Anonymous

κόλος: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  1 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[([\p{Cyrillic}]+) или ([\p{Cyrillic}]+)\]\]" to "$1 или $2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1475.png Seite 1475]] ον, [[verstümmelt]], abgestumpft, mit abgebrochener Spitze; [[δόρυ]] Il. 16, 117; besonders mit abgestumpften Hörnern, od. ohne Hörner, [[γένος]] βοῶν Her. 4, 29, [[τράγος]] Theocr. 8, 49; Ggstz κεράεσσιν πεποιθώς Nic. Ther. 260. – Das achte Buch der Ilias heißt [[κόλος]] [[μάχη]]. ὁ, Strab. 7, 4, 8, bei Ath. V, 200 e [[κῶλος]] geschr., ein Thier der Scythen, μεταξὺ ἐλάφου καὶ κριοῦ τὸ [[μέγεθος]], [[λευκός]], etwa Rennthier?
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1475.png Seite 1475]] ον, [[verstümmelt]], abgestumpft, mit abgebrochener Spitze; [[δόρυ]] Il. 16, 117; besonders mit abgestumpften Hörnern, od. ohne Hörner, [[γένος]] βοῶν Her. 4, 29, [[τράγος]] Theocr. 8, 49; Ggstz κεράεσσιν πεποιθώς Nic. Ther. 260. – Das achte Buch der Ilias heißt [[κόλος]] [[μάχη]]. ὁ, Strab. 7, 4, 8, bei Ath. V, 200 e [[κῶλος]] geschr., ein Thier der Scythen, μεταξὺ ἐλάφου καὶ κριοῦ τὸ [[μέγεθος]], [[λευκός]], etwa Rennthier?
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> tronqué, écourté;<br /><b>2</b> aux cornes écourtées <i>ou</i> sans cornes.<br />'''Étymologie:''' DELG parallèles slaves pour ce mot techn.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κόλος''': -ον, [[βραχύς]], «[[κοντός]]», Λατ. curtus, [[κόλον]] [[δόρυ]] Ἰλ. Π. 117· ἐπὶ βοῶν, ὡς τὸ [[κολοβός]], ἔχων βραχέα κέρατα ἢ [[ἄνευ]] κεράτων, τὸ γένος τῶν βοῶν τὸ κ. Ἡρόδ. 4. 29, πρβλ. 2. 46 ([[ἔνθα]] ἀντὶ τοῦ οἱ αἰπόλοι ὁ Schäf. διώρθωσεν οἱ κόλοι)· [[οὕτως]], ὦ κόλε, ἀποτεινόμενον εἰς τράγον, Θεόκρ. 8. 51· ἐπὶ τοῦ κεράστου, Νικ. Θηρ. 260· ― ἐν Στράβ. 312, [[κόλος]] [[εἶναι]] [[ζῷον]] τῆς Ταυρικῆς, τετράπουν [[λευκόν]], μεταξὺ ἐλάφου καὶ κριοῦ τὸ [[μέγεθος]], ὀξύτερον τούτων εἰς τὸ τρέχειν, [[πῖνον]] διὰ τῶν ῥωθώνων καὶ ταμιεῦον [[ὕδωρ]] ἐν τῇ κεφαλῇ, [[ἴσως]] [[εἶδος]] τράγου [[ἄνευ]] κεράτων, «[[κόλον]]... μέγαν τράγον κέρατα οὐκ ἔχοντα» Ἡσύχ.· πρβλ. [[αἰπόλος]]. 2) [[κόλος]] [[μάχη]], ἴδε ἐν λέξ. [[κολοβομάχη]]. (Ἐντεῦθεν κολοβὸς (δηλ. κολοϝός, ὡς τὸ ὁλοϝός, salv-us), κολούω· πιθανῶς [[ὡσαύτως]] καὶ τὸ [[κολάζω]].)
|lstext='''κόλος''': -ον, [[βραχύς]], «[[κοντός]]», Λατ. curtus, [[κόλον]] [[δόρυ]] Ἰλ. Π. 117· ἐπὶ βοῶν, ὡς τὸ [[κολοβός]], ἔχων βραχέα κέρατα ἢ [[ἄνευ]] κεράτων, τὸ γένος τῶν βοῶν τὸ κ. Ἡρόδ. 4. 29, πρβλ. 2. 46 ([[ἔνθα]] ἀντὶ τοῦ οἱ αἰπόλοι ὁ Schäf. διώρθωσεν οἱ κόλοι)· [[οὕτως]], ὦ κόλε, ἀποτεινόμενον εἰς τράγον, Θεόκρ. 8. 51· ἐπὶ τοῦ κεράστου, Νικ. Θηρ. 260· ― ἐν Στράβ. 312, [[κόλος]] [[εἶναι]] [[ζῷον]] τῆς Ταυρικῆς, τετράπουν [[λευκόν]], μεταξὺ ἐλάφου καὶ κριοῦ τὸ [[μέγεθος]], ὀξύτερον τούτων εἰς τὸ τρέχειν, [[πῖνον]] διὰ τῶν ῥωθώνων καὶ ταμιεῦον [[ὕδωρ]] ἐν τῇ κεφαλῇ, [[ἴσως]] [[εἶδος]] τράγου [[ἄνευ]] κεράτων, «[[κόλον]]... μέγαν τράγον κέρατα οὐκ ἔχοντα» Ἡσύχ.· πρβλ. [[αἰπόλος]]. 2) [[κόλος]] [[μάχη]], ἴδε ἐν λέξ. [[κολοβομάχη]]. (Ἐντεῦθεν κολοβὸς (δηλ. κολοϝός, ὡς τὸ ὁλοϝός, salv-us), κολούω· πιθανῶς [[ὡσαύτως]] καὶ τὸ [[κολάζω]].)
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> tronqué, écourté;<br /><b>2</b> aux cornes écourtées <i>ou</i> sans cornes.<br />'''Étymologie:''' DELG parallèles slaves pour ce mot techn.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth