3,276,901
edits
m (Text replacement - "νεῑ" to "νεῖ") |
m (Text replacement - "οῑσι" to "οῖσι") |
||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (AM [[διατριβή]])<br /><b>1.</b> [[διαμονή]], [[παραμονή]] σ' έναν [[τόπο]]<br /><b>2.</b> [[απώλεια]], [[κατανάλωση]] χρόνου, [[χρονοτριβή]], [[καθυστέρηση]], [[αναβολή]]<br /><b>3.</b> [[ενασχόληση]], [[απασχόληση]] με [[κάτι]], [[επίδοση]] σε [[κάτι]] («[[είναι]] ανώφελη η [[διατριβή]] σ' αυτά τα θέματα», «ἀργὸν ποιεῖσθαι ἐπὶ | |mltxt=η (AM [[διατριβή]])<br /><b>1.</b> [[διαμονή]], [[παραμονή]] σ' έναν [[τόπο]]<br /><b>2.</b> [[απώλεια]], [[κατανάλωση]] χρόνου, [[χρονοτριβή]], [[καθυστέρηση]], [[αναβολή]]<br /><b>3.</b> [[ενασχόληση]], [[απασχόληση]] με [[κάτι]], [[επίδοση]] σε [[κάτι]] («[[είναι]] ανώφελη η [[διατριβή]] σ' αυτά τα θέματα», «ἀργὸν ποιεῖσθαι ἐπὶ σεμνοῖσιν λόγοισι... διατριβὴν»)<br /><b>4.</b> σύντομη [[μελέτη]], [[πραγματεία]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> επικριτικό [[δημοσίευμα]] σε [[εφημερίδα]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «διδακτορική [[διατριβή]]» ή «[[εναίσιμος]] επί διδακτορίᾳ [[διατριβή]]» — πρωτότυπη [[μελέτη]] [[πάνω]] σ' ένα ειδικό επιστημονικό [[θέμα]] που συντάσσεται για την [[απόκτηση]] διδακτορικού διπλώματος<br />β) «[[διατριβή]] επί υφηγεσίᾳ» — [[πραγματεία]], [[μελέτη]] ή [[σύγγραμμα]] που υποβάλλει ο [[διδάκτορας]] για να καταλάβει [[έδρα]] υφηγητή<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[διασκέδαση]], [[τέρψη]] («εἰ μὴ φανεῖται [[διατριβή]] τις ἐν τῷ βίῳ», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αφορμή]] γέλιου, χλευασμού («παρέσχε τοῖς κωμικοῑς διατριβὴν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[τόπος]] διασκεδάσεως<br /><b>4.</b> σπουδαία [[απασχόληση]], [[μελέτη]] («τοὺς ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ τῇ τοιᾷδε διατριβῇ τεθραμμένους»)<br /><b>5.</b> φιλοσοφική [[σχολή]] («Ἐπικούρου [[διατριβή]]») και [[τόπος]] όπου γίνεται [[διδασκαλία]], [[σχολείο]] («ἡ ἐν τῷ κήπῳ [[διατριβή]]», Επίκ.)<br /><b>6.</b> [[τρόπος]] ζωής, [[τρόπος]] που περνά [[κανείς]] τον καιρό του («διατριβὴ ἐν ἀγορᾷ», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>7.</b> [[τόπος]] συναντήσεως, [[εντευκτήριο]] («τὰς ἐν Λυκείῳ καταλιπὼν διατριβὰς [[ἐνθάδε]] νῦν διατρίβεις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>8.</b> <b>(ρητορ.)</b> [[αφορμή]] για [[επιμονή]] σ' ένα [[ζήτημα]] («καὶ ούκ ἔχει πολλὰς διατριβὰς, οἶον πρὸς ἀντίδικον ἢ [[περί]] αὐτοῦ», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>9.</b> [[συνέχεια]], [[διάρκεια]]<br /><b>10.</b> [[συνουσία]], σαρκική [[επαφή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[διατρίβω]]. Η νεοελλ. [[σημασία]] «πρωτότυπη επιστημονική [[μελέτη]] για ένα [[θέμα]]» αποτελεί αντιδάνειο της Ελληνικής ([[πρβλ]]. γαλλ. <i>diatribe</i> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>diatriba</i> <span style="color: red;"><</span> αρχ. ελλ. [[διατριβή]])]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |