3,274,399
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0104.png Seite 104]] ον (nach E. M. für ἀλλότοκος, anders entstanden, andere von [[κότος]] in allgemeiner Bdtg von [[ἦθος]], wie [[ὀργή]], VLL. [[ἐναντίον]], ξένον, ἐξηλλαγμένον), anders beschaffen, entgegengesetzt, Soph. Phil. 1176 ἀλλ. [[γνώμη]] τῶν [[πάρος]], anders als gewöhnlich, ungewöhnlich; [[ὄνομα]] Plat. Theaet. 182 a; wie insolens, Rep. VI, 487 d, als milderer Ausdruck für [[πονηρός]]; ῥήματα χαλεπὰ καὶ ἀλλ. Hipp. mai. 292 c. Dah. unnatürlich, widerwärtig, [[πατήρ]] Prot. 346 a; τόποι ἀλλ. καὶ ἀναίσιοι Legg. V, 747 d; [[πρᾶγμα]] ἀλλ., ein schreckliches Geschäft, Thuc. 3, 49. So Plut. τῆς τιμωρίας τὸ ἀλλ. καὶ [[βαρύ]] Cor. 18; δαιμόνων φάσματα Num. 8 u. 15, wo noch φοβερά dabei steht; ἀνὴρ ἀλλ. καὶ ἀγροικός, wunderlicher Mensch, Sol. 27. Häufig bei Sp. Superl. aus Plat. com. B. A. 378. – Adv. -τως, ungewöhnlich, λέγειν Plat. Lys. 216 a. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0104.png Seite 104]] ον (nach E. M. für ἀλλότοκος, anders entstanden, andere von [[κότος]] in allgemeiner Bdtg von [[ἦθος]], wie [[ὀργή]], VLL. [[ἐναντίον]], ξένον, ἐξηλλαγμένον), anders beschaffen, entgegengesetzt, Soph. Phil. 1176 ἀλλ. [[γνώμη]] τῶν [[πάρος]], anders als gewöhnlich, ungewöhnlich; [[ὄνομα]] Plat. Theaet. 182 a; wie insolens, Rep. VI, 487 d, als milderer Ausdruck für [[πονηρός]]; ῥήματα χαλεπὰ καὶ ἀλλ. Hipp. mai. 292 c. Dah. unnatürlich, widerwärtig, [[πατήρ]] Prot. 346 a; τόποι ἀλλ. καὶ ἀναίσιοι Legg. V, 747 d; [[πρᾶγμα]] ἀλλ., ein schreckliches Geschäft, Thuc. 3, 49. So Plut. τῆς τιμωρίας τὸ ἀλλ. καὶ [[βαρύ]] Cor. 18; δαιμόνων φάσματα Num. 8 u. 15, wo noch φοβερά dabei steht; ἀνὴρ ἀλλ. καὶ ἀγροικός, wunderlicher Mensch, Sol. 27. Häufig bei Sp. Superl. aus Plat. com. B. A. 378. – Adv. -τως, ungewöhnlich, λέγειν Plat. Lys. 216 a. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> différent de, gén.;<br /><b>2</b> extraordinaire, étrange, prodigieux ; horrible.<br />'''Étymologie:''' [[ἄλλος]], -κοτος ; cf. [[νεόκοτος]], [[παλίγκοτος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀλλόκοτος''': -ον, ὁ ἔχων ἀσυνήθη φύσιν ἢ μορφήν, [[παράδοξος]], [[διάστροφος]], κακοσχημάτιστος, [[τερατώδης]], Ἱππ. περὶ Ἀγμ. 750, Ἀριστοφ. Σφ. 71, Κράτης ἐν Α. Β. 15, Πλάτ., κτλ., ἀλλ. [[πρᾶγμα]], δυσάρεστον, στρεβλόν, «ἀνάποδον», Θουκ. 3. 49· ἀλλ. [[ὄνομα]] = [[παράδοξος]], [[ἀσυνήθης]] [[λέξις]], Πλάτ. Θεαίτ. 182Α: μ. γεν. ἀλλοκότῳ γνώμᾳ τῶν [[πάρος]], γνώμῃ ἐντελῶς διαφόρῳ τῶν..., Σοφ. Φ. 1191. ― Ἐπίρρ. -τως, Φερεκρ. Ἄδηλ. 26, Πλάτ. Λυσ. 216Α. ― Πρβλ. Ruhnk Τίμ. (πιθ. παράγεται ἀμέσως ἐκ τοῦ [[ἄλλος]], τὸ δὲ -[[κότος]] [[εἶναι]] [[ἁπλῶς]] [[κατάληξις]], πρβλ. [[νεόκοτος]], [[παλίγκοτος]]· [[διότι]] δυσκολίας παρέχει ἡ [[ὑπόθεσις]] ἡ ἐν Α. Β. 14. 28, ὅτι τῇ λέξει [[κότος]] δυνάμεθα νὰ δώσωμεν τὴν πρώτην σημασίαν τῆς λέξεως ὀργὴ = [[ἦθος]], [[χαρακτήρ]], [[διάθεσις]]). | |lstext='''ἀλλόκοτος''': -ον, ὁ ἔχων ἀσυνήθη φύσιν ἢ μορφήν, [[παράδοξος]], [[διάστροφος]], κακοσχημάτιστος, [[τερατώδης]], Ἱππ. περὶ Ἀγμ. 750, Ἀριστοφ. Σφ. 71, Κράτης ἐν Α. Β. 15, Πλάτ., κτλ., ἀλλ. [[πρᾶγμα]], δυσάρεστον, στρεβλόν, «ἀνάποδον», Θουκ. 3. 49· ἀλλ. [[ὄνομα]] = [[παράδοξος]], [[ἀσυνήθης]] [[λέξις]], Πλάτ. Θεαίτ. 182Α: μ. γεν. ἀλλοκότῳ γνώμᾳ τῶν [[πάρος]], γνώμῃ ἐντελῶς διαφόρῳ τῶν..., Σοφ. Φ. 1191. ― Ἐπίρρ. -τως, Φερεκρ. Ἄδηλ. 26, Πλάτ. Λυσ. 216Α. ― Πρβλ. Ruhnk Τίμ. (πιθ. παράγεται ἀμέσως ἐκ τοῦ [[ἄλλος]], τὸ δὲ -[[κότος]] [[εἶναι]] [[ἁπλῶς]] [[κατάληξις]], πρβλ. [[νεόκοτος]], [[παλίγκοτος]]· [[διότι]] δυσκολίας παρέχει ἡ [[ὑπόθεσις]] ἡ ἐν Α. Β. 14. 28, ὅτι τῇ λέξει [[κότος]] δυνάμεθα νὰ δώσωμεν τὴν πρώτην σημασίαν τῆς λέξεως ὀργὴ = [[ἦθος]], [[χαρακτήρ]], [[διάθεσις]]). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |