Anonymous

καμπή: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "l’" to "l'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1318.png Seite 1318]] ἡ, die Krümmung, der Bug; ὁ ποταμὸς περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος Her. 1, 185; καὶ [[ἔκτασις]] Plat. Legg. VII, 795 e; Sp., wie Arist. part. anim. 4, 6; αἱ κατὰ τὰ ῥεῖθρα καμπαί Strab. X, 458; Biegung, Gelenk der Glieder, Arist. Bes. die Umbiegung der Rennbahn, περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες Ar. Pax 870, wo auch κάμπαις accentuirt ist; καμπαῖσι [[δρόμων]] Eur. I. A. 224; εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν καμπὴν ἐν τῇ ἱπποδρομίᾳ Plat. Ion 537 a; καμπὴν ποιεῖσθαι, umbiegen u. zurücklaufen oder -fahren; übertr., in der Rede, Phaed. 72 b; [[πάλιν]] τοι μῦθον ἐς καμπὴν ἄγε Eur. El. 659; vom Gesange, εἴ τις κάμψειέν τινα καμπήν Ar. Nubb. 956, künstliche Schnörkel, Rouladen machen; ἐξαρμονίους καμπὰς ποιεῖν Phereer. bei Plut. de music. 30; bei den Rhett. von der Abrundung der Perioden, conversio.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1318.png Seite 1318]] ἡ, die Krümmung, der Bug; ὁ ποταμὸς περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος Her. 1, 185; καὶ [[ἔκτασις]] Plat. Legg. VII, 795 e; Sp., wie Arist. part. anim. 4, 6; αἱ κατὰ τὰ ῥεῖθρα καμπαί Strab. X, 458; Biegung, Gelenk der Glieder, Arist. Bes. die Umbiegung der Rennbahn, περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες Ar. Pax 870, wo auch κάμπαις accentuirt ist; καμπαῖσι [[δρόμων]] Eur. I. A. 224; εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν καμπὴν ἐν τῇ ἱπποδρομίᾳ Plat. Ion 537 a; καμπὴν ποιεῖσθαι, umbiegen u. zurücklaufen oder -fahren; übertr., in der Rede, Phaed. 72 b; [[πάλιν]] τοι μῦθον ἐς καμπὴν ἄγε Eur. El. 659; vom Gesange, εἴ τις κάμψειέν τινα καμπήν Ar. Nubb. 956, künstliche Schnörkel, Rouladen machen; ἐξαρμονίους καμπὰς ποιεῖν Phereer. bei Plut. de music. 30; bei den Rhett. von der Abrundung der Perioden, conversio.
}}
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br />courbure, <i>d'où</i><br /><b>I.</b> <i>au pr.</i> <b>1</b> courbe, sinuosité (d'une rivière, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> flexion, articulation d'un membre;<br /><b>3</b> point de la carrière où l'on détourne le char pour le ramener ; <i>fig.</i> but à atteindre;<br /><b>II.</b> <i>p. anal.</i> flexion, inflexion de la voix ; <i>p. ext.</i> ornement, broderie.<br />'''Étymologie:''' R. Καμπ, v. [[κάμπτω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καμπή''': ἡ, (ἴδε [[κάμπτω]]) ὡς καὶ νῦν, ἐπὶ ποταμοῦ, ὡς ὁ ποταμὸς βραδύτερος εἴη περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος Ἡρόδ. 1. 185· Εὐβοΐδα καμπήν, ἐπὶ τοῦ Εὐρίπου, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 27. ΙΙ. ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] κάμπτουσι τὰ ἅρματα, ἐν τῷ ἀγῶνι, ὁ [[καμπτήρ]], Λατ. flexus, curriculi, περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες Ἀριστοφ. Εἰρ. 904· καμπαῖσι [[δρόμων]] συμφοραῖς Ψευδο-Εὐρ. Ι. Α. 224· εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν κ. Πλάτ. Ἴων 537Α· μεταφ., μῦθον ἐς καμπὴν ἄγειν, ἄγειν τὸν λόγον εἰς τὸ [[μέσον]], εἰς τὸ [[σημεῖον]] τῆς στροφῆς, Εὐρ. Ἠλ. 659· οὕτω, καμπὰς ποιεῖσθαι Πλάτ. Φαίδ. 72Β· πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙ, [[καμπτήρ]] ΙΙ. ΙΙΙ. ἐν τῇ μουσικῇ, [[στροφή]], [[αἰφνίδιος]] [[μεταβολή]], καμπαὶ ᾀσμάτων Φιλόστρ. 620· ἴδε ἐν λ. [[κακότεχνος]], καὶ πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙΙ, [[κατακάμπτω]]: [[ὡσαύτως]] ἐν τῇ Ρητορικῇ, ἡ στροφὴ προτάσεως, Δημήτρ. Φαληρ. § 17. IV. ἡ [[κάμψις]] ἢ τὸ [[λύγισμα]] μέλους, τῶν δακτύλων, τῶν ὤμων, τῶν ἰσχίων, τῶν βραχιόνων, κτλ., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 26, κ. ἀλλ.· ἐπὶ τῆς κεφαλῆς, οὐκ ἔχουσα καμπὰς Πλάτ. Τίμ. 75C, πρβλ. 74Ε· ἴδε [[κάμπτω]] Ι.
|lstext='''καμπή''': ἡ, (ἴδε [[κάμπτω]]) ὡς καὶ νῦν, ἐπὶ ποταμοῦ, ὡς ὁ ποταμὸς βραδύτερος εἴη περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος Ἡρόδ. 1. 185· Εὐβοΐδα καμπήν, ἐπὶ τοῦ Εὐρίπου, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 27. ΙΙ. ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] κάμπτουσι τὰ ἅρματα, ἐν τῷ ἀγῶνι, ὁ [[καμπτήρ]], Λατ. flexus, curriculi, περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες Ἀριστοφ. Εἰρ. 904· καμπαῖσι [[δρόμων]] συμφοραῖς Ψευδο-Εὐρ. Ι. Α. 224· εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν κ. Πλάτ. Ἴων 537Α· μεταφ., μῦθον ἐς καμπὴν ἄγειν, ἄγειν τὸν λόγον εἰς τὸ [[μέσον]], εἰς τὸ [[σημεῖον]] τῆς στροφῆς, Εὐρ. Ἠλ. 659· οὕτω, καμπὰς ποιεῖσθαι Πλάτ. Φαίδ. 72Β· πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙ, [[καμπτήρ]] ΙΙ. ΙΙΙ. ἐν τῇ μουσικῇ, [[στροφή]], [[αἰφνίδιος]] [[μεταβολή]], καμπαὶ ᾀσμάτων Φιλόστρ. 620· ἴδε ἐν λ. [[κακότεχνος]], καὶ πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙΙ, [[κατακάμπτω]]: [[ὡσαύτως]] ἐν τῇ Ρητορικῇ, ἡ στροφὴ προτάσεως, Δημήτρ. Φαληρ. § 17. IV. ἡ [[κάμψις]] ἢ τὸ [[λύγισμα]] μέλους, τῶν δακτύλων, τῶν ὤμων, τῶν ἰσχίων, τῶν βραχιόνων, κτλ., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 26, κ. ἀλλ.· ἐπὶ τῆς κεφαλῆς, οὐκ ἔχουσα καμπὰς Πλάτ. Τίμ. 75C, πρβλ. 74Ε· ἴδε [[κάμπτω]] Ι.
}}
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br />courbure, <i>d'où</i><br /><b>I.</b> <i>au pr.</i> <b>1</b> courbe, sinuosité (d'une rivière, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> flexion, articulation d'un membre;<br /><b>3</b> point de la carrière où l'on détourne le char pour le ramener ; <i>fig.</i> but à atteindre;<br /><b>II.</b> <i>p. anal.</i> flexion, inflexion de la voix ; <i>p. ext.</i> ornement, broderie.<br />'''Étymologie:''' R. Καμπ, v. [[κάμπτω]].
}}
}}
{{grml
{{grml