Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τοσόσδε: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - " :" to ":")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1131.png Seite 1131]] ep. auch [[τοσσόσδε]], = [[τόσος]] mit verstärkter demonstr. Bedeutung; bei Hom. seltener als [[τόσος]], bei den Att. häufiger; mit entsprechendem [[ὅσος]], Il. 14, 94. 18, 340; c. inf., so tüchtig, so stark, Etwas auszuführen, Od. 2, 305; Tragg. und in Prosa; ἕτερον τοσόνδε, eben so groß, eben so viel, Her. 2, 149; auch so wenige, τοσοίδε ὄντες, Xen. An. 2, 4, 4; τοσόνδε [[μέντοι]] χάρισαί μοι, Plat. Rep. V, 457 e, und öfter, wie Folgende; – τοσόνδε, ep. τοσσόνδε, adverbial, so sehr, in so sehr hohem Grade, Il. 22, 41 Od. 21, 253.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1131.png Seite 1131]] ep. auch [[τοσσόσδε]], = [[τόσος]] mit verstärkter demonstr. Bedeutung; bei Hom. seltener als [[τόσος]], bei den Att. häufiger; mit entsprechendem [[ὅσος]], Il. 14, 94. 18, 340; c. inf., so tüchtig, so stark, Etwas auszuführen, Od. 2, 305; Tragg. und in Prosa; ἕτερον τοσόνδε, eben so groß, eben so viel, Her. 2, 149; auch so wenige, τοσοίδε ὄντες, Xen. An. 2, 4, 4; τοσόνδε [[μέντοι]] χάρισαί μοι, Plat. Rep. V, 457 e, und öfter, wie Folgende; – τοσόνδε, ep. τοσσόνδε, adverbial, so sehr, in so sehr hohem Grade, Il. 22, 41 Od. 21, 253.
}}
{{bailly
|btext=τοσήδε, τοσόνδε;<br />tout juste aussi grand, aussi fort, aussi nombreux ; aussi petit, aussi faible, aussi peu nombreux ; avec un inf. : assez fort pour ; <i>subst.</i> τοσόνδε τόλμης SOPH une telle hardiesse ; [[ἐς]] τοσόνδε [[τοῦ]] χρόνου SOPH aussi longtemps ; τοσοίδε aussi nombreux, <i>càd</i> en aussi grand nombre <i>ou</i> en aussi petit nombre ; <i>adv.</i> • τοσόνδε tout autant ; <i>avec idée de temps</i> [[ἐς]] τοσόνδε SOPH jusqu’à ce point, tout autant, aussi longuement.<br />'''Étymologie:''' [[τόσος]], -δε.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τοσόσδε''': Ἐπικ. τοσσόσδε, ήδε, όνδε, = [[τόσος]], ἐν πάσαις ταῖς σημασίαις, ἀλλ’, ὡς τὸ [[τοσοῦτος]], ἔχει ἰσχυροτέραν δεικτικὴν σημασίαν· ὁ [[Ὅμηρος]] ἔχει τόν τε κοινὸν καὶ τὸν Ἐπικ. τύπον, ἀλλ’ οὐχὶ τοσοῦτον συχν. ὅσον τὸ [[τόσος]] ἢ [[τόσσος]], ἐν ᾧ παρ’ Ἀττικ. τὸ [[τοσόσδε]] ἢ τοσοῦτο [[εἶναι]] οἱ συνήθεις τύποι, [[μάλιστα]] δὲ οἱ δεύτεροι [[εἶναι]] συχνότατοι παρὰ τοῖς πεζογράφοις· - παρὰ τοῖς Ἐπικ. συνάπτονται τὰ δύο, [[τοιόσδε]] [[τοσόσδε]] τε, ἴδε [[τοιόσδε]]· - τοσόνδε μέντοι χάρισαί μοι Πλάτ. Πολ. 457Ε· [[ἀλλά]] μοι ἔτι τ. εἰπὲ [[αὐτόθι]] 330D, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 13, κλπ.· καὶ μετὰ τοῦ ἄρθρου, τὸ δὲ τ. [[οἶδα]], ὅτι..., Πλάτ. Νόμ. 672Β· - μετὰ συσχετικοῦ ἀναφορικοῦ [[ὅσος]], τοσσοίδ’ ὅσσοισιν σὺ μετ’ Ἀργείοισιν ἀνάσσεις Ἰλ. Ξ. 94, Σ. 430· παρὰ Ξεν. ἐν Ἀν. 2. 4. 4, τοσοίδε ὄντες, μόνον τόσοι, δηλ. τόσοι ὀλίγοι. ΙΙ. οὐδ. τοσόνδε, Ἐπικ. τοσσόνδε, ὡς Ἐπίρρ., [[αἴθε]] θεοῖσι φίλος τοσσόνδε γένοιτο, ὅσσον ἐμοὶ Ἰλ. Χ. 41, Ὀδ. Φ. 253· [[ὡσαύτως]] παρὰ τοῖς Τραγικ., Σοφ. Ἠλ. 403, κλπ.· τ. ὅσον... Αἰσχύλ. Θήβ. 772, Σοφ., κλπ.· τ. [[ὥστε]]... ὁ αὐτ. ἐν Αἴ. 1335· - ἐπὶ χρόνου, τόσον [[μακρός]], τ. ὅσον περ... Αἰσχύλ. Ἀγ. 860· ἐς τ. Σοφ. Ο. Τ. 1212· τοσσάδε Πινδ. Ο. 1. 184. 2) ὡς οὐσιαστ., τοσόνδ’ ἔχεις τόλμης...; Σοφ. Ο. Τ. 532· ἐς τοσόνδε τοῦ χρόνου ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 961, πρβλ. 14· τὸ τοσόνδε, ἡ [[ποσότης]], Ἀριστ. Φυσ. 5. 1, 4.
|lstext='''τοσόσδε''': Ἐπικ. τοσσόσδε, ήδε, όνδε, = [[τόσος]], ἐν πάσαις ταῖς σημασίαις, ἀλλ’, ὡς τὸ [[τοσοῦτος]], ἔχει ἰσχυροτέραν δεικτικὴν σημασίαν· ὁ [[Ὅμηρος]] ἔχει τόν τε κοινὸν καὶ τὸν Ἐπικ. τύπον, ἀλλ’ οὐχὶ τοσοῦτον συχν. ὅσον τὸ [[τόσος]] ἢ [[τόσσος]], ἐν ᾧ παρ’ Ἀττικ. τὸ [[τοσόσδε]] ἢ τοσοῦτο [[εἶναι]] οἱ συνήθεις τύποι, [[μάλιστα]] δὲ οἱ δεύτεροι [[εἶναι]] συχνότατοι παρὰ τοῖς πεζογράφοις· - παρὰ τοῖς Ἐπικ. συνάπτονται τὰ δύο, [[τοιόσδε]] [[τοσόσδε]] τε, ἴδε [[τοιόσδε]]· - τοσόνδε μέντοι χάρισαί μοι Πλάτ. Πολ. 457Ε· [[ἀλλά]] μοι ἔτι τ. εἰπὲ [[αὐτόθι]] 330D, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 13, κλπ.· καὶ μετὰ τοῦ ἄρθρου, τὸ δὲ τ. [[οἶδα]], ὅτι..., Πλάτ. Νόμ. 672Β· - μετὰ συσχετικοῦ ἀναφορικοῦ [[ὅσος]], τοσσοίδ’ ὅσσοισιν σὺ μετ’ Ἀργείοισιν ἀνάσσεις Ἰλ. Ξ. 94, Σ. 430· παρὰ Ξεν. ἐν Ἀν. 2. 4. 4, τοσοίδε ὄντες, μόνον τόσοι, δηλ. τόσοι ὀλίγοι. ΙΙ. οὐδ. τοσόνδε, Ἐπικ. τοσσόνδε, ὡς Ἐπίρρ., [[αἴθε]] θεοῖσι φίλος τοσσόνδε γένοιτο, ὅσσον ἐμοὶ Ἰλ. Χ. 41, Ὀδ. Φ. 253· [[ὡσαύτως]] παρὰ τοῖς Τραγικ., Σοφ. Ἠλ. 403, κλπ.· τ. ὅσον... Αἰσχύλ. Θήβ. 772, Σοφ., κλπ.· τ. [[ὥστε]]... ὁ αὐτ. ἐν Αἴ. 1335· - ἐπὶ χρόνου, τόσον [[μακρός]], τ. ὅσον περ... Αἰσχύλ. Ἀγ. 860· ἐς τ. Σοφ. Ο. Τ. 1212· τοσσάδε Πινδ. Ο. 1. 184. 2) ὡς οὐσιαστ., τοσόνδ’ ἔχεις τόλμης...; Σοφ. Ο. Τ. 532· ἐς τοσόνδε τοῦ χρόνου ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 961, πρβλ. 14· τὸ τοσόνδε, ἡ [[ποσότης]], Ἀριστ. Φυσ. 5. 1, 4.
}}
{{bailly
|btext=τοσήδε, τοσόνδε;<br />tout juste aussi grand, aussi fort, aussi nombreux ; aussi petit, aussi faible, aussi peu nombreux ; avec un inf. : assez fort pour ; <i>subst.</i> τοσόνδε τόλμης SOPH une telle hardiesse ; [[ἐς]] τοσόνδε [[τοῦ]] χρόνου SOPH aussi longtemps ; τοσοίδε aussi nombreux, <i>càd</i> en aussi grand nombre <i>ou</i> en aussi petit nombre ; <i>adv.</i> • τοσόνδε tout autant ; <i>avec idée de temps</i> [[ἐς]] τοσόνδε SOPH jusqu’à ce point, tout autant, aussi longuement.<br />'''Étymologie:''' [[τόσος]], -δε.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth