3,277,286
edits
m (Text replacement - " ’" to "’") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0630.png Seite 630]] τό, 1) Vortheil, Gewinn, Vorzug; μέγα πλ. ἂν θείην, Plat. Legg. IV, 709 c; τὰ ἐν τοῖς πολέμοις πλεονεκτήματα, Xen. Hipp. 5, 11; πρὸς πόλεμον πολλὰ πλεονεκτήμαθ' ἡμῖν ὑπάρχει, Dem. 9, 52, wie [[πλεονέκτημα]] μέγα ὑπῆρξε Φιλίππῳ 18, 60, u. öfter. – 2) Alles, wodurch tman einen Andern übervortheilt, betrügt, ἃ δίκαια οὐκ ἦν, ἀλλὰ πλεονεκτήματα τούτου Dem. 50, 38, u. Sp.; vgl. Pol. 2, 38, 8. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0630.png Seite 630]] τό, 1) Vortheil, Gewinn, Vorzug; μέγα πλ. ἂν θείην, Plat. Legg. IV, 709 c; τὰ ἐν τοῖς πολέμοις πλεονεκτήματα, Xen. Hipp. 5, 11; πρὸς πόλεμον πολλὰ πλεονεκτήμαθ' ἡμῖν ὑπάρχει, Dem. 9, 52, wie [[πλεονέκτημα]] μέγα ὑπῆρξε Φιλίππῳ 18, 60, u. öfter. – 2) Alles, wodurch tman einen Andern übervortheilt, betrügt, ἃ δίκαια οὐκ ἦν, ἀλλὰ πλεονεκτήματα τούτου Dem. 50, 38, u. Sp.; vgl. Pol. 2, 38, 8. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ατος (τό) :<br />supériorité, avantage, ascendant, prééminence.<br />'''Étymologie:''' [[πλεονεκτέω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πλεονέκτημα''': τό, ὡς καὶ νῦν, Πλάτ. Νόμ. 709C, Δημ. 63. 1., 245. 13, κτλ.· ἐν τῷ πληθ., ἐπιτυχίαι, ἐν τοῖς πολέμοις Ξεν. Ἱππαρχ. 5. 11. ΙΙ. [[πρᾶξις]] ἀπάτης ἢ ἐξαπατήσεως, [[τέχνασμα]] ἔχον ἰδιοτελεῖς σκοπούς, Δημ. 533. 28., 1218, 29., 1490. 13, Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 10, 10. | |lstext='''πλεονέκτημα''': τό, ὡς καὶ νῦν, Πλάτ. Νόμ. 709C, Δημ. 63. 1., 245. 13, κτλ.· ἐν τῷ πληθ., ἐπιτυχίαι, ἐν τοῖς πολέμοις Ξεν. Ἱππαρχ. 5. 11. ΙΙ. [[πρᾶξις]] ἀπάτης ἢ ἐξαπατήσεως, [[τέχνασμα]] ἔχον ἰδιοτελεῖς σκοπούς, Δημ. 533. 28., 1218, 29., 1490. 13, Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 10, 10. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |