3,253,652
edits
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και αττ. τ. ξυγγνώμων, -ύγγνωμον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει την [[ίδια]] [[γνώμη]], που συμφωνεί με κάποιον («νῦν δὲ τῆς ἀνάγκης ἔχειν συγγνώμονα τὸν | |mltxt=και αττ. τ. ξυγγνώμων, -ύγγνωμον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει την [[ίδια]] [[γνώμη]], που συμφωνεί με κάποιον («νῦν δὲ τῆς ἀνάγκης ἔχειν συγγνώμονα τὸν Λυκοῦργον», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που γνωρίζει [[κάτι]] [[μαζί]] με άλλον<br /><b>3.</b> [[πρόθυμος]] στο να συγχωρεί, [[επιεικής]]<br /><b>4.</b> (<b>με παθ. σημ.</b>) [[άξιος]] συγγνώμης («ξύγγνωμον δ' ἐστὶ τὸ ἀκούσιον», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>5.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ξύγγνωμον</i><br />η [[συγγνώμη]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «[[συγγνώμων]] [[εἰμί]] τινι» — [[είμαι]] [[ευνοϊκός]] [[απέναντι]] σε κάποιον (<b>Ευρ.</b>)<br />β) «[[συγγνώμων]] [[εἰμί]] τινος» — [[είμαι]] διατεθειμένος να συγχωρήσω κάποιον ή [[κάτι]] (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[γνώμων]] (<span style="color: red;"><</span> [[γιγνώσκω]]), [[πρβλ]]. [[προγνώμων]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |