πρβλ. Εὐρ. Ὀρ. 1253, Ι. Τ. 683, Ἡρ. Μαιν. 530. V. τὸ συνδρῶν χρ., τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναί τις συνεργὸς εἴς τι, Εὐρ. Ἀνδρ. 337. VI. [[πρᾶγμα]] χρήσιμον ἢ ὠφέλιμον, χρεῶν χρῄζοντι μετάδοσιν ποιήσασαι Ἱππ. Ὅρκ. VII. παρὰ [[χρέος]] = [[παραχρῆμα]]. Νικ. Ἀλεξιφ. 627. VIII. = [[χρεία]], τί δὲ τοῦδ’ ἔχει πλέκους [[χρέος]]; Ἀριστοφ. Ἀριστοφ. Ἀχ. 454, πρβλ. Βίωνα 13. 2. - Ἴδε Κόντου ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Γ΄, σ. 329.
}}
}}
{{bailly
{{bailly