3,274,917
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1010.png Seite 1010]] zusammen oder beisammen sitzen, bes. im Rathe, um zu berathschlagen; συνήδρευε, Ath. VI, 260 a; Pol. 2, 26, 4 u. öfter; συνεδρεύειν ἐς τὸ Ἀχαϊκόν, am achäischen Bündniß Theil nehmen, Paus. 7, 12; dah. οἱ συνεδρεύοντες, die Rathsherren, bes. Gesandte der Griechen zur Amphiktyonenversammlung, Dem. 17, 15; – τὰ συνεδρευόμενα, das im Rathe Beschlossene, D. Hal. 10, 13. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1010.png Seite 1010]] zusammen oder beisammen sitzen, bes. im Rathe, um zu berathschlagen; συνήδρευε, Ath. VI, 260 a; Pol. 2, 26, 4 u. öfter; συνεδρεύειν ἐς τὸ Ἀχαϊκόν, am achäischen Bündniß Theil nehmen, Paus. 7, 12; dah. οἱ συνεδρεύοντες, die Rathsherren, bes. Gesandte der Griechen zur Amphiktyonenversammlung, Dem. 17, 15; – τὰ συνεδρευόμενα, das im Rathe Beschlossene, D. Hal. 10, 13. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> siéger ensemble dans une assemblée délibérante;<br /><b>2</b> tenir séance, délibérer : [[ὑπέρ]] τινος sur qch.<br />'''Étymologie:''' [[σύνεδρος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνεδρεύω''': ([[σύνεδρος]]) [[συγκάθημαι]] ὡς [[σύνεδρος]], [[συνεδριάζω]], [[ὑπὲρ]] τοῦ μὴ συνεδρεύειν Ἀθήνησι Χαλκιδέας Αἰσχίν. 66. 39, πρβλ. 67. 35· οἱ συνεδρεύοντες, τὰ [[μέλη]] τοῦ συνεδρίου, Δημ. 215. 21, Αἰσχίν. 64. 13. 2) [[συνέρχομαι]] ἐν συνεδρίῳ, συσκέπτομαι, ὑπέρ τινος Δημ. 133. 7, πρβλ. Πολύβ. 2. 26, 4· σ. τινί, συσκέπτομαι, [[λαμβάνω]] [[μέρος]] εἰς συζήτησιν, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 5, 14. 3) τὰ συνεδρευόμενα, τὰ ἐν συνεδρίῳ ἀποφασιζόμενα, ψηφίσματα τῆς Συγκλήτου, Διον. Ἁλ. 10. 13. ΙΙ. [[ἐνεδρεύω]], ἐνέδραν ποιῶ, παραφυλάττω [[ὁμοῦ]], Ἡσύχ. ἐν λ. συνελόχησε. ΙΙΙ. μεταφορ., [[συνυπάρχω]] ἢ παρακολουθῶ, [[συνοδεύω]], ἐπὶ συμπτωμάτων, Γαλην. 7. 214· οἱ πυρετοὶ συνεδρεύουσιν Ὀρειβάσ. σελ. 32, ἔκδ. Mai· [[ἕλκος]], ᾧ συνεδρεύει φλεγμονὴ [[αὐτόθι]] 197. 2) παρὰ τοῖς γραμματ., τὰ συνεδρεύοντα αὐτοῖς, αἱ παρακολουθοῦσαι σχέσεις αὐτῶν, Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 5 καὶ 16. | |lstext='''συνεδρεύω''': ([[σύνεδρος]]) [[συγκάθημαι]] ὡς [[σύνεδρος]], [[συνεδριάζω]], [[ὑπὲρ]] τοῦ μὴ συνεδρεύειν Ἀθήνησι Χαλκιδέας Αἰσχίν. 66. 39, πρβλ. 67. 35· οἱ συνεδρεύοντες, τὰ [[μέλη]] τοῦ συνεδρίου, Δημ. 215. 21, Αἰσχίν. 64. 13. 2) [[συνέρχομαι]] ἐν συνεδρίῳ, συσκέπτομαι, ὑπέρ τινος Δημ. 133. 7, πρβλ. Πολύβ. 2. 26, 4· σ. τινί, συσκέπτομαι, [[λαμβάνω]] [[μέρος]] εἰς συζήτησιν, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 5, 14. 3) τὰ συνεδρευόμενα, τὰ ἐν συνεδρίῳ ἀποφασιζόμενα, ψηφίσματα τῆς Συγκλήτου, Διον. Ἁλ. 10. 13. ΙΙ. [[ἐνεδρεύω]], ἐνέδραν ποιῶ, παραφυλάττω [[ὁμοῦ]], Ἡσύχ. ἐν λ. συνελόχησε. ΙΙΙ. μεταφορ., [[συνυπάρχω]] ἢ παρακολουθῶ, [[συνοδεύω]], ἐπὶ συμπτωμάτων, Γαλην. 7. 214· οἱ πυρετοὶ συνεδρεύουσιν Ὀρειβάσ. σελ. 32, ἔκδ. Mai· [[ἕλκος]], ᾧ συνεδρεύει φλεγμονὴ [[αὐτόθι]] 197. 2) παρὰ τοῖς γραμματ., τὰ συνεδρεύοντα αὐτοῖς, αἱ παρακολουθοῦσαι σχέσεις αὐτῶν, Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 5 καὶ 16. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |