Anonymous

συγγένεια: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0961.png Seite 961]] ἡ, Gleichhen des Geschlechts u. der Abkunft, Verwandtschaft; φίλτατε συγγενείας, Eur. Or. 731, πικρά, I. A. 510; Thuc. 3, 65; auch von dem Verhältniß der Vslanzstadt zur Mutterstadt, Wolf Dem. Lpt. p. 328, die Familie, wie unser Verwandtschaft in. concretem Sinne, ἡ Περικλέους όλη [[οἰκία]] ἢ ἄλλη [[συγγένεια]], Plat. Gorg. 472 b; ἀπὸ τῆς Σόλωνος συγγενείας, Charm. 155 a, u. öfter; so kann auch Conv. 178 c [[οὔτε]] ξυγγένεια [[οὔτε]] τιμαί genommen werden, wo man es = [[εὐγένεια]] erkl. u. Wyttenb. so ändern wollte; vgl. ὡςπερ αἱ συγγένειαι τὰς ίδίας οἰκοῦσιν οἰκίας, οὕτω καὶ τὲν πόλιν οἰκεῖτε [[δημοσίᾳ]], Dem. 25, 87, wo das Folgde zu vergleichen; Sp., wie Pol. 15, 30, 7. – Bei D. Sic. 13, 20 heißen συγγένειαι die beiden Söhne. Val. 13, 28.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0961.png Seite 961]] ἡ, Gleichhen des Geschlechts u. der Abkunft, Verwandtschaft; φίλτατε συγγενείας, Eur. Or. 731, πικρά, I. A. 510; Thuc. 3, 65; auch von dem Verhältniß der Vslanzstadt zur Mutterstadt, Wolf Dem. Lpt. p. 328, die Familie, wie unser Verwandtschaft in. concretem Sinne, ἡ Περικλέους όλη [[οἰκία]] ἢ ἄλλη [[συγγένεια]], Plat. Gorg. 472 b; ἀπὸ τῆς Σόλωνος συγγενείας, Charm. 155 a, u. öfter; so kann auch Conv. 178 c [[οὔτε]] ξυγγένεια [[οὔτε]] τιμαί genommen werden, wo man es = [[εὐγένεια]] erkl. u. Wyttenb. so ändern wollte; vgl. ὡςπερ αἱ συγγένειαι τὰς ίδίας οἰκοῦσιν οἰκίας, οὕτω καὶ τὲν πόλιν οἰκεῖτε [[δημοσίᾳ]], Dem. 25, 87, wo das Folgde zu vergleichen; Sp., wie Pol. 15, 30, 7. – Bei D. Sic. 13, 20 heißen συγγένειαι die beiden Söhne. Val. 13, 28.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> parenté : [[πρός]] τινα avec qqn;<br /><b>2</b> parenté, ensemble des parents, famille ; membre d'une famille, parent ; [[αἱ]] συγγένειαι les familles.<br />'''Étymologie:''' [[συγγενής]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συγγένεια''': ἡ, (συγγενὴς) ταυτότης γένου, κοινὴ [[καταγωγή]], ὡς καὶ νῦν, [[συγγένεια]], Εὐρ. Ι. Α. 492, Θουκ. 3. 65, κτλ.· πρὸς ξυγγενείας καὶ κηδεστίας Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 21· μετὰ γεν., [[συγγένεια]] μετά τινος ἢ [[πρός]] τινα, ἡ ξ. τοῦ θεοῦ Πλάτ. Πρωτ. 322Α· διὰ τὴν τοῦ Ἡρακλέους ξ. ὁ αὐτ. ἐν Λύσ. 205C, πρβλ. Χαρμ. 155Α· - οὕτω μετὰ δοτ., κατὰ τὴν αὑτῶν ἑκατέροις ξ. ὁ αὐτ. ἐν Πολιτ. 3?7D· ξ. ἔχειν τινὶ [[αὐτόθι]] 257D· [[ὡσαύτως]], ἡ πρὸς τοὺς παῖδας σ. Ἰσοκρ. 19D ἡ πρὸς ἀλλήλους σ. [[αὐτόθι]] 49Β, κτλ.· - [[κυρίως]] δὲν λέγεται ἐπὶ τῆς σχέσεως τῶν γονέων καὶ τέκνων (ἴδε συγγενὴς ΙΙ, 1, β), γένος γάρ, ἀλλ’ οὐχὶ [[συγγένεια]], τοῦτ’ ἔστιν Ἰσαῖος 72. 32, ἀλλ’ [[ὅμως]] πρβλ. Διόδ. 13. 20. 2) δεσμοὶ συγγενείας, οἰκογενειακαὶ σχέσεις, οἰκογενειακὴ [[ἰσχύς]], Πλάτ. 491C, Συμπ. 178C. 3) ἡ [[σχέσις]] ἀποικίας πρὸς τὴν μητρόπολιν, Wölf εἰς Δημ. Λεπτ. σ. 328. 4) μεταφ., κατὰ σ. τῆς μορφῆς Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 1, 5· ἡ πρὸς τὸ ... ἱερὸν πῦρ σ. παντὸς πυρὸς Πλούτ. 2. 702Ε· ὤτων καὶ γλώττης Λουκ. Ἡρακλ. 5. ΙΙ. συγγενεῖς, ἡ οἰκογένεια, Εὐρ. Ὀρ. 733· ἐπὶ ἑνὸς συγγενοῦς μόνου, [[αὐτόθι]] 1233· - περιληπτικῶς, ἅπαντες οἱ συγγενεῖς τινος, ὁ αὐτ. ἐν Τρῳ. 749· ἡ Περικλέους ὅλη [[οἰκία]] ἢ ἄλλη [[συγγένεια]] Πλάτ. Γοργ. 472Β, πρβλ. Χαρμ. 155Α· ἐν τῷ πληθ., οἰκογένεια, Δημ. 25. 87., 796. 17. 2) ἐπὶ ζῴων, παρὰ τὰς συγγενείας συνδυάζεσθαι Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 11, 7, πρβλ. 5. 1· - [[καθόλου]], [[εἶδος]], [[τάξις]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. Ὑστ. 1. 9, 2.
|lstext='''συγγένεια''': ἡ, (συγγενὴς) ταυτότης γένου, κοινὴ [[καταγωγή]], ὡς καὶ νῦν, [[συγγένεια]], Εὐρ. Ι. Α. 492, Θουκ. 3. 65, κτλ.· πρὸς ξυγγενείας καὶ κηδεστίας Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 21· μετὰ γεν., [[συγγένεια]] μετά τινος ἢ [[πρός]] τινα, ἡ ξ. τοῦ θεοῦ Πλάτ. Πρωτ. 322Α· διὰ τὴν τοῦ Ἡρακλέους ξ. ὁ αὐτ. ἐν Λύσ. 205C, πρβλ. Χαρμ. 155Α· - οὕτω μετὰ δοτ., κατὰ τὴν αὑτῶν ἑκατέροις ξ. ὁ αὐτ. ἐν Πολιτ. 3?7D· ξ. ἔχειν τινὶ [[αὐτόθι]] 257D· [[ὡσαύτως]], ἡ πρὸς τοὺς παῖδας σ. Ἰσοκρ. 19D ἡ πρὸς ἀλλήλους σ. [[αὐτόθι]] 49Β, κτλ.· - [[κυρίως]] δὲν λέγεται ἐπὶ τῆς σχέσεως τῶν γονέων καὶ τέκνων (ἴδε συγγενὴς ΙΙ, 1, β), γένος γάρ, ἀλλ’ οὐχὶ [[συγγένεια]], τοῦτ’ ἔστιν Ἰσαῖος 72. 32, ἀλλ’ [[ὅμως]] πρβλ. Διόδ. 13. 20. 2) δεσμοὶ συγγενείας, οἰκογενειακαὶ σχέσεις, οἰκογενειακὴ [[ἰσχύς]], Πλάτ. 491C, Συμπ. 178C. 3) ἡ [[σχέσις]] ἀποικίας πρὸς τὴν μητρόπολιν, Wölf εἰς Δημ. Λεπτ. σ. 328. 4) μεταφ., κατὰ σ. τῆς μορφῆς Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 1, 5· ἡ πρὸς τὸ ... ἱερὸν πῦρ σ. παντὸς πυρὸς Πλούτ. 2. 702Ε· ὤτων καὶ γλώττης Λουκ. Ἡρακλ. 5. ΙΙ. συγγενεῖς, ἡ οἰκογένεια, Εὐρ. Ὀρ. 733· ἐπὶ ἑνὸς συγγενοῦς μόνου, [[αὐτόθι]] 1233· - περιληπτικῶς, ἅπαντες οἱ συγγενεῖς τινος, ὁ αὐτ. ἐν Τρῳ. 749· ἡ Περικλέους ὅλη [[οἰκία]] ἢ ἄλλη [[συγγένεια]] Πλάτ. Γοργ. 472Β, πρβλ. Χαρμ. 155Α· ἐν τῷ πληθ., οἰκογένεια, Δημ. 25. 87., 796. 17. 2) ἐπὶ ζῴων, παρὰ τὰς συγγενείας συνδυάζεσθαι Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 11, 7, πρβλ. 5. 1· - [[καθόλου]], [[εἶδος]], [[τάξις]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. Ὑστ. 1. 9, 2.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> parenté : [[πρός]] τινα avec qqn;<br /><b>2</b> parenté, ensemble des parents, famille ; membre d'une famille, parent ; [[αἱ]] συγγένειαι les familles.<br />'''Étymologie:''' [[συγγενής]].
}}
}}
{{Slater
{{Slater