Anonymous

τεκνοποιέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1083.png Seite 1083]] Kinder machen, gebären, med. erzeugen, Xen. Lac. 1, 7 Mem. 2, 2, 5.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1083.png Seite 1083]] Kinder machen, gebären, med. erzeugen, Xen. Lac. 1, 7 Mem. 2, 2, 5.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />enfanter;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[τεκνοποιέομαι]], [[τεκνοποιοῦμαι]] engendrer, procréer.<br />'''Étymologie:''' [[τεκνοποιός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τεκνοποιέω''': ἐν τῷ ἐνεργ. ἐπὶ τῆς γυναικός, [[τίκτω]], γεννῶ τέκνα· ἐν τῷ μέσῳ, ἐπὶ τοῦ ἀνδρός, πρβλ. Ξεν. Ἀπομν. 2. 2, 4 καὶ 5· (ἀλλ’ ὁ Διόδ. ἀνατρέπει τὴν χρῆσιν ταύτην, πρβλ. 1. 73., 4. 29)· ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ καὶ ἐπὶ ἀμφοτέρων τῶν γονέων, [[παράγω]] τέκνα, «[[κάμνω]] [[παιδιά]]», Ξεν. Ἀπομν. 4. 4, 22 κἑξ., Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 7. 6, 1· ― ἀλλ’ ἐν τῷ μέσῳ [[ὡσαύτως]], [[κάμνω]] νὰ γεννηθῶσι τέκνα δι’ ἐμέ, Ξεν. Λακ. 1, 7. ΙΙ. ἐπὶ πτηνῶν, ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 12, 4.
|lstext='''τεκνοποιέω''': ἐν τῷ ἐνεργ. ἐπὶ τῆς γυναικός, [[τίκτω]], γεννῶ τέκνα· ἐν τῷ μέσῳ, ἐπὶ τοῦ ἀνδρός, πρβλ. Ξεν. Ἀπομν. 2. 2, 4 καὶ 5· (ἀλλ’ ὁ Διόδ. ἀνατρέπει τὴν χρῆσιν ταύτην, πρβλ. 1. 73., 4. 29)· ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ καὶ ἐπὶ ἀμφοτέρων τῶν γονέων, [[παράγω]] τέκνα, «[[κάμνω]] [[παιδιά]]», Ξεν. Ἀπομν. 4. 4, 22 κἑξ., Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 7. 6, 1· ― ἀλλ’ ἐν τῷ μέσῳ [[ὡσαύτως]], [[κάμνω]] νὰ γεννηθῶσι τέκνα δι’ ἐμέ, Ξεν. Λακ. 1, 7. ΙΙ. ἐπὶ πτηνῶν, ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 12, 4.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />enfanter;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[τεκνοποιέομαι]], [[τεκνοποιοῦμαι]] engendrer, procréer.<br />'''Étymologie:''' [[τεκνοποιός]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm