3,270,629
edits
m (Text replacement - "οῑσι" to "οῖσι") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[μειλικτήριος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] [[κατάλληλος]] ή [[ικανός]] να πραΰνει, [[εξιλεωτικός]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ μειλικτήρια</i><br />εξιλεωτικές ή εξιλαστήριες θυσίες («[[ἅπερ]] | |mltxt=[[μειλικτήριος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] [[κατάλληλος]] ή [[ικανός]] να πραΰνει, [[εξιλεωτικός]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ μειλικτήρια</i><br />εξιλεωτικές ή εξιλαστήριες θυσίες («[[ἅπερ]] νεκροῖσι μειλικτήρια, βοός τ' ἀφ' ἁγνῆς [[λευκόν]]... [[γάλα]]», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μειλίσσω]] «[[ευφραίνω]]» <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήριος</i> ([[πρβλ]]. <i>καθαρ</i>-<i>τήριος</i>)]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |