Anonymous

ἀρχιτέκτων: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ονος (ὁ) :<br />architecte, constructeur ; <i>p. ext., à Athènes</i> administrateur de théâtre.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρχω]], [[τέκτων]].
|btext=ονος (ὁ) :<br />architecte, constructeur ; <i>p. ext., à Athènes</i> administrateur de théâtre.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρχω]], [[τέκτων]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀρχιτέκτων:''' ονος ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[зодчий]], [[строитель]] (τῆς γεφύρας Her.; sc. οἰκίας Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[устроитель]], [[руководитель]] (ἀ. ἐργατῶν [[ἄρχων]] ἐστίν Plat.; τοῖσιν ἀρχιτέκτοσι πείθεσθαι Eur.): τοῦ τέλους ἀ. Arst. устанавливающий цель;<br /><b class="num">3)</b> (в Афинах), [[арендатор театра]] Dem.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 30: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀρχιτέκτων:''' -ονος, ὁ,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[αρχιτεχνίτης]], [[εργολάβος]] οικοδομών, αυτός που διευθύνει τις εργασίες, αρχιτέκτων, [[μηχανικός]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, [[δημιουργός]], [[κατασκευαστής]], [[πρωτεργάτης]], σε Ευρ., Δημ.<br /><b class="num">II.</b> στην Αθήνα, [[διευθυντής]] δημοσίου θεάτρου και των Διονυσίων, στον ίδ.
|lsmtext='''ἀρχιτέκτων:''' -ονος, ὁ,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[αρχιτεχνίτης]], [[εργολάβος]] οικοδομών, αυτός που διευθύνει τις εργασίες, αρχιτέκτων, [[μηχανικός]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, [[δημιουργός]], [[κατασκευαστής]], [[πρωτεργάτης]], σε Ευρ., Δημ.<br /><b class="num">II.</b> στην Αθήνα, [[διευθυντής]] δημοσίου θεάτρου και των Διονυσίων, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀρχιτέκτων:''' ονος ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[зодчий]], [[строитель]] (τῆς γεφύρας Her.; sc. οἰκίας Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[устроитель]], [[руководитель]] (ἀ. ἐργατῶν [[ἄρχων]] ἐστίν Plat.; τοῖσιν ἀρχιτέκτοσι πείθεσθαι Eur.): τοῦ τέλους ἀ. Arst. устанавливающий цель;<br /><b class="num">3)</b> (в Афинах), [[арендатор театра]] Dem.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj