Anonymous

καταρρέπω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Ζεὺς" to "Ζεὺς"
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
m (Text replacement - "Ζεὺς" to "Ζεὺς")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καταρρέπω''': μέλλ. -ψω, [[κλίνω]] πρὸς τὸ ἓν [[μέρος]], [[κυρίως]] ἐπὶ τῆς ζυγαριᾶς, [[κλίνω]] πρὸς τὰ [[κάτω]], τὰ ἀκρώμια τὰ καταρρέποντα Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808· ἀντίθ. τῷ [[ἰσορροπέω]] καὶ ζυγοστατοῦμαι, ἵνα μὴ νεύῃ [[μηδὲ]] ἐπὶ πολὺ καταρρέπῃ μηδὲν αὐτῶν, ἀλλ’ ἰσορροποῦν καὶ ζυγοστατούμενον ἐπὶ πολὺ διαμένῃ Πολύδ. 6. 10, 7· ἐπί τι Ἐπίκ. π. Διογ. Λ. 10. 95. ΙΙ. μεταβ. [[κλίνω]] τινὰ πρὸς τὰ [[κάτω]], τὸν κάμω νὰ πέσῃ, [[καταβάλλω]], ἀντίθ. τῷ ὀρθῶ τινα· [[τύχη]] γὰρ ὀρθοῖ καὶ [[τύχη]] καταρρέπει τὸν εὐτυχοῦντα τόν τε δυστυχοῦντ’ ἀεὶ Σοφ. Ἀντ. 1158· πρβλ. [[ἐπιρρέπω]]· [[Ζεὺς]] τὸ [[τάλαντον]] ἐπιρρέπει Θέογν. 157.
|lstext='''καταρρέπω''': μέλλ. -ψω, [[κλίνω]] πρὸς τὸ ἓν [[μέρος]], [[κυρίως]] ἐπὶ τῆς ζυγαριᾶς, [[κλίνω]] πρὸς τὰ [[κάτω]], τὰ ἀκρώμια τὰ καταρρέποντα Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808· ἀντίθ. τῷ [[ἰσορροπέω]] καὶ ζυγοστατοῦμαι, ἵνα μὴ νεύῃ [[μηδὲ]] ἐπὶ πολὺ καταρρέπῃ μηδὲν αὐτῶν, ἀλλ’ ἰσορροποῦν καὶ ζυγοστατούμενον ἐπὶ πολὺ διαμένῃ Πολύδ. 6. 10, 7· ἐπί τι Ἐπίκ. π. Διογ. Λ. 10. 95. ΙΙ. μεταβ. [[κλίνω]] τινὰ πρὸς τὰ [[κάτω]], τὸν κάμω νὰ πέσῃ, [[καταβάλλω]], ἀντίθ. τῷ ὀρθῶ τινα· [[τύχη]] γὰρ ὀρθοῖ καὶ [[τύχη]] καταρρέπει τὸν εὐτυχοῦντα τόν τε δυστυχοῦντ’ ἀεὶ Σοφ. Ἀντ. 1158· πρβλ. [[ἐπιρρέπω]]· [[Ζεύς|Ζεὺς]] τὸ [[τάλαντον]] ἐπιρρέπει Θέογν. 157.
}}
}}
{{bailly
{{bailly