Anonymous

παρεκβαίνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - " πᾱν " to " πᾶν "
m (Text replacement - "</span> ;" to "</span>;")
m (Text replacement - " πᾱν " to " πᾶν ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΑ, κρητ. τ. [[παρεσβαίνω]] Α [[εκβαίνω]]<br /><b>1.</b> [[βγαίνω]] έξω από [[κάτι]], απομακρύνομαι<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> παρεκτρέπομαι, [[βγαίνω]] από τον δρόμο μου, [[παρεκκλίνω]], [[αποκλίνω]], [[λοξοδρομώ]]<br /><b>3.</b> (για ρήτορες ή συγγραφείς) [[βγαίνω]] από το [[κυρίως]] [[θέμα]] της ομιλίας ή του συγγράμματος, [[κάνω]] [[παρέκβαση]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[υπερβαίνω]], [[παραβαίνω]], [[παρανομώ]] («τὸ πᾱν Διὸς [[σέβας]] παρεκβάντες οὐ θεμιστῶς», <b>Αισχύλ.</b>).
|mltxt=ΝΑ, κρητ. τ. [[παρεσβαίνω]] Α [[εκβαίνω]]<br /><b>1.</b> [[βγαίνω]] έξω από [[κάτι]], απομακρύνομαι<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> παρεκτρέπομαι, [[βγαίνω]] από τον δρόμο μου, [[παρεκκλίνω]], [[αποκλίνω]], [[λοξοδρομώ]]<br /><b>3.</b> (για ρήτορες ή συγγραφείς) [[βγαίνω]] από το [[κυρίως]] [[θέμα]] της ομιλίας ή του συγγράμματος, [[κάνω]] [[παρέκβαση]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[υπερβαίνω]], [[παραβαίνω]], [[παρανομώ]] («τὸ πᾶν Διὸς [[σέβας]] παρεκβάντες οὐ θεμιστῶς», <b>Αισχύλ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm