3,277,068
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0409.png Seite 409]] 1) zum Loslassen, Abschießen, ὄργανα, Schleudermaschinen. Suid. – 2) zum Entlassen gehörig, Διόσκουροι, die an der [[ἀφετηρία]], an den Schranken, standen, Paus. 3, 14; [[Ἑρμῆς]] ἀφετήριον [[ἕρμα]] Philox. ep. (IX, 319); τὸ ἀφετήριον, der Hafen, als Platz zum Auslaufen, Strab. XI p. 494. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0409.png Seite 409]] 1) zum Loslassen, Abschießen, ὄργανα, Schleudermaschinen. Suid. – 2) zum Entlassen gehörig, Διόσκουροι, die an der [[ἀφετηρία]], an den Schranken, standen, Paus. 3, 14; [[Ἑρμῆς]] ἀφετήριον [[ἕρμα]] Philox. ep. (IX, 319); τὸ ἀφετήριον, der Hafen, als Platz zum Auslaufen, Strab. XI p. 494. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=α, ον :<br /><b>I.</b> qui sert à lancer (des projectiles);<br /><b>II.</b> qui concerne le lieu d'où les chars <i>ou</i> les chevaux s'élancent dans la carrière ; <i>p. suite</i> qui préside à l'entrée de la carrière (ép. des Dioscures, dont les statues se trouvaient à l'entrée du stade) ; <i>subst.</i> ἡ ἀφετηρία ([[γραμμή]]) entrée de la carrière, ligne de départ ; τὸ ἀφετήριον lieu d'embarquement, port.<br />'''Étymologie:''' [[ἀφετήρ]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀφετήριος''': -α, -ον, ([[ἀφίημι]]) [[κατάλληλος]] πρὸς τὸ ἐκρίπτειν τι, κτλ.· ἀφ. ὄργανα, μηχαναὶ πρὸς τὸ ἐκρίπτειν λίθους, κτλ. Ἰωσήπ. Ἱ. Πόλ. 3. 5, 2, πρβλ. 5. 6, 3. 2) ἀφετηρία (ἐνν. [[γραμμή]]), ἡ [[ὕσπληγξ]], [[βαλβίς]], [[ἄφεσις]], δηλ. τὸ [[μέρος]] [[ὅθεν]] ἀφίενται οἱ σταδιοδρόμοι (Πολυδ. Γ΄, 147), Συλλ. Ἐπιγρ. 2758. ΙΙΙ. Δ. 7. Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. 1156, πρβλ. Συνές. 161C: ― [[ἐντεῦθεν]], ἀφ. Διόσκουροι, ὧν τὰ ἀγάλματα ἐκόσμουν τὸ [[στάδιον]]. Παυσ. 3. 14. 7, πρβλ. Ἀνθ. Π. 9. 319: ― μεταφ., ἀφετήριον πρὸς μάθησιν Σεξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 41. 3) τὸ ἀφετήριον (ἐνν. πλοίων), ἡ [[ἔξοδος]] λιμένος, Στράβ. 494· πρβλ. ἀφετὸς ΙΙ. | |lstext='''ἀφετήριος''': -α, -ον, ([[ἀφίημι]]) [[κατάλληλος]] πρὸς τὸ ἐκρίπτειν τι, κτλ.· ἀφ. ὄργανα, μηχαναὶ πρὸς τὸ ἐκρίπτειν λίθους, κτλ. Ἰωσήπ. Ἱ. Πόλ. 3. 5, 2, πρβλ. 5. 6, 3. 2) ἀφετηρία (ἐνν. [[γραμμή]]), ἡ [[ὕσπληγξ]], [[βαλβίς]], [[ἄφεσις]], δηλ. τὸ [[μέρος]] [[ὅθεν]] ἀφίενται οἱ σταδιοδρόμοι (Πολυδ. Γ΄, 147), Συλλ. Ἐπιγρ. 2758. ΙΙΙ. Δ. 7. Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. 1156, πρβλ. Συνές. 161C: ― [[ἐντεῦθεν]], ἀφ. Διόσκουροι, ὧν τὰ ἀγάλματα ἐκόσμουν τὸ [[στάδιον]]. Παυσ. 3. 14. 7, πρβλ. Ἀνθ. Π. 9. 319: ― μεταφ., ἀφετήριον πρὸς μάθησιν Σεξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 41. 3) τὸ ἀφετήριον (ἐνν. πλοίων), ἡ [[ἔξοδος]] λιμένος, Στράβ. 494· πρβλ. ἀφετὸς ΙΙ. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |