Anonymous

σκύφος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "οῡ" to "οῦ"
m (Text replacement - "perh." to "perhaps")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=το, ΝΜΑ, και [[σκύφος]], ὁ, ΜΑ, και [[σκύπφος]] και αιολ. τ. [[σκύθος]], ὁ, Α<br />πήλινο [[αγγείο]] με βαθύ [[σώμα]] και με δύο οριζόντιες λαβές [[κοντά]] στα χείλη, το οποίο χρησιμοποιούσαν στην αρχαία [[Ελλάδα]] ως [[ποτήρι]] [[ιδίως]] οι φτωχοί αγρότες<br /><b>μσν.</b><br />[[ασπίδα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ξύλινο αβαθές [[δοχείο]], [[γαβάθα]]<br /><b>2.</b> το [[κρανίο]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «κισσοῡ [[σκύφος]]» ή «κίσσινον [[σκύφος]]» — το [[κισσύβιον]] (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Η λ. εμφανίζει [[ομοιότητα]] [[προς]] τους τ. [[σκάφος]], [[σκάφη]]. Κατά μία [[άποψη]], το -<i>υ</i>- [[είναι]] αναλογικό [[προς]] το -<i>υ</i>- τών συγγενών σημασιολογικά τύπων: [[κύπελλο]], [[κύτος]], [[κύμβη]].
|mltxt=το, ΝΜΑ, και [[σκύφος]], ὁ, ΜΑ, και [[σκύπφος]] και αιολ. τ. [[σκύθος]], ὁ, Α<br />πήλινο [[αγγείο]] με βαθύ [[σώμα]] και με δύο οριζόντιες λαβές [[κοντά]] στα χείλη, το οποίο χρησιμοποιούσαν στην αρχαία [[Ελλάδα]] ως [[ποτήρι]] [[ιδίως]] οι φτωχοί αγρότες<br /><b>μσν.</b><br />[[ασπίδα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ξύλινο αβαθές [[δοχείο]], [[γαβάθα]]<br /><b>2.</b> το [[κρανίο]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «κισσοῦ [[σκύφος]]» ή «κίσσινον [[σκύφος]]» — το [[κισσύβιον]] (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Η λ. εμφανίζει [[ομοιότητα]] [[προς]] τους τ. [[σκάφος]], [[σκάφη]]. Κατά μία [[άποψη]], το -<i>υ</i>- [[είναι]] αναλογικό [[προς]] το -<i>υ</i>- τών συγγενών σημασιολογικά τύπων: [[κύπελλο]], [[κύτος]], [[κύμβη]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm