Anonymous

ἀπερίληπτος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0288.png Seite 288]] nicht umgrenzt, uneingeschränkt, [[ἐξουσία]] Plut. Pomp. 25.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0288.png Seite 288]] nicht umgrenzt, uneingeschränkt, [[ἐξουσία]] Plut. Pomp. 25.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />non circonscrit, sans limites.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[περιλαμβάνω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπερίληπτος''': -ον, ὁ μὴ περιλαμβανόμενος, μὴ περιοριζόμενος, [[ἀπεριόριστος]], τὸ τῆς ἐξουσίας ἀπερίληπτον καὶ ἀόριστον Πλουτ. Πομπ. 25· ὅν δὲν δύναταί τις νὰ περιλάβῃ ἤ ἐννοήσῃ, [[ἀκατάληπτος]], ἰδέαι ἀπερίληπτοι λόγῳ Φίλων 2. 24· συνώνυμον τῷ [[ἄπειρος]], Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 42, πρβλ. Πλούτ. 2. 883Α.
|lstext='''ἀπερίληπτος''': -ον, ὁ μὴ περιλαμβανόμενος, μὴ περιοριζόμενος, [[ἀπεριόριστος]], τὸ τῆς ἐξουσίας ἀπερίληπτον καὶ ἀόριστον Πλουτ. Πομπ. 25· ὅν δὲν δύναταί τις νὰ περιλάβῃ ἤ ἐννοήσῃ, [[ἀκατάληπτος]], ἰδέαι ἀπερίληπτοι λόγῳ Φίλων 2. 24· συνώνυμον τῷ [[ἄπειρος]], Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 42, πρβλ. Πλούτ. 2. 883Α.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />non circonscrit, sans limites.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[περιλαμβάνω]].
}}
}}
{{grml
{{grml