Anonymous

καμπή: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ῆς (ἡ) :<br />courbure, <i>d'où</i><br /><b>I.</b> <i>au pr.</i> <b>1</b> courbe, sinuosité (d'une rivière, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> flexion, articulation d'un membre;<br /><b>3</b> point de la carrière où l'on détourne le char pour le ramener ; <i>fig.</i> but à atteindre;<br /><b>II.</b> <i>p. anal.</i> flexion, inflexion de la voix ; <i>p. ext.</i> ornement, broderie.<br />'''Étymologie:''' R. Καμπ, v. [[κάμπτω]].
|btext=ῆς (ἡ) :<br />courbure, <i>d'où</i><br /><b>I.</b> <i>au pr.</i> <b>1</b> courbe, sinuosité (d'une rivière, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> flexion, articulation d'un membre;<br /><b>3</b> point de la carrière où l'on détourne le char pour le ramener ; <i>fig.</i> but à atteindre;<br /><b>II.</b> <i>p. anal.</i> flexion, inflexion de la voix ; <i>p. ext.</i> ornement, broderie.<br />'''Étymologie:''' R. Καμπ, v. [[κάμπτω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''καμπή''': , (ἴδε [[κάμπτω]]) ὡς καὶ νῦν, ἐπὶ ποταμοῦ, ὡς ὁ ποταμὸς βραδύτερος εἴη περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος Ἡρόδ. 1. 185· Εὐβοΐδα καμπήν, ἐπὶ τοῦ Εὐρίπου, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 27. ΙΙ. ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] κάμπτουσι τὰ ἅρματα, ἐν τῷ ἀγῶνι, ὁ [[καμπτήρ]], Λατ. flexus, curriculi, περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες Ἀριστοφ. Εἰρ. 904· καμπαῖσι [[δρόμων]] συμφοραῖς Ψευδο-Εὐρ. Ι. Α. 224· εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν κ. Πλάτ. Ἴων 537Α· μεταφ., μῦθον ἐς καμπὴν ἄγειν, ἄγειν τὸν λόγον εἰς τὸ [[μέσον]], εἰς τὸ [[σημεῖον]] τῆς στροφῆς, Εὐρ. Ἠλ. 659· οὕτω, καμπὰς ποιεῖσθαι Πλάτ. Φαίδ. 72Β· πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙ, [[καμπτήρ]] ΙΙ. ΙΙΙ. ἐν τῇ μουσικῇ, [[στροφή]], [[αἰφνίδιος]] [[μεταβολή]], καμπαὶ ᾀσμάτων Φιλόστρ. 620· ἴδε ἐν λ. [[κακότεχνος]], καὶ πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙΙ, [[κατακάμπτω]]: [[ὡσαύτως]] ἐν τῇ Ρητορικῇ, ἡ στροφὴ προτάσεως, Δημήτρ. Φαληρ. § 17. IV. ἡ [[κάμψις]] ἢ τὸ [[λύγισμα]] μέλους, τῶν δακτύλων, τῶν ὤμων, τῶν ἰσχίων, τῶν βραχιόνων, κτλ., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 26, κ. ἀλλ.· ἐπὶ τῆς κεφαλῆς, οὐκ ἔχουσα καμπὰς Πλάτ. Τίμ. 75C, πρβλ. 74Ε· ἴδε [[κάμπτω]] Ι.
|elnltext=καμπή -ῆς, ἡ [κάμπτω] bocht:; ποταμὸς βραδύτερος... περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος de rivier werd trager doordat de stroming gebroken werd door talrijke bochten Hdt. 1.185.6; keerpunt:; εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν καμπήν goed opletten bij het keerpunt Plat. Ion 537a; overdr.: μῦθον εἰς καμπὴν ἄγε breng je verhaal tot de (beslissende) wending Eur. El. 659. buiging, van ledematen:; τῶν... μελῶν... τὸ προσῆκον καμπῆς de passende vorm van buigen van de ledematen Plat. Lg. 795e; muz. stembuiging:. κάμπτειν τινα καμπήν een speciale stembuiging doen Aristoph. Nub. 969.
}}
{{elru
|elrutext='''καμπή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[изгиб]], [[излучина]]: ὁ ποταμὸς περὶ πολλὰς καμπὰς ἀγνύμενος Her. река, текущая многочисленными изломами;<br /><b class="num">2)</b> [[поворот]]: καμπαῖσι [[δρόμων]] Eur. на поворотах дорог; εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν καμπὴν Plat. быть осторожным на повороте; καμπὴν ποιεῖσθαι Plat. сделать поворот, т. е. вернуться назад; [[πάλιν]] τοι μῦθον ἐς καμπὴν [[ἄγε]] Eur. верни свою речь к повороту, т. е. скажи, к чему клонится твоя речь;<br /><b class="num">3)</b> [[сгиб]], [[сочленение]], [[сустав]] (τῶν δακτύλων, τῶν βραχιόνων Arst.);<br /><b class="num">4)</b> [[сгибание]]: κ. καὶ [[ἔκτασις]] Plat. сгибание и разгибание (тела);<br /><b class="num">5)</b> муз. [[переход]], [[перелив]], [[рулада]] (καμπὰς ποιεῖν Plut.): κάμπτειν τινὰ καμπήν Arph. выводить какую-л. руладу.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''καμπή:''' ἡ, ([[κάμπτω]]),<br /><b class="num">I.</b> [[καμπύλη]], [[στροφή]], λέγεται για [[ποτάμι]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> [[στροφή]], [[γωνία]] ιπποδρόμου στην οποία στρίβουν τα άρματα κατά τη [[διάρκεια]] του αγώνα, σε Αριστοφ.· μεταφ., <i>μῦθον ἐς καμπὴν ἄγειν</i>, [[οδηγώ]] το λόγο στην [[μέση]] του ή σε [[σημείο]] μετάβασης της δράσης, σε Ευρ.· <i>καμπὰς ποιεῖσθαι</i>, σε Πλάτ.
|lsmtext='''καμπή:''' ἡ, ([[κάμπτω]]),<br /><b class="num">I.</b> [[καμπύλη]], [[στροφή]], λέγεται για [[ποτάμι]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> [[στροφή]], [[γωνία]] ιπποδρόμου στην οποία στρίβουν τα άρματα κατά τη [[διάρκεια]] του αγώνα, σε Αριστοφ.· μεταφ., <i>μῦθον ἐς καμπὴν ἄγειν</i>, [[οδηγώ]] το λόγο στην [[μέση]] του ή σε [[σημείο]] μετάβασης της δράσης, σε Ευρ.· <i>καμπὰς ποιεῖσθαι</i>, σε Πλάτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''καμπή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[изгиб]], [[излучина]]: ὁ ποταμὸς περὶ πολλὰς καμπὰς ἀγνύμενος Her. река, текущая многочисленными изломами;<br /><b class="num">2)</b> [[поворот]]: καμπαῖσι [[δρόμων]] Eur. на поворотах дорог; εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν καμπὴν Plat. быть осторожным на повороте; καμπὴν ποιεῖσθαι Plat. сделать поворот, т. е. вернуться назад; [[πάλιν]] τοι μῦθον ἐς καμπὴν [[ἄγε]] Eur. верни свою речь к повороту, т. е. скажи, к чему клонится твоя речь;<br /><b class="num">3)</b> [[сгиб]], [[сочленение]], [[сустав]] (τῶν δακτύλων, τῶν βραχιόνων Arst.);<br /><b class="num">4)</b> [[сгибание]]: κ. καὶ [[ἔκτασις]] Plat. сгибание и разгибание (тела);<br /><b class="num">5)</b> муз. [[переход]], [[перелив]], [[рулада]] (καμπὰς ποιεῖν Plut.): κάμπτειν τινὰ καμπήν Arph. выводить какую-л. руладу.
|lstext='''καμπή''': , (ἴδε [[κάμπτω]]) ὡς καὶ νῦν, ἐπὶ ποταμοῦ, ὡς ὁ ποταμὸς βραδύτερος εἴη περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος Ἡρόδ. 1. 185· Εὐβοΐδα καμπήν, ἐπὶ τοῦ Εὐρίπου, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 27. ΙΙ. ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] κάμπτουσι τὰ ἅρματα, ἐν τῷ ἀγῶνι, ὁ [[καμπτήρ]], Λατ. flexus, curriculi, περὶ ταῖσι καμπαῖς ἡνίοχοι πεπτωκότες Ἀριστοφ. Εἰρ. 904· καμπαῖσι [[δρόμων]] συμφοραῖς Ψευδο-Εὐρ. Ι. Α. 224· εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν κ. Πλάτ. Ἴων 537Α· μεταφ., μῦθον ἐς καμπὴν ἄγειν, ἄγειν τὸν λόγον εἰς τὸ [[μέσον]], εἰς τὸ [[σημεῖον]] τῆς στροφῆς, Εὐρ. Ἠλ. 659· οὕτω, καμπὰς ποιεῖσθαι Πλάτ. Φαίδ. 72Β· πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙ, [[καμπτήρ]] ΙΙ. ΙΙΙ. ἐν τῇ μουσικῇ, [[στροφή]], [[αἰφνίδιος]] [[μεταβολή]], καμπαὶ ᾀσμάτων Φιλόστρ. 620· ἴδε ἐν λ. [[κακότεχνος]], καὶ πρβλ. [[κάμπτω]] ΙΙΙ, [[κατακάμπτω]]: [[ὡσαύτως]] ἐν τῇ Ρητορικῇ, ἡ στροφὴ προτάσεως, Δημήτρ. Φαληρ. § 17. IV. ἡ [[κάμψις]] ἢ τὸ [[λύγισμα]] μέλους, τῶν δακτύλων, τῶν ὤμων, τῶν ἰσχίων, τῶν βραχιόνων, κτλ., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 1, 26, κ. ἀλλ.· ἐπὶ τῆς κεφαλῆς, οὐκ ἔχουσα καμπὰς Πλάτ. Τίμ. 75C, πρβλ. 74Ε· ἴδε [[κάμπτω]] Ι.
}}
{{elnl
|elnltext=καμπή -ῆς, ἡ [κάμπτω] bocht:; ποταμὸς βραδύτερος... περὶ καμπὰς πολλὰς ἀγνύμενος de rivier werd trager doordat de stroming gebroken werd door talrijke bochten Hdt. 1.185.6; keerpunt:; εὐλαβηθῆναι περὶ τὴν καμπήν goed opletten bij het keerpunt Plat. Ion 537a; overdr.: μῦθον εἰς καμπὴν ἄγε breng je verhaal tot de (beslissende) wending Eur. El. 659. buiging, van ledematen:; τῶν... μελῶν... τὸ προσῆκον καμπῆς de passende vorm van buigen van de ledematen Plat. Lg. 795e; muz. stembuiging:. κάμπτειν τινα καμπήν een speciale stembuiging doen Aristoph. Nub. 969.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj