Anonymous

πολύκαρπος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0664.png Seite 664]] mit od. von vielen Früchten, fruchtbar; [[ἀλωή]], Od. 7, 122. 24, 221; χθονὸς πολυκαρποτάτας, Pind. P. 9, 7; τὸν πολύκαρπον οἰνάνθας βότρυν, Eur. Phoen. 238; Φρύγες πολυκαρπότατοι, Her. 5, 49; πολυκαρπότερον [[σπέρμα]], Plat. Tim. 86 c; Sp., wie Plut.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0664.png Seite 664]] mit od. von vielen Früchten, fruchtbar; [[ἀλωή]], Od. 7, 122. 24, 221; χθονὸς πολυκαρποτάτας, Pind. P. 9, 7; τὸν πολύκαρπον οἰνάνθας βότρυν, Eur. Phoen. 238; Φρύγες πολυκαρπότατοι, Her. 5, 49; πολυκαρπότερον [[σπέρμα]], Plat. Tim. 86 c; Sp., wie Plut.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui produit beaucoup de fruits, riche en fruits, très fécond;<br /><i>Cp.</i> πολυκαρπότερος, <i>Sp.</i> πολυκαρπότατος.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[καρπός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πολύκαρπος''': -ον, ὁ ἔχων ἄφθονον καρπόν, [[εὔφορος]], ἀλωὴ Ὀδ. Η. 122, Ω. 221· χθὼν Πινδ. Π. 9. 14· τὸν π. οἰνάνθας βότρυν Εὐρ. Φοίν. 230· [[στέφανος]] [[μύρτων]] Ἀριστοφ. Βάτρ. 301· Φρύγες πολυκαρπότατοι Ἡρόδ. 5. 49· θεοὶ Συλλ. Ἐπιγρ. 2175. ΙΙ. πολύκαρπον, τό, [[εἶδος]] κραταιογόνου (βοτάνης), Ἱππ. 615. 18, Γαλην. Λεξ. σ. 548.
|lstext='''πολύκαρπος''': -ον, ὁ ἔχων ἄφθονον καρπόν, [[εὔφορος]], ἀλωὴ Ὀδ. Η. 122, Ω. 221· χθὼν Πινδ. Π. 9. 14· τὸν π. οἰνάνθας βότρυν Εὐρ. Φοίν. 230· [[στέφανος]] [[μύρτων]] Ἀριστοφ. Βάτρ. 301· Φρύγες πολυκαρπότατοι Ἡρόδ. 5. 49· θεοὶ Συλλ. Ἐπιγρ. 2175. ΙΙ. πολύκαρπον, τό, [[εἶδος]] κραταιογόνου (βοτάνης), Ἱππ. 615. 18, Γαλην. Λεξ. σ. 548.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui produit beaucoup de fruits, riche en fruits, très fécond;<br /><i>Cp.</i> πολυκαρπότερος, <i>Sp.</i> πολυκαρπότατος.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[καρπός]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth