3,253,654
edits
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=rachia | |Transliteration C=rachia | ||
|Beta Code=r(axi/a | |Beta Code=r(axi/a | ||
|Definition=Ion. ῥηχίη, ἡ, < | |Definition=Ion. [[ῥηχίη]], ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[flood tide]], opp. [[ἄμπωτις]], Hdt.2.11, 7.198; joined with [[πλημυρίς]] ([[si vera lectio|s.v.l.]]), Id.8.129, cf. Hp. ap. Gal.19.135.<br><span class="bld">2</span> the [[roar of the breakers]], metaph. of a [[crowd]] of [[people]], ὄχλου τοιούτου ῥαχίαν ἠθροισμένην Posidipp.27.11; ῥαχίαν ποιεῖν ἐν δήμῳ Plu.2.789d, cf. 791a: [[proverb|prov.]], ῥαχίας [[λαλίστερος]] = as [[garrulous]] as a [[reef]] Diogenian.7.99.<br><span class="bld">II</span> [[rocky shore]] or [[rocky beach]] (πᾶς [[πετρώδης]] [[αἰγιαλός]] Hsch.), ἁλίστονοι ῥ. A.Pr.713; παρ' αὐτὴν τὴν ῥαχία Th.4.10, cf. Plb.3.39.4, Str.16.4.23.<br><span class="bld">2</span> = [[ῥάχις]] 11.1, S.Fr.1088;= ῥάχις ''1'', Nonn.D.11.182, 39.334 (v. ad fin.). [ῥᾰ- metri gr. only in late Poets, as AP7.393 (Diocl.); in sense 11.2, Nonn. Il.cc.] (Cogn. with [[ῥᾱσσω]], [[ῥήσσω]], and [[ἀράσσω]]; τὸν τόπον ᾧ προσαράττει τὸ κῦμα, Ael.Dion.Fr.427: not cogn. with [[ῥήγνυμι]], which has pan-Hellenic η.) | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />και ιων. τ. [[ῥηχίη]], ἡ, Α<br /><b>1.</b> η [[θάλασσα]] που φουσκώνει και σπάει στην [[ακτή]] (α. «[[ῥηχίη]] δ' ἐν αὐτῷ καὶ [[ἄμπωτις]] ἀνὰ πᾶσαν ἡμέρην γίνεται», <b>Ηρόδ.</b><br />β. «αἴτιον δὲ λέγουσι Ποτιδαιῆται τῆς ῥηχίης και τῆς πλημμυρίδος καὶ τοῦ Περσικοῦ πάθεος [[γενέσθαι]]», Ηρόδ)<br /><b>2.</b> ο [[συνεχής]] [[χτύπος]] τών κυμάτων στην [[ακτή]], ο [[ρόχθος]]<br /><b>3.</b> (σχετικά με όχλο) [[θόρυβος]], [[πάταγος]], [[οχλοβοή]] (α. «ραχίαν ποιοῦν | |mltxt=<b>(I)</b><br />και ιων. τ. [[ῥηχίη]], ἡ, Α<br /><b>1.</b> η [[θάλασσα]] που φουσκώνει και σπάει στην [[ακτή]] (α. «[[ῥηχίη]] δ' ἐν αὐτῷ καὶ [[ἄμπωτις]] ἀνὰ πᾶσαν ἡμέρην γίνεται», <b>Ηρόδ.</b><br />β. «αἴτιον δὲ λέγουσι Ποτιδαιῆται τῆς ῥηχίης και τῆς πλημμυρίδος καὶ τοῦ Περσικοῦ πάθεος [[γενέσθαι]]», Ηρόδ)<br /><b>2.</b> ο [[συνεχής]] [[χτύπος]] τών κυμάτων στην [[ακτή]], ο [[ρόχθος]]<br /><b>3.</b> (σχετικά με όχλο) [[θόρυβος]], [[πάταγος]], [[οχλοβοή]] (α. «ραχίαν ποιοῦν | ||
τος ἐν δήμῳ καὶ ψόφον», <b>Πλούτ.</b><br />β. «ὄχλου τοιούτου ῥαχίαν ἠθροισμένην», Ποσειδ.)<br /><b>4.</b> απότομη, [[βραχώδης]] [[ακτή]], στην οποία σπάζουν τα κύματα<br />(α. «ῥαχίαι ἁλίστονοι», <b>Αισχύλ.</b><br />β. «ῥαχίαις ἀλιμένοις παραβαλών», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>5.</b> [[ακτή]], [[παραλία]]<br /><b>6.</b> <b>παροιμ. φρ.</b> «ῥαχίας λαλίστερος» — πιο [[φαφλατάς]] κι από φουσκωμένη [[θάλασσα]], [[πολυλογάς]], [[φλύαρος]] <b>(Διογ.)</b>.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[ῥαχία]] συνδέεται με το ρ. <i>ῥᾱσσω</i> / <i>ῥᾱττω</i> «[[χτυπώ]], [[προσκρούω]]» και έχει σχηματιστεί [[είτε]] απευθείας από το θ. του ρ. [[ῥάσσω]] (πιθ. <span style="color: red;"><</span> <i>Fράχ</i>-<i>jω</i>, <b>βλ. λ.</b> [[ράσσω]]) με κατάλ. -<i>ία</i> [[είτε]] μέσω ενός αμάρτυρου ονόματος <i>ῥᾶχος</i> «[[χτύπημα]]» (<b>πρβλ.</b> <i>οἰκ</i>-<i>ία</i>: [[οἶκος]], [[ἀντλία]]: [[ἄντλος]])].<br /><b>(II)</b><br />ἡ, | τος ἐν δήμῳ καὶ ψόφον», <b>Πλούτ.</b><br />β. «ὄχλου τοιούτου ῥαχίαν ἠθροισμένην», Ποσειδ.)<br /><b>4.</b> απότομη, [[βραχώδης]] [[ακτή]], στην οποία σπάζουν τα κύματα<br />(α. «ῥαχίαι ἁλίστονοι», <b>Αισχύλ.</b><br />β. «ῥαχίαις ἀλιμένοις παραβαλών», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>5.</b> [[ακτή]], [[παραλία]]<br /><b>6.</b> <b>παροιμ. φρ.</b> «ῥαχίας λαλίστερος» — πιο [[φαφλατάς]] κι από φουσκωμένη [[θάλασσα]], [[πολυλογάς]], [[φλύαρος]] <b>(Διογ.)</b>.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[ῥαχία]] συνδέεται με το ρ. <i>ῥᾱσσω</i> / <i>ῥᾱττω</i> «[[χτυπώ]], [[προσκρούω]]» και έχει σχηματιστεί [[είτε]] απευθείας από το θ. του ρ. [[ῥάσσω]] (πιθ. <span style="color: red;"><</span> <i>Fράχ</i>-<i>jω</i>, <b>βλ. λ.</b> [[ράσσω]]) με κατάλ. -<i>ία</i> [[είτε]] μέσω ενός αμάρτυρου ονόματος <i>ῥᾶχος</i> «[[χτύπημα]]» (<b>πρβλ.</b> <i>οἰκ</i>-<i>ία</i>: [[οἶκος]], [[ἀντλία]]: [[ἄντλος]])].<br /><b>(II)</b><br />ἡ, Α·1. [[ράχη]] βουνού ή λόφου<br /><b>2.</b> το [[κάτω]] [[μέρος]] της ράχης, της ραχοκοκκαλιάς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥάχις]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. θηλ. -<i>ία</i>]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |