Anonymous

ἀρχιτέκτων: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0366.png Seite 366]] ονος, ὁ, 1) der Baumeister, Xen. Mem. 4, 2, 10; übh. der etwas veranlaßt u. ausführen läßt, nach Plat. Polit. 259 e πᾶς οὐκ αὐτὸς [[ἐργαστικός]], ἀλλὰ ἐργατῶν [[ἄρχων]]; vgl. Eur. Cycl. 477; τῆς ἐπιβουλῆς Dem. 56, 11; vgl. Arist. Polit. 7, 3, 5. – 2) in Athen, der Theaterpächter, Böckh Staatsh. I p. 236.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0366.png Seite 366]] ονος, ὁ, 1) der Baumeister, Xen. Mem. 4, 2, 10; übh. der etwas veranlaßt u. ausführen läßt, nach Plat. Polit. 259 e πᾶς οὐκ αὐτὸς [[ἐργαστικός]], ἀλλὰ ἐργατῶν [[ἄρχων]]; vgl. Eur. Cycl. 477; τῆς ἐπιβουλῆς Dem. 56, 11; vgl. Arist. Polit. 7, 3, 5. – 2) in Athen, der Theaterpächter, Böckh Staatsh. I p. 236.
}}
{{bailly
|btext=ονος (ὁ) :<br />architecte, constructeur ; <i>p. ext., à Athènes</i> administrateur de théâtre.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρχω]], [[τέκτων]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρχιτέκτων''': -ονος, ὁ, ὁ πρῶτος τῶν τεκτόνων, ὁ διευθύνων οἱανδήποτε τεκτονικὴν ἐργασίαν, [[ἀρχιτέκτων]] ὡς και νῦν, μηχανικὸς κτλ. [[ἀρχιτέκτων]] τοῦ ὀρύγματος, τῆς γεφύρας Ἡρόδ. 3. 60., ἐπὶ τὴν γέφυραν τῆς [[ἀρχιτέκτων]] ἐγένετο Μανδροκλέης 4. 87· ἀντίθετον τῷ [[χειροτέχνης]], Ἀριστ. Μεταφ. 1. 1, 11· συχν. ἐν Ἐπιγρ., Συλλ. Ἐπιγρ. 77., 160. 2, 2158, κ. ἀλλ. 2) ὁ διευθύνων τὰς ἐργασίας τῶν ἐργατῶν, [[ἐπιστάτης]] αυτῶν, καὶ γὰρ [[ἀρχιτέκτων]] γε πᾶς οὐκ αὐτὸς [[ἐργατικός]], ἀλλὰ ἐργατῶν ἄρχων Πλάτ. Πολιτ. 259Ε. 3) μεταφορ. ὁ πρῶτος ἐπινοήσας τι, ὁ πρωτουργὸς πράξεώς τινος, σιγᾶτέ νυν… [[χὤταν]] κελεύσω, τοῖσιν ἀρχιτέκτοσι πείθεσθ᾿ Ευρ. Κύκλ. 477· οὐκ [[ἀρχιτέκτων]] [[κύριος]] τῆς ἡδονῆς [[μόνος]] καθέστηκ᾿ Ἄλεξ. ἐν «Μιλησίοις» 1· ἀρχ. τῆς ἐπιβουλῆς Δημ. 1286. 10· τοῦ τέλους Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 11, 1· τοὺς ταῖς διανοίαις ἀρχ. τινός ὁ αὐτ. Πολ. 7. 3, 8. ΙΙ. ἐν Ἀθήναις, ἰδίως ὁ ἐπὶ τοῦ δημοσίου θεάτρου καὶ τῶν Διονυσίων, Δημ. 234. 24· πρβλ. Βοικχ. ΙΙ. Οἰ. 1. 294.
|lstext='''ἀρχιτέκτων''': -ονος, ὁ, ὁ πρῶτος τῶν τεκτόνων, ὁ διευθύνων οἱανδήποτε τεκτονικὴν ἐργασίαν, [[ἀρχιτέκτων]] ὡς και νῦν, μηχανικὸς κτλ. [[ἀρχιτέκτων]] τοῦ ὀρύγματος, τῆς γεφύρας Ἡρόδ. 3. 60., ἐπὶ τὴν γέφυραν τῆς [[ἀρχιτέκτων]] ἐγένετο Μανδροκλέης 4. 87· ἀντίθετον τῷ [[χειροτέχνης]], Ἀριστ. Μεταφ. 1. 1, 11· συχν. ἐν Ἐπιγρ., Συλλ. Ἐπιγρ. 77., 160. 2, 2158, κ. ἀλλ. 2) ὁ διευθύνων τὰς ἐργασίας τῶν ἐργατῶν, [[ἐπιστάτης]] αυτῶν, καὶ γὰρ [[ἀρχιτέκτων]] γε πᾶς οὐκ αὐτὸς [[ἐργατικός]], ἀλλὰ ἐργατῶν ἄρχων Πλάτ. Πολιτ. 259Ε. 3) μεταφορ. ὁ πρῶτος ἐπινοήσας τι, ὁ πρωτουργὸς πράξεώς τινος, σιγᾶτέ νυν… [[χὤταν]] κελεύσω, τοῖσιν ἀρχιτέκτοσι πείθεσθ᾿ Ευρ. Κύκλ. 477· οὐκ [[ἀρχιτέκτων]] [[κύριος]] τῆς ἡδονῆς [[μόνος]] καθέστηκ᾿ Ἄλεξ. ἐν «Μιλησίοις» 1· ἀρχ. τῆς ἐπιβουλῆς Δημ. 1286. 10· τοῦ τέλους Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 11, 1· τοὺς ταῖς διανοίαις ἀρχ. τινός ὁ αὐτ. Πολ. 7. 3, 8. ΙΙ. ἐν Ἀθήναις, ἰδίως ὁ ἐπὶ τοῦ δημοσίου θεάτρου καὶ τῶν Διονυσίων, Δημ. 234. 24· πρβλ. Βοικχ. ΙΙ. Οἰ. 1. 294.
}}
{{bailly
|btext=ονος (ὁ) :<br />architecte, constructeur ; <i>p. ext., à Athènes</i> administrateur de théâtre.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρχω]], [[τέκτων]].
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR